Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ!!!Ν. Αργυρόπουλος: «Να πως κλειδώθηκε ο φάκελος της Κύπρου»

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ!!!Ν. Αργυρόπουλος: «Να πως κλειδώθηκε ο φάκελος της Κύπρου»

Προετοιμασία πριν από μία μάχη με τους τούρκους στην Κύπρο. Ο Έφεδρος Λοχίας Τεθωρακισμένων κ. Νίκος Αργυρόπουλος φορώντας το καπέλο και κρατώντας το πιστόλι




Συνέντευξη στο Θ. Ασβεστόπουλο του Πρόεδρου του Συλλόγου «ΒΕΤΕΡΑΝΟΙ ΚΥΠΡΟΥ 1974» Νίκου Αργυρόπουλου.
(Φωτογραφία από την προετοιμασία πριν από μία μάχη με τους τούρκους στην Κύπρο. Ο Έφεδρος Λοχίας Τεθωρακισμένων Νίκος Αργυρόπουλος φορώντας τζόκεϋ και κρατώντας το πιστόλι )

 Μέρος 2ο
Στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης του στο ΚΑΝΑΛΙ 1 ο πρόεδρος του Συλλόγου «ΒΕΤΕΡΑΝΟΙ ΚΥΠΡΟΥ 1974» Νίκος Αργυρόπουλος περιγράφει όσα έγιναν και όσα έζησε ο ίδιος κατά την τουρκική εισβολή στη μεγαλόνησο αλλά και όσα ακολούθησαν στο πολιτικό παρασκήνιο της εποχής εκείνης. Παράλληλα όμως μας μιλάει εκ βάθους καρδίας για τις συνέπειες που βιώνουμε έως σήμερα ως ελληνικό έθνος μέσα στην πορεία των σαράντα χρόνων που ακολούθησαν την κυπριακή τραγωδία.  
-Να περάσουμε τώρα κύριε Αργυρόπουλε στην εισβολή του «Αττίλα» και το πως ξεκίνησε..
Η 39η Μεραρχία των Τούρκων που ήταν στη Μερσίνα, το λιμάνι στα παράλια απέναντι από τις βόρειες ακτές της Κύπρου, στις 8 Ιουνίου 1974, ένα μήνα και μια εβδομάδα πριν εκδηλωθεί το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, μπήκε σε αυστηρά επιφυλακή. Ανακλήθηκαν όλες οι άδειες αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών και απαγορεύτηκε η απομάκρυνση από τη θέση τους από τον διοικητή, τον Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ που ηγήθηκε της εισβολής στην Κύπρο, μέχρι τον τελευταίο φαντάρο. Αυτό σε απλή στρατιωτική γλώσσα σημαίνει «πάμε για πόλεμο». Αυτό το γνώριζαν και η Αθήνα και η Λευκωσία. Και τι έκαναν; Απολύτως τίποτα! Πλέον είμαι βέβαιος ότι όλα ήταν σχεδιασμένα από πριν. Το σχέδιο ήταν να θυσιαστεί η Κύπρος ως άλλη Ιφιγένεια, για να μπορέσει το μετέπειτα καθεστώς να εδραιωθεί, να μας κάτσει στο σβέρκο και να μας οδηγήσει εδώ που μας οδήγησε σήμερα.
-Εσείς κ. Αργυρόπουλε πως ζήσατε την 20η Ιουλίου 1974; Ποιά είναι η προσωπική σας μαρτυρία από εκείνη τη μέρα;
-Μετά το εγερτήριο κατά τις 6 το πρωί βρισκόμουν στο χώρο αναφοράς της επιλαρχίας του στρατοπέδου που υπηρετούσα και πήγαινα προς το εστιατόριο. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχα ακούσει κάποια σειρήνα, όμως τότε πέρασαν πάνω από το κεφάλι μου δύο στρατιωτικά αεροπλάνα σε πάρα πολύ χαμηλό ύψος, τα οποία έριξαν βόμβες σε μια διπλανή συνοικία στην Αθαλάσσα, όπου υπήρχε μία μονάδα του πυροβολικού. Αν έπεφταν οι βόμβες πάνω στο στρατόπεδο το δικό μας στην Παλλουριώτισσα, θα μας είχαν αφανίσει. Δεν ξέρω αν είχαν στόχο το πυροβολικό ή εμάς, πάντως δεν ευστόχησαν σε καμία από τις δύο περιπτώσεις. Εκείνη τη στιγμή βέβαια τα χάσαμε, αναρωτηθήκαμε που βρέθηκαν τα αεροπλάνα αφού η Κύπρος δεν είχε πολεμικά αεροπλάνα. Καταλάβαμε ότι οι Τούρκοι άρχισαν τον πόλεμο εναντίον μας.
Πεταγόμαστε όλοι πάνω,ανεβαίνουμε πάνω στα άρματα και ξεκινάμε. Εγώ ήμουν αρχηγός πληρώματος σε ένα Marmon-Herrington. Βγαίνουμε από τη μονάδα και κατευθυνόμαστε βόρεια προς το Κιόνελι, έναν τουρκοκυπριακό θύλακα, άριστα εξοπλισμένο και οχυρωμένο από χρόνια. Το Κιόνελι είχε μπροστά του αντιαρματική τάφρο, πίσω από την τάφρο είχε σειρές πολυβόλων και μέσα είχανε όλμους και πυροβολικό. Από εκεί ήταν που δεχόμασταν πυρά. Ήταν απορίας άξιο πως βρέθηκε εκεί το πυροβολικό, αν και γνωρίζαμε ότι το Κιόνελι ήταν «κράτος εν κράτει» από την τουρκική ανταρσία του 1963. Από εκεί δεχτήκαμε καταιγιστικά πυρά και δεν μπορούσαμε να περάσουμε την τάφρο, ενώ δεχόμασταν πυρά και από αεροπλάνα.
Στους Τούρκους πιλότους διαπίστωσα το εξής από τις πρώτες ώρες του πολέμου. Όπως τους ρίχναμε με το αντιαεροπορικό πολυβόλο, η κάθε πέμπτη σφαίρα ήταν τροχιοδεικτική. Βλέποντας οι Τούρκοι τις τροχιοδεικτικές σφαίρες, δηλαδή πυρά μπροστά τους, φοβόντουσαν και έφευγαν, δεν κατέβαιναν στη μάχη. Το κατάλαβα αμέσως και όποτε έβλεπα ότι κατέβαινε αεροπλάνο και ετοιμαζόταν να επιτεθεί, τη στιγμή που θεωρούσα κατάλληλη έριχνα, έβλεπε ο πιλότος τις τροχιοδεικτικές και έφευγε. Τότε κι εγώ το καθιέρωσα. Αυτό όμως σταμάτησε όταν ανέλαβαν τα τούρκικα μαχητικά αεροσκάφη Άγγλοι πιλότοι, οι οποίοι έρχονταν σε πολύ χαμηλό ύψος από μακριά, για να μη μπορούμε ν’ ακούσουμε τον ήχο του αεροπλάνου και από την πλευρά του ήλιου για να μη μπορούμε να τους δούμε. Φάνηκε η διαφορά, γιατί οι Τούρκοι φοβόντουσαν πάρα πολύ, επιτίθεντο από πολύ ψηλά, έριχναν τις βόμβες και έφευγαν, δεν ρισκάρανε. Παρ’ όλα αυτά ρίξαμε τις τρεις πρώτες μέρες 25 αεροπλάνα, χώρια τα ελικόπτερα.
Μετά από το Κιόνελι πήγαμε στο Γερόλακκο. Είχαμε λίγα άρματα και μας μετακινούσαν διαρκώς γιατί έπρεπε να καλύψουμε όλη την εμπόλεμη ζώνη με τα 80 άρματα που είχε η Εθνική Φρουρά, ώστε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες του πολέμου. Από τη μία άκρη του μετώπου ως την άλλη αναγκαζόταν η Διοίκηση να μετακινεί τμήματα συνεχώς πότε εδώ πότε εκεί, όπου υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη. Η αποστολή μας ήταν να υπερασπιστούμε τη Λευκωσία και τους στρατηγικούς της στόχους, με κυριότερο το αεροδρόμιο. Εκεί, από την πρώτη στιγμή του πολέμου, πήγε η Εθνική Φρουρά μετμήματα πεζικού και άρματα μάχης (Marmon – Herrington και Τ-34). Σε ένα από αυτά τα άρματα ήταν επικεφαλήςο ήρωαςΑρχιλοχίαςΘανάσης Φωτόπουλος, από την Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος έπεσε μαχόμενος σαν λιοντάρι το απόγευμα της 23ηςΙουλίου, δηλαδή κατά τη διάρκεια της υποτιθέμενης εκεχειρίας.
Η άλλη πλευράεκτός από το σύνταγμα της Τουρκικής Δύναμης Κύπρου, τις δυνάμεις της απόβασης και τους αλεξιπτωτιστές, είχε και τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι ήταν οργανωμένοι στην παραστρατιωτική οργάνωση ΤΜΤ – η οποία ιδρύθηκε λίγο πριν το τέλος της αγγλοκρατίας – με 27 τάγματα πλήρως στελεχωμένα και εξοπλισμένα, που πολλοί άντρες της όμως φορούσαν πολιτικά. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων κάποια στιγμή είδα να μας επιτίθενται τμήματα ενόπλων με πολιτικά ρούχα, κάτι που σαν εικόνα με αιφνιδίασε. Βέβαια αυτοί αντιμετωπίστηκαν εύκολα.
-Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι χάρη στους Τούρκους την εισβολή πουέκαναν αποκαταστάθηκε η Συνταγματική τάξη στην Κύπρο και έπεσε η Χούντα στην Ελλάδα, τότε στη συνέχεια ο «Αττίλας» γιατί δεν αποχώρησε;
-Μα από τους πολιτικούς που ηγήθηκαν στη συνέχεια της Ελλάδας και της Κύπρου δεν ζήτησε κανείς να φύγουν οι Τούρκοι. Και όχι μόνο αυτό, αλλά έκαναν φιλίες μαζί τους, αγνόησαν τους αιχμαλώτους πολέμου και τους βάφτισαν «αγνοούμενους»! Δεν καταλαβαίνω πως γίνεται να κρατάς το παιδί μου αιχμάλωτο και παράλληλα να είμαστε και φίλοι. Τώρα όμως τι κάνουν; Αγνόησαν προκλητικά τη θυσία όσων έπεσαν και όλων όσων πολέμησαν και κράτησαν με τα δόντια το 63% της Κύπρου ελεύθερο και έκτοτε προσπαθούν με μύριες όσες μεθοδεύσεις να βρουν τρόπο για να εκτουρκίσουν ολόκληρο το νησί! Τι ήταν το σχέδιο Ανάν; Και όλα αυτά που εκπονούν τώρα, με τις «προσεγγίσεις» και τις «συζητήσεις»; Πως ξεχνούν όλο αυτό το αίμα που χύθηκε, τους βιασμούς, τους ξεριζωμούς, τόσο θρήνο, τόση καταστροφή;
Ψάχνουν το άλλοθι για να δώσουν το 63%, αυτό που εμείς κρατήσαμε ελεύθερο. Τους πίκρανε πολύ που δεν αφήσαμε να χαθεί και αυτό. Όπως αποδεικνύουν τα όσα έγιναν αυτά τα 40 χρόνια που πέρασαν, σκοπός από τότε ήταν να καταληφθεί από τον Αττίλα ολόκληρη η Κύπρος και σε αυτό το έγκλημα που συνεχίζεται και στις μέρες μας συνεργοί είναι οι ταγοί της Ελλάδος και της Κύπρου. Το ότι δεν πήραν οι Τούρκοι το καλοκαίρι του 1974 την Πάφο οφείλεται στον Πλωτάρχη Λευτέρη Χανδρινό. Το ότι δεν πήραν ολόκληρη την Κύπρο οφείλεται σε αυτούς που πολέμησαν με αυτοθυσία υπέρ βωμών και εστιών. Στους υπέρ Πίστεως και Πατρίδος πεσόντες. Σε αυτά τα παλικάρια που έχασαν τη ζωή τους, που τραυματίστηκαν, που ακρωτηριάστηκαν και σε όλους όσους πολέμησαν και έβαλαν τα στήθια τους μπροστά για να μείνει η Κύπρος ελεύθερη. Όλες αυτές οι μάχες που δόθηκαν δεν ήταν τηλεοπτικές, ήταν πραγματικές, είχαν νεκρούς, είχαν ακρωτηριασμένους, είχαν τραυματίες, είχαν αιχμαλώτους τους οποίους στην συνέχεια η Πολιτεία αγνόησε.
-Τι δεν έπραξε όμως σωστά η Ελληνική πλευρά και ο «Αττίλας» κατάφερε να προωθηθεί τόσο πολύ;
Όταν έγινε στην Ελλάδα η μεταπολίτευση, κατ’ εμέ μετάλλαξη, στις 24 Ιουλίου 1974, οι Τούρκοι κατείχαν μόλις το 2% της Κύπρου και αυτό όχι ενιαίο. Κατείχαν τρία σημεία, στο Πεντεμίλι, στο Κιόνελι και στην Αγύρτα. Εμείς «τους είχαμε» τους Τούρκους και θα τους πετάγαμε στη θάλασσα, αλλά τους έσωσε η «εκεχειρία» η οποία προκάλεσε όλο το δράμα. Όταν έγινε η εκεχειρία αυτοί προωθούντο, η δική μας πλευρά είχε διαταγή «μην ρίχνετε γιατί είναι εκεχειρία», κάποιοι που δεν καταλάβαιναν από τέτοια έλεγαν «χτυπάνε αυτοί χτυπάμε και ‘μείς» και απαντούσαν. Δεν υπήρχε όμως οργανωμένη, συγκροτημένη και κυρίως ενιαία αντεπίθεση από Ελληνικής πλευράς. Το Πυροβολικό για παράδειγμα ήταν δεσμευμένο γιατί τους απαγόρευσαν να χτυπήσουν. Στον Συνταγματάρχη Στυλιανό Καλμπουρτζή, Διοικητή της 181 ΜΠΠ, του απαγόρευσαν να χτυπήσει τους Τούρκους, από το Συγχαρί όπου βρισκόταν, ο οποίος μπορούσε όχι μόνο να σταματήσει την προώθησή τους αλλά και να τους αφανίσει.
Ξεκίνησαν να προωθούνται από την εκεχειρία που συμφωνήθηκε το απόγευματης 22ας Ιουλίου και κατά τη διάρκεια της υποτιθέμενης εκεχειρίας το 2%, που ήταν τρία σημεία, αυξήθηκε σε 18% και έγινε ενιαίος χώρος, στον οποίο διαρκώς αποβίβαζαν νέες δυνάμεις. Δεν έγινε μόνο μέσα σε μια μέρα η δεύτερη απόβαση, αλλά συντελούνταν καθ” όλη τη διάρκεια της εκεχειρίας.
Από τις 23 Ιουλίου μέχρι τις 14 Αυγούστου διεξήχθησαν πολύ σκληρές μάχες, στη Λευκωσία, στη Λάπηθο, στον Καραβά, στο Ύψωμα 1023, στο Δίκωμοκαι σε διάφορες άλλες περιοχές. Υπήρξαν πάρα πολλοί που σκοτώθηκαν σε αυτές τις μάχες, Έλληνες και Τούρκοι. Επομένως για ποια εκεχειρία μιλάμε; Ο ήρωας Αρχιλοχίας Θανάσης Φωτόπουλος σκοτώθηκε στις 23 Ιουλίου το απόγευμα στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, το οποίο υπερασπιζόταν από την πρώτη μέρα του πολέμου. Κατά τη διάρκεια αυτής της «εκεχειρίας» μια σφαίρα τον βρήκε στο λαιμό και τον έστειλε στο Πάνθεον των Ηρώων. Οι Τούρκοι προσπαθούσαν να καταλάβουν τα πάντα κατά την εκεχειρία και οι δικοί μας έλεγαν «μην ρίχνετε».
Στις 21 Ιουλίουσυνήλθε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, όπου συμμετείχαν Γκιζίκης, Ανδρουτσόπουλος, Μπονάνος, όλοι οι αρχηγοί όπλων των ενόπλων δυνάμεων και ο Ιωαννίδης.
Ο αρχηγός Πολεμικού Ναυτικού Αραπάκης είπε: «Έχω έξω από την Κυρήνεια δύο υποβρύχια με 14 τορπίλες – πυραύλους έκαστον. Λογικά και μαθηματικά ΚΑΝΕΝΑ από τα 11 τούρκικα πλοία δεν μπορεί να ξεφύγει».
Ο αρχηγός Πολεμικής ΑεροπορίαςΠαπανικολάου είπε: «Έχω τα φάντομς τα οποία από την Κρήτη φτάνουν στην Κύπρο σε 9 λεπτά. Οι Τούρκοι δεν τα διαθέτουν και δεν μπορούν να μας αντιμετωπίσουν. Φυσιολογικά δεν γλιτώνει κανείς».
Ο αρχηγόςΣτρατού Ξηράς Γαλατσάνος είπε: «Έχω έτοιμο το Πυροβολικό στον Έβρο για βολές. Οι τούρκοι δεν μπορούν να περάσουν και η άμυνα είναι πλήρως εξασφαλισμένη».
Παίρνουν λοιπόν διαταγήκαι οι τρεις από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας που συσκέφθηκε μία μέρα μετά την εισβολή, να χτυπήσουν και να τελειώσει η ιστορία εκεί.
Αυτή η διαταγή αν και δενανακλήθηκε, δεν εκτελέστηκε ποτέ. Όλα αυτάτα αποκάλυψε ο δικηγόρος Γιώργος Αλφαντάκης με στοιχεία.
Στις 24 Ιουλίου άλλαξε η κυβέρνηση στην Αθήνα, με την πτώση της Χούντας και υποτίθεται ότι από κει και μετά θα άλλαζαν τα πάντα. Αυτό όμως που μπορούσαμε να πετύχουμε, να τους πετάξουμε στη θάλασσα, δεν το επέτρεψε η «εκεχειρία». Έρχεται τότε ο Καραμανλής και όλοι οι άλλοι, και λέει ότι «η Κύπρος κείται μακράν και δεν στέλνω ούτε πουλί».
Έρχεται δηλαδή ο Καραμανλής στις 24 Ιουλίου κι αντί να δώσει διαταγή στους αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων να χτυπήσουν τους Τούρκους και να τους αφανίσουν, αφήνει τους εχθρούς να αναπτυχθούν, να προωθήσουν τις δυνάμεις τους και στις 14 Αυγούστου, αφού έχουν κατεβάσει στην Κύπρο τη… μισή Τουρκία, να μετατρέψουν τα κατεχόμενα σημεία του 2% του Κυπριακού εδάφους σε ενιαίο χώρο που κατελάμβανε το 18%.
Αυτά τα ομολογεί και ο στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, διοικητής της 39ηςΜεραρχίας που έκανε την απόβαση στην Κύπρο, ο οποίος στο βιβλίο του ομολογεί ότι «τρέμαμε στις 22 Ιουλίου, αλλά ευτυχώς έγινε η εκεχειρία». Στις 21 Ιουλίου το βράδυ στο επιτελείο των τουρκικών δυνάμεων που είχαν κάνει την απόβαση στην Κύπρο, έκαιγαν έγγραφα γιατί το είχαν σίγουρο ότι θα τους πετάξουμε στη θάλασσα την επόμενη μέρα αφού, όπως ομολόγησε ο διοικητής της 2ηςστρατιάς στρατηγός Σουάτ Άκτουλγκα,δεν είχαν σχέδιο απεγκλωβισμού και απαγκίστρωσής τους από την Κύπρο. Ό,τι έγγραφο ή άλλο στοιχείο είχαν το κατέστρεφαν.
Έγινεόμως η εκεχειρία, κατά τη διάρκεια της οποίας ήρθαν κι άλλα πλοία από την Τουρκία που έφεραν τεράστιο αριθμό στρατού και μεραρχίες βαρέων αρμάτων μάχης, ο «Αττίλας» προχώρησε όσο μπόρεσε να κάμψει την απεγνωσμένη αντίσταση των γενναίων αλλά εξουθενωμένων πλέον και εγκαταλελειμμένων υπερασπιστών της Κύπρου κι’ έφθασε στο σημερινό 37%.
-Αν δεν γινόταν δηλαδή αυτή εκεχειρία οι Τούρκοι δεν είχαν καμίαελπίδα. Τι σχέδιο είχαν όμως τότε αφού αποβιβάζονταν; Νόμιζαν ότι θα πήγαιναν στην Κύπρο για τουρισμό;
-Ήταν προφανές ότι οι Τούρκοι ήταν σίγουροι ότι οι, συνεργοί τους στο έγκλημα, Άγγλοι είχαν δεμένη σφιχτά την Κύπρο απ’ όλες τις πλευρές, αλλιώς δεν θα άντεχαν το φιάσκο μιας αποτυχημένης απόβασης και δοκίμασαν μεγάλη έκπληξη όταν είδαν να αντιστεκόμαστε τόσο σθεναρά. Δεν περίμεναν να βρουν αντίσταση. Ήταν προετοιμασμένοι ότι η Κύπρος θα τους παραδοθεί αμαχητί. Γι’ αυτό και μέχρι τις 22 Ιουλίου θα μπορούσαμε υπό κανονικές συνθήκες να τους είχαμε κατατροπώσει, ακόμα και χωρίς την συνδρομή της Πολεμικής Αεροπορίας. Όμως τους έσωσε η εκεχειρία γιατί αλλιώς το σχέδιο τους δεν προχώραγε.
Στις 23 Ιουλίου ξεκίνησαν πάλι αυτοί και ανακουφίστηκε ο Ντεμιρέλ και οι άλλοι στρατηγοί τους. Στους τούρκους όταν αποβιβάστηκαν είχαν πει ότι απλώς θα καταλάβουν τα εδάφη. Τα τούρκικα συντάγματα 49ο, 50οκαι 61οήταν μεταξύ τους μπερδεμένα, προσπαθούσαν επί ώρες να βρουν άκρη και έφτασαν στο σημείο ο στρατηγός Οσμάν Φαζίλ Πολάτνα υπερίπταται στο Πεντεμίλι με ελικόπτερο και να προσπαθεί να τα ξεχωρίσει και να τα βάλει σε τάξη. Ο ίδιος ο στρατηγός Ντεμιρέλ τα γράφει αυτά και παραδέχτηκε μάλιστα ότι αν αποτύγχαναν, οι τουρκικές δυνάμεις θα γύριζαν πίσω και θα σχεδίαζαν να ξαναεπιτεθούν στην Κύπρο σε πενήντα, σε εκατό χρόνια… Για να εξασφαλιστεί λοιπόν το «καλό» αποτέλεσμα που επιδίωκαν οι Τούρκοι, βρισκόταν έξω από την Κερύνεια το ελικοπτεροφόρο “HERMES” του Βασιλικού Ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας, απ’ όπου απονειώνονταν τα ελικόπτερά τους!
Ήταν πολύ καλά σχεδιασμένο το έγκλημα, αλλά τότε δεν μπορούσαμε να το αντιληφθούμε. Στη συνέχεια βγήκαν στο φως πολλά πράγματα όπου μάθαμε ότι οι «δικοί μας» δεν ήταν όλοι δικοί μας. Είναι πια ξεκάθαρο ότι οι πολιτικοί που ανέλαβαν τις τύχες της Πατρίδας μας από τον Ιούλιο του 1974 και μετά, ή δεν ήθελαν ή υπάκουσαν σε διαταγές να μην χτυπήσουν. Αυτό το έγκλημα στοιχειώνει τις ζωές μας από τότε και μετά. Από εκεί ξεκίνησε η κατηφόρα του Ελληνισμού και οδηγηθήκαμε στη κατάντια που φτάσαμε σήμερα. Όλες οι κυβερνήσεις από τότε και μετά αλλοίωσαν τα πάντα, συγκάλυψαν αυτό το έγκλημα και φίμωσαν όλους εμάς για να μην πούμε όλες τις αλήθειες που συνέβησαν εκεί. Κλείδωσαν το φάκελο της Κύπρου και μαζί με αυτόν και τις ευθύνες τους. Μέχρι σήμερα αφήνουν ατιμώρητο αυτό το έγκλημα και τιμωρούν αυτούς που υπερασπίστηκαν τη Μεγαλόνησο.
-Αυτό που έκρυψαν δηλαδή τόσα χρόνια ήταν ότι το σας έδιναν εντολές να αφήνετε τους Τούρκους να προχωρούν ατουφέκιστοι κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας;
-Όχι μόνο αυτό. Ενώ μπορούσαν να εμποδίσουν την προέλαση των Τούρκων, να βάλουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση και να επανέλθει η νομιμότητα στο νησί με την επάνοδο του Μακαρίου, του εκλεγμένου Προέδρου της Δημοκρατίας, δεν το έκαναν. Άφησαν να ολοκληρωθεί το έγκλημα, να καταλάβουν οι Τούρκοι το 37% του εδάφους της Κύπρου, βοηθώντας τους με την ανοχή που έδειξαν κατά την προέλαση του «Αττίλα» κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας, από τις 23 Ιουλίου και μετά. Είχαμε μάχες, είχαμε νεκρούς τότε.
Εκείνες τις μέρες κανένας στην Ελλάδα δενγνώριζε και δεν καταλάβαινε τι πραγματικά συνέβαινε. Στην Κύπρο το ζούσαμε καθημερινά, αφού υπήρχαν 200.000 ξεριζωμένοι. Στην Ελλάδα όμως τότε, ποιος ακούστηκε να το λέει κάπου; Αυτό που παρουσιάστηκε ως γεγονός ήταν ότι «η Χούντα των Αθηνών έφερε τους Τούρκους στην Κύπρο με το προδοτικό της πραξικόπημα». Για να σχηματιστεί στο μυαλό των Ελλήνων η πεποίθηση: «η χούντα έφερε τους Τούρκους στην Κύπρο και από κει και πέρα ανεχόμαστε την κατάσταση ως τετελεσμένο» όπως και έγινε.
Αυτή η «αντίληψη» των πραγμάτων που έκτοτε επαναλαμβάνεται διαρκώς απόόλους τους «κρατούντες» και τα φερέφωνά τους ΜΜΕ, έχει επιβάλλει την παθητική στάση του υποταγμένου στο «μοιραίο» σημερινού νεοραγιά. Μια παθητική στάση υποταγής, που εξαπλώθηκε σαν μύκητας σε όλους τους τομείς και διαμόρφωσε τη σημερινή μίζερη και γεμάτη αδιέξοδα ζωή μας.
H αλήθεια είναι ότι σε όλη την Κύπρο και ειδικά στις τάξεις τουστρατού επικράτησε ενθουσιασμός όταν μάθαμε ότι έπεσε η χούντα, έγινε μεταπολίτευση, ήρθε ο Καραμανλής. Δεχτήκαμε τα νέα με μεγάλη ανακούφιση γιατί πιστέψαμε ότι εδώ τελειώνει, άρα θα πάνε τα πράγματα στη θέση τους, άρα θα φύγουν οι Τούρκοι και ούτω καθ’ εξής. Αλλά τίποτε από αυτά δεν συνέβη. Ήρθαν στη συνέχεια και φτιάξανε το φάντασμα που λέγεται φάκελος της Κύπρου, κρύβοντας τις ενοχές τους.Επαναλαμβάνω ότι δεν δίκασαν, δεν ανέκριναν, ούτε καν ρώτησαν τους υπεύθυνους, αυτούς που κατηγόρησαν ως προδότες οι ίδιοι οι ηγέτες της μεταπολίτευσης.
ΟΙωαννίδης μέχρι το τέλος της ζωής του έλεγε: «Με αποκαλούν προδότη. Γιατί δεν με δικάζουν; Διότι φοβούνται ότι θα βγουν στο φως οι δικές τους ευθύνες και οι δικές τους προδοσίες».
-Όταν επιστρέψατε στην Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση της θητείας σας, τικλίμα βρήκατε; Ποιά συμπεριφορά αντιμετωπίσατε εσείς και οι συμπολεμιστές σας από την Ελληνική κοινή γνώμη;
-Επέστρεψα στην Ελλάδα τον Μάιο του 1975, δηλαδή δέκα μήνες μετά τηνεισβολή και συνέχισα να υπηρετώ μέχρι τις 11 Νοεμβρίου 1975, οπότε επιτέλους, μετά από σχεδόν τρία χρόνιαατέλειωτης θητείας, απολύθηκα. Αντιμετωπίσαμε το εξής: Κανένας δεν έλεγε ότι έγινε πόλεμος! Γνώριζαν για «γεγονότα στην Κύπρο» και απλώς για την τουρκική εισβολή. Με την χρήση όμως μόνο του όρου «εισβολή» ο μέσος πολίτης δεν μπορούσε να καταλάβει την πραγματική διάσταση των πραγμάτων. Είχε σχηματίσει την εντύπωση ότι «μπήκανε οι Τούρκοι στην Κύπρο, οι δικοί μας έφυγαν, αυτό ήταν όλο, εντάξει δεν έγινε και τίποτα». Δεν μιλούσε κανείς για πόλεμο και αυτό ξεκινούσε από τους κυβερνώντες. Φοβόντουσαν και φοβούνται ακόμα να πουν τη λέξη «πόλεμος». Επειδή είχαν ευθύνες για αυτόν τον πόλεμο, διότι δεν τον σταμάτησαν ενώ όφειλαν και μπορούσαν να τον σταματήσουν.
Δεν είπαν ότι έγινε πόλεμος γιατί ο Μακάριος πήγε στον ΟΗΕ στις 19 Ιουλίου 1974και με την έκκληση που έκανε για επέμβαση των εγγυητριών δυνάμεων,νομιμοποίησε την εισβολή. Αυτό άλλωστε ισχυρίζονται έκτοτε και οι τούρκοι, ότι δεν έγινε πόλεμος και ότι δήθεν αυτοί απλώς «ανταποκρίθηκαν» στην έκκληση και έσπευσαν για αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξεως. Οι κυβερνώντες σε Ελλάδα και Κύπρο δεν μίλησαν ποτέ για πόλεμο και γι’ αυτό ακόμα και σήμερα δεν κάνουν λόγο για αιχμαλώτους πολέμου αλλά για «αγνοούμενους», ενώ κανονικά θα έπρεπε να τους λένε «αγνοημένους».
Υπάρχουν έγγραφα του 1995,μετά από 21 χρόνια, όπου το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας απαντάει επισήμως στον αείμνηστο Στρατηγό και ηρωικό πολεμιστή της Κύπρου Δημήτριο Μπίκο, ότι ουδέποτε στα χρόνια που παρήλθαν κηρύχτηκε επισήμως πόλεμος και γι’ αυτό ουδέποτε αναφέρθηκε κανείς σε πόλεμο. Δεν έγινε πόλεμος λοιπόν στην Κύπρο το 1974 κι ας υπήρχαν 200.000 ξεριζωμένοι και 6.000 νεκροί μόνο από την Ελληνική πλευρά! Όπως κι από την τουρκική πλευρά. Αυτοί πως σκοτώθηκαν; Σκοντάψανε σε καμιά πέτρα, έπεσαν και έσπασαν τα κεφάλια τους; Ή σκοτώθηκαν στο κυνήγι; Θέλω να πω ότι αλλοίωσαν την ιστορία. Σαν να μην έφτανε όμως αυτό, έριξαν σε εμάς τους στρατιώτες που ήμασταν στην Κύπρο εκείνη την εποχή, το ανάθεμα για το πραξικόπημα που προκάλεσε όσα συνέβησαν αργότερα. Σαν να οργανώσαμε εμείς οι ίδιοι το πραξικόπημα.
-Παρά τις εντολές όμως από την πολιτική ηγεσία πρώτα και έπειτα τηστρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος να μην χτυπήσουν τους Τούρκους όταν αυτοί προήλαυναν κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας, κάποιοι πολέμησαν προσπαθώντας να τους σταματήσουν…
-Ήταν πολλοί αυτοίπου ήταν πιστοί στο στρατιωτικό και πατριωτικό τους καθήκον και φυσικά αντιστάθηκαν πολεμώντας γενναία. Όμως η συνέχεια ποιά ήταν; Τόσο η πολιτική όσο και η στρατιωτική ηγεσία μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, έβγαλαν αποφάσεις με τις οποίες αλλοίωσαν κυριολεκτικά την ιστορία, αλλοίωσαν τα γεγονότα, με αποτέλεσμα να πετάξουν στα σκουπίδια τους ήρωες αξιωματικούς, αυτούς που έδωσαν την ψυχή τους για την πατρίδα, αποστρατεύοντας τους ως Συνταγματάρχες. Κάποιους άλλους όμως που απλά συνέπεσε να είναι σωματικά παρόντες στην Κύπρο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974, τους ανέβασαν σε ανώτατα αξιώματα. Αυτό επετεύχθη ως εξής. Τον Νοέμβριο του 1974 ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Διονύσιος Αρμπούζης, ο οποίος αντικατέστησε τον Μπονάνο από τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου και ο Αρχηγός Στρατού Ξηράς Ιωάννης Ντάβος εκδίδουν μία διαταγή, την οποία έχουμε στο αρχείο μας ως Σύλλογος «ΒΕΤΕΡΑΝΟΙ ΚΥΠΡΟΥ 1974», σύμφωνα με την οποία έπρεπε όλες οι εκθέσεις πολεμικής δράσης των Αξιωματικών, Ανθυπασπιστών και Μονίμων Υπαξιωματικών – οι οποίες συντάσσονται κατά τη διάρκεια του πολέμου, από αυτούς που ήταν παρόντες και έβλεπαν τι κάνει ή τι ΔΕΝ κάνει ο καθένας – να υποβληθούν στο Αρχηγείο και να συνταχθούν καινούριες!
Ποιοίόμως θα συνέτασσαν τις νέες εκθέσεις; Οι Αξιωματικοί που ήρθαν στην Κύπρο μετά τον πόλεμο; Μπορεί να ήταν πολύ καλοί Αξιωματικοί, αλλά όταν γινόταν ο πόλεμος στην Κύπρο, αυτοί ήταν στην Καλαμάτα, στην Πρέβεζα, στην Ξάνθη, σε νησιά… Που γνώριζαν τι έχει γίνει κατά τη διάρκεια του πολέμου; Έλεγε η διαταγή λοιπόν να υποβληθούν στο Αρχηγείο οι παλιές εκθέσεις και να συνταχθούν καινούριες, ενώ όσες από τις παλιές εκθέσεις είχαν καταχωρηθεί ήδη στα ατομικά έγγραφα των Αξιωματικών, να διαγραφούν βάσει της παρούσης διαταγής. Δηλαδή με μια διαταγή αλλοιώνουν την Ιστορία. Το μόνο για το οποίο νοιάζονταν όσοι έδωσαν τη διαταγή ήταν να κουκουλώσουν το έγκλημα το οποίο είχαν διαπράξει. Επειδή όμως οι μνήμες ήταν ακόμα νωπές κάποιοι Αξιωματικοί αποφάσισαν να απευθυνθούν στη Δικαιοσύνη. Τι γίνεται λοιπόν;
Τον Μάρτιο του 1975, με νωπά ακόμα τα σημάδια του πολέμου, του θανάτου και του ολέθρου, βγαίνουν δύο υπουργικές αποφάσεις. Η μία από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ και η άλλη από τον Υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Στεφανάκη, που επικυρώνονται από το υπουργικό συμβούλιο και από τη Βουλή και είναι νόμος του κράτους, οι οποίες λένε:
«Γιανα μην διαταραχθούν οι διεθνείς σχέσεις της χώρας, αναστέλλεται η ποινική δίωξη κατά απάντων των υπευθύνων της κυπριακής τραγωδίας»!Ο μεν Αβέρωφ το έκανε για τους στρατιωτικούς που ευθύνονταν, ο δε Στεφανάκης για τους πολιτικούς. Δηλαδή σε αυτούς δεν μπορεί να κάνει κάποιος μήνυση, δεν μπορεί να τους οδηγήσει στη Δικαιοσύνη και αυτό ισχύει ακόμα και σήμερα. Απότότε καμία κυβέρνηση και κανένα κόμμα δεν ζήτησε να αρθεί αυτή η απόφαση του αίσχους. Γι’ αυτό επιμένω ότι όλοι έχουν συγκαλύψει αυτό το έγκλημα.
-Από τότε όμως δεν έκανε κανένας καμία προσπάθεια για να χυθεί φωςστην υπόθεση της Κύπρου;
Εμείς ως σύλλογος «ΒΕΤΕΡΑΝΟΙ ΚΥΠΡΟΥ 1974» στις 11 Νοεμβρίου 2008 κάναμε προσφυγή στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Μεϊμαράκη, με κοινοποίηση στους Προέδρους της Δημοκρατίας της Ελλάδας και της Κύπρου Κάρολο Παπούλια και Δημήτρη Χριστόφια αντίστοιχα, στον Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Δημ. Σιούφα και σε όλους τους αρχηγούς κομμάτων, καθώς και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεώργιο Σανιδά. Ζητήσαμε να αρθεί αυτή η απόφαση για να μπορέσουμε όσο είμαστε ακόμα ζωντανοί και όσοι είναι ζωντανοί κάποιοι από τους υπεύθυνους να προσφύγουμε στη Δικαιοσύνη και να πούμε ότι ο τάδε δεν έκανε το καθήκον του. Αυτά θα τα λέγαμε εμείς που ήμασταν εκεί αυτόπτες μάρτυρες. Αν πηγαίναμε όμως στη Δικαιοσύνη, αυτός που θα κατηγορούσαμε θα αναγκαζόταν κατά την απολογία του να αμυνθεί και θα έλεγε «εγώ δεν έκανα αυτό που έπρεπε γιατί με διέταξε ο τάδε». Έτσι σιγά σιγά θα ξετυλιγόταν το κουβάρι των ενόχων, θα άνοιγε υποχρεωτικά ο φάκελος της Κύπρου και θα έβγαιναν στο φως τα στοιχεία και φυσικά όλη η αλήθεια.
Η απάντηση πουπήραμε από την κυβέρνηση μέσω του τότε Υφυπουργού Εθνικής Άμυνας Κωνσταντίνου Τασούλα ήταν η εξής:«Οι λόγοι που επέβαλαν αυτή την απόφαση συνεχίζουν να συντρέχουν ως σήμερα και ως εκ τούτου κρίνεται επάναγκες η συνέχιση της ισχύος της απόφασης αυτής». Σαράντα χρόνιαμετά ισχύει αυτή η απόφαση και δεν μπορούμε να πάμε στη Δικαιοσύνη. Να πως κλειδώθηκε ο φάκελος της Κύπρου. Η δικαιολογία περί «μη διατάραξης των διεθνών σχέσεων της χώρας» μόνο ως γελοία μπορεί να χαρακτηριστεί. Πρόκειται για υποτίμηση της νοημοσύνης μας.
Η αποδοχή απόμέρους μας, σαν λαού, της προσπάθειας που κάνουν σαράντα χρόνια να ευτελίσουν τη νοημοσύνη μας, μας οδήγησε στην αποδοχή των εγκλημάτων που συντελούνται σήμερα στη ζωή μας. Έτσι κατάντησε η Ελλάδα και ο Ελληνισμός όπως κατάντησε σήμερα. Μόνο ο Σύλλογός μας ζήτησε ανοικτά και έμπρακτα να αποκαλυφθεί η αλήθεια για την Κυπριακή τραγωδία και από τότε έχουμε μπει στο στόχαστρο των λασποβόλων όπλων που διαθέτει το σύστημα με ότι μέσο διαθέτουν και κυρίως αναφέρομαι στους δημοσιοκρύπτες και δημοσιοσβήστες. Διότι αυτοί, αν ήταν πραγματικοί δημοσιογράφοι και έπαιρναν αυτόπτες μάρτυρες και τους ρωτούσαν «πείτε μας τι συνέβη» για να καταγραφεί, δεν θα μπορούσε να σταθεί ένα τέτοιο σαθρό σύστημα που οδήγησε τη χώρα σταδιακά και μεθοδευμένα μέχρι εδώ που την οδήγησε.
-Πως κρίνετε τη στάση των Κυπριακών κυβερνήσεων όλα αυτά τα χρόνια; Πως σχολιάζετε σήμερα τη στάση του Τάσου Παπαδόπουλου στο «σχέδιο Ανάν»;
-Οι Κυπριακές κυβερνήσεις ήταν η μία χειρότερη από την άλλη. Η σθεναρή αντίσταση του Τάσου Παπαδόπουλου στο σχέδιο Ανάν ήταν η κορυφαία στιγμή που ακολουθεί τη μνήμη του και επισκιάζει οτιδήποτε άλλο. Κανένας άλλος δεν επέδειξε αυτό το θάρρος που είχε ο Τάσος Παπαδόπουλος εκείνη την κρίσιμη στιγμή. Το 76% του Κυπριακού λαού τον ακολούθησε ψηφίζοντας «ΟΧΙ», αλλά και πάλι βρέθηκε ένα σάπιο 24% να ψηφίσει «ΝΑΙ». Αν οι ηγέτες δείξουνδυναμικά το δρόμοστον αγώνα για την Ελευθερία,την Τιμήκαιτην Αξιοπρέπεια ο λαός ακολουθεί. Δεν υπάρχουν όμως ηγέτες να δείχνουν τους σωστούς δρόμους γι’ αυτό φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση.
-Πιστεύετε ότι η σημερινή κατάσταση με την οικονομική κρίση σε Ελλάδα και Κύπρο, καθώς και τα όσα γίνονται γύρω από την εκμετάλλευση του φυσικού τους πλούτου αποτελούν μέρος του σχεδίου που ξεκίνησε από το 1974;
-Βεβαίως! Ο στόχος ήταν να κατακτηθεί η Ελλάδα και σταδιακά να μείνει χωρίς τους «ενοχλητικούς» Έλληνες. Όχι μόνο ο πλούτος της Ελλάδας σε γη, αέρα και θάλασσα, αλλά και η γεωγραφική – γεωπολιτική – γεωστρατηγική θέση που έχει η Ελλάδα στον χάρτη. Το σχέδιο είναι παλιό. Άρχισε να εφαρμόζεται από το 1973-1974 και σήμερα ολοκληρώνεται. Ποιός προβάλει αντίσταση σε όλα αυτά τα πρωτοφανή που συμβαίνουν στις μέρες μας όταν καταλύονται τα πάντα; Δεν υπάρχει πια ανθρώπινο δικαίωμα σε ισχύ στην πατρίδα μας. Όλοι είναι έρμαια στις ορέξεις του κάθε αγύρτη.
-Εσείς προσωπικά και οι συναγωνιστές σας από τον Σύλλογο «ΒΕΤΕΡΑΝΟΙ ΚΥΠΡΟΥ 1974» διατηρείτε επαφές με την Κύπρο και με τον Κυπριακό Ελληνισμό;
-Διατηρούμε επαφές μεν, αλλά πλέον η έννοια του Κυπριακού Ελληνισμούείναι μόνο στην ταυτότητα και όχι κατ’ ουσίαν, όπως άλλωστε συμβαίνει και με το μεγαλύτερο τμήμα του Ελληνικού λαού στην μητροπολιτική Ελλάδα.
Γιατί έχοντας δεχτεί αυτήν την προπαγάνδα από το1974 μέχρι σήμερα ο Ελληνικός λαός έχει στην ουσία μεταλλαχθεί. Έχει εγκαταλείψει τις αρχές, τις αξίες και τις αρετές του και έχει επιδοθεί σε ένα κυνήγι ευμάρειας, εύκολου πλουτισμού και εφήμερου ευδαιμονισμού με κάθε τρόπο. Έχει ξεχάσει το από που έρχεται και τον προορισμό που έχει σαν λαός και έχει γίνει κυριολεκτικά έρμαιο των κάθε είδους σφετεριστών της Ελλάδας και του Ελληνισμού. Όλων αυτών που έχουν στόχο να αφανίσουν την Ελλάδα, να την αποχριστιανίσουν, να την αφελληνίσουν και να την αλώσουν μόνιμα και οριστικά, κάτι που δεν έχει γίνει από τότε που υπάρχει Ελληνισμός.
Ο τρόπος που το κάνουν οι εχθροί μας είναι μοναδικός. Δεν κάνουν πόλεμο με όπλα και πυρομαχικά, αλλά εκμαυλίζουν τις συνειδήσεις των Ελλήνων. Δεν μιλάνε στα παιδιά για τους Ήρωες του 1974, γιανα μην έχουνοι νέοι πρότυπα, να μην αποκτήσουν ατσαλωμένη ψυχή, να μην έχουν Ιδέες, Ιδανικά, Αγάπη για την Πατρίδα και Πίστη Στον Χριστό. Θέλουν να κάνουν τους Έλληνες να έχουν μόνο μία σκέψη και μία επιδίωξη, πως θα κερδίσουν περισσότερα χρήματα σε πολύ μικρό χρόνο και χωρίς προσπάθεια.
Αυτόόμως μεταλλάσσει τον άνθρωπο σε κερματοδέκτη και για να γίνεται εύκολα αποδεκτό σαν κάτι … φυσιολογικό, φθάσανε στο έσχατο σημείο αθλιότητος και κατάπτωσης να το παρουσιάζουν στα μικρά παιδιά μας μέσω των δήθεν αθώων παιγνιδιών που τους πλασάρουν. Είναι η πιο θλιβερή διαπίστωση που κάνω ως άνθρωπος σήμερα, μετά από σαράντα χρόνια με την πείρα όλων αυτών των ετών που έχουν μεσολαβήσει από τότε.
Ακόμα καιαυτοί που επιμένουν να έχουν διάθεση για αντίσταση σήμερα, περιορίζονται στο να κάνουν κάποια δήλωση ή να συμμετέχουν σε κάποια εκδήλωση για την Κύπρο, αστείου περιεχομένου θα έλεγα, αφού οι εκδηλώσεις αυτές δεν έχουν καμία σχέση με εκείνη τη φλόγα που είχαν στις καρδιές τους οι Έλληνες και ειδικά οι Κύπριοι το 1955, τότεπου ξεσηκώθηκαν να αποτινάξουν από πάνω τους την αγγλοκρατία και τιμώρησαν την Αγγλία. Τότε οι Έλληνες κρατούσαν τις αξίες που είχαν δημιουργήσει χιλιάδες χρόνια πριν οι πρόγονοί μας και τις οποίες έπρεπε να κρατήσουμε κι εμείς και όχι να τις πετάξουμε στη λάσπη.«Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα αλλά περί αρετής»ήταν η απάντηση του Ήρωα της ΕΟΚΑ Κυριάκου Μάτση στον Άγγλο Ύπατο Αρμοστή της Κύπρου σερ Τζον Χάρντινγκ. Αυτό δυστυχώς έσβησε. Όλα γίνονται πλέον για τα χρήματα και φυσικά δεν γίνεται κανένας αγώνας.Βέβαια η Αγγλία δεν ξέχασε τον εξευτελισμό που έπαθε το 1955 – 59 και να τι δημιούργησε στη συνέχεια. Διότι απεδείχθη πλέον από τα έγγραφα που αποδέσμευσε προσφάτως το Φόρεϊν Όφις, ότι αυτή η χώρα βρισκόταν καθαρά πίσω απ’ όλη αυτή τη δραματική για τον Ελληνισμό ιστορία το 1974.
-Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει για να αλλάξει αυτή η κατάσταση;Υπάρχει ελπίδα;
-Αυτό πλέον είναι μόνο στο Χέρι Του Θεού. Γιατί για να ταρακουνηθεί ένας ολόκληρος λαός δεν φτάνει η δύναμη ενός ανθρώπου, αρκεί όμως ένα απειροελάχιστο κομματάκι της δύναμης Του Θεού για να αναδείξει έναν ηγέτη φωτισμένο με πραγματικά πατριωτική συνείδηση και να ανατρέψει το κακό. Αλλιώς θα υποστούμε τις συνέπειες της ανοησίας και της απληστίας μας σαν λαός. Σταδιακά, όλα αυτά τα χρόνια, χάσαμε την αλληλεγγύη, χάσαμε την ανθρωπιά μας. Εκχωρήσαμε,γιατί εμείς τις δώσαμε καιούτε καν έναντι πινακίου φακής αλλά με αντάλλαγμα κάποια μπιχλιμπίδια, όλες εκείνες τις διαχρονικές αξίες που πρώτοι οι Έλληνες εμπνεύστηκαν, διατύπωσαν και διέδωσαν. Και σήμερα, αφού πλέον μας αφαίρεσαν τις αξίες οι οποίες χαρακτηρίζουν, συνθέτουν και συγκροτούν την έννοια του Ελληνισμού και έκαναν ατρόμητο και αδούλωτο τον Έλληνα, τώρα μας παίρνουν και τα μπιχλιμπίδια και μας λένε χλευαστικά: «αυτό σας αξίζει …» Γι’ αυτό λέω ότιδεν μας αξίζει καν ο τιμητικός τίτλος Έλληνες, αλλά εθελόδουλοι νεοραγιάδες.
- Κύριε Αργυρόπουλε να σας ευχαριστήσουμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μας παραχωρήσατε και όλα όσα σημαντικά μας είπατε. Ήταν μεγάλη μας τιμή…
- Σας ευχαριστώ και εγώ από την πλευρά μου, που μου δώσατε την ευκαιρία να μιλήσω για όλα όσα έγιναν πριν σαράντα χρόνια και τις συνέπειες τους σήμερα, με τη γλώσσα της αλήθειας.
 
Πηγή: http://www.analystsforchange.org/

Οι διεθνείς κρίσεις και η γεωπολιτική/διπλωματική έκλειψη της Ελλάδας - του Θόδωρου Μπατρακούλη



Οι διεθνείς κρίσεις και η γεωπολιτική/διπλωματική έκλειψη της Ελλάδας 
του Θόδωρου Μπατρακούλη
*
         Καθώς «μυρίζουν» εκλογές σε πολύ σύντομο διάστημα,  βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη δύο πολύ σοβαρές διεθνείς κρίσεις. Αφενός αυτή του φονικού πολέμου στην Ανατολική Ουκρανίας και της ιδιαίτερα επικίνδυνης διελκυστίνδας των ΗΠΑ-δυτικών δυνάμεων με τη Ρωσία, που μαίνεται τους τελευταίους μήνες. Στο ζήτημα της Ουκρανίας, οι ΗΠΑ και οι άλλες δυτικές δυνάμεις έχουν πολλαπλούς στόχους. Επιγραμματικά: Επιδίωξαν την διάρρηξη της σχέσης της σημαντικής γεωπολιτικά αυτής χώρας με τη Ρωσία, και παράλληλα την εξασθένηση των σχέσεων της τελευταίας με την ΕΕ. Επιπλέον, προωθείται μια πολιτική που πλήττει τον ίδιο τον πυρήνα της οικονομικής ισχύος της Ρωσίας, που έχει στο επίκεντρο την εξαγωγική βιομηχανία των υδρογονανθράκων της. Αφετέρου η πολλαπλή κρίση στην Εγγύς και Μέση Ανατολή: Στους πολέμους στη Συρία και στο Ιράκ, ήρθε να προστεθεί η πολεμική ανάφλεξη και το λουτρό αίματος κατά των Παλαιστινίων στη Γάζα.... Από πρώτη άποψη μπορεί να θεωρηθεί ότι οι κρίσεις αυτές είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους, αλλά αυτό μπορεί να αμφισβητηθεί. Τους τελευταίους μήνες δημιουργείται ένα «ημικύκλιο» γεωπολιτικών μεταβολών. Εξάλλου, και οι δύο αυτές κρίσεις υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να επιδεινωθούν. Ενδεικτική τέτοια πρόσφατη εξέλιξη συνιστούσε δήλωση του Αμπάς ελ-σεΐκ Μοχαμαντάουι, Γενικού Γραμματέα του συνασπισμού των «Άξιων Υιών του Ιράκ» και της «Χεζμπολάχ του Ιράκ”. Περιλάμβανε απειλή επικείμενης επίθεσης εναντίον της Σαουδικής Αραβίας και ζητούσε από την κυβέρνηση του αλ Μαλίκι να κλείσουν άμεσα τις πρεσβείες των ΗΠΑ και της Τουρκίας.
         Στην εξέλιξή τους αυτές οι διεθνείς κρίσεις θα έχουν σοβαρές συνέπειες και για την Ελλάδα. Οι πολεμικές συγκρούσεις και οι πιθανές αλλαγές συνόρων, ιδιαίτερα σε σχέση με το κουρδικό ζήτημα, δεν θα μπορούσαν να μην επηρεάσουν και τον ελληνικό χώρο, την Ελλάδα (Αιγαίο, Θράκη) και την Κύπρο. Τα όποια υπολείμματα ή «φύλλα συκής» της εθνικής κυριαρχίας έμελλαν να εξαφανιστούν, ενώ μπορεί να απειληθεί άμεσα η εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδος.Στην Ελλάδα δεν ήταν αναγκαία τα προερχόμενα από την Ευρώπη και τα εγγύς γεωπολιτικά υποσυστήματα μηνύματα για να αναδειχτεί η αναγκαιότητα μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής. Ο ελληνικός χώρος, εξεταζόμενος από γεωστρατηγική άποψη, παρουσιάζει διαχρονικά σπουδαία πλεονεκτήματα: αποτελεί σημείο συνάντησης τριών ηπείρων, ενώνει δύο θάλασσες ζωτικών συμφερόντων (Eύξεινο Πόντο και Μεσόγειο), αλλά παράλληλα ενώνει δύο ωκεανούς, τον Ατλαντικό και τον Ινδικό (μέσω της Μεσογείου, με τα στενά του Γιβραλτάρ και μέσω της διώρυγας του Σουέζ). Η Ελλάδα χρειαζόταν εδώ και αρκετά χρόνια μια καλά σχεδιασμένη, ιστορικά τεκμηριωμένη και ιεραρχημένη ελληνική/ευρωπαïκή εξωτερική πολιτική. Μια τέτοια πολιτική πρέπει να εκφράζεται με εξειδικευμένο τρόπο στα Βαλκάνια καθώς και στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Από τα τέλη του 2008, με την ανάγκη αυτή συναντώνταν οι επιταγές της αντιμετώπισης μιας εξαιρετικά σύνθετης οικονομικής κρίσης. Εμφανίστηκε κάποια στιγμή η «ενεργειακή έκρηξη» στην Αν. Μεσόγειο, με τους υδρογονάνθρακες στην κυπριακή ΑΟΖ και στο Ισραήλ και πιθανότατα με τα κοιτάσματα νότια και ανατολικά της Κρήτης. Και με τις εξελίξεις των τελευταίων ετών σε διάφορα μέτωπα, είναι προφανές ότι τα πολλά προβλήματα προκαλούν αμηχανία στην Αθήνα. Και είναι ιδιαίτερα αμφίβολο αν η εν υπνώσει γεωπολιτική αντίληψη και η ελλαδική οικονομική και ενεργειακή διπλωματία θα μπορέσουν να ξυπνήσουν.
Βενιζέλος - πέραν της υποστήριξής του στους ναζιστές του Κιέβου; Toυρκία - στην οποία Κούρδοι και Αλεβίτες μέλλουν να παίξουν σπουδαίο ρόλο υπό το πρίσμα των εξελίξεων στη Μεσοποταμία και τη Συρία -, χρησιμοποίησε έντονα προκλητική και επιθετική γλώσσα στη Δήλωση που κατέθεσε στο πλαίσιο της 5ης συνεδρίασης του Συμβουλίου Σύνδεσης Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - Τουρκίας. Πρόβαλλε τις διεκδικήσεις της σε βάρος τόσο της Κύπρου όσο και της Ελλάδας, ζητώντας τη στήριξη και την υιοθέτηση των απόψεων της από την Ε.Ε. Η Άγκυρα, με το έγγραφο που είχε παραδοθεί στον ίδιο τον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας ζητάει από την Ελλάδα να παραιτηθεί επισήμως από το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, καλεί την Ε.Ε. να αναγνωρίσει την «τουρκική» μειονότητα στη Δυτική Θράκη και καταγγέλλει ως «μονομερείς» τις ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της. Στο ίδιο έγγραφο η Άγκυρα χαρακτηρίζει ως «νεκρή/εκλιπούσα» την Κυπριακή Δημοκρατία. Το εν λόγω έγγραφο αποτέλεσε θρυαλλίδα έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ του κ. Βενιζέλου και της ευρωβουλευτή της Κύπρου Ελένης Θεοχάρους. Η αντιπαράθεση είχε ως αποτέλεσμα την ανταλλαγή βαρύτατων εκφράσεων, και την επίδοση ρηματικής διακοίνωσης από την Αθήνα εναντίον της Κύπρου.
Το πιο ασταθές τμήμα της παγκόσμιας οικονομίας είναι, κατά κοινή ομολογία, η νότια Ευρώπη, με όλη την οικονομική, πολιτισμική, γεωπολιτική ποικιλότητά της. Στα μέσα Ιουλίου 2014 oι ηγέτες των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, με την ευκαιρία μιας συνάντησής τους, προσκλήθηκαν σε μια διάσκεψη υψηλού προφίλ στη Γερμανία με σκοπό «την υποστήριξη των προοπτικών ένταξής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ κάλεσε τους εκπροσώπους των χωρών σε συνέδριο στις 28 Αυγούστου στο Βερολίνο καθώς η Γερμανία έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στις διαδικασίες που αφορούν τις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. H καγκελάριος της ηγεμονεύουσας στην ΕΕ και επικυρίαρχης και στη χώρα μας Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ παραδέχθηκε ότι εμπλέκεται στις μυστικές συνομιλίες για το όνομα, μεταξύ των Σκοπίων και της Ελλάδας, σύμφωνα με το βουλγαρικό Φόκους, που επικαλείται δημοσίευμα της σκοπιανής «Βέστ».
         Σαράντα χρόνια μετά την τραγωδία του 1974, επιβάλλεται επιτέλους να ανοίξει ο φάκελος της Κύπρου και να δοθούν στη δημοσιότητα τα αρχεία της ελληνικής Βουλής, όπως έχει ζητήσει και η Βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εκτός των άλλων, χρειάζεται ευρύτατη συσπείρωση και κινητοποίηση δυνάμεων που θέλουν να υπερασπιστούν τον δίκαιο αγώνα του κυπριακού λαού. Ωστε να γίνει γνωστό το περιεχόμενο της «Διακήρυξης Αναστασιάδη-Ερογλου» της 11ης Φεβρουαρίου 2014 και της «επίλυσης» του Κυπριακού που μεθοδεύεται.  Επιβάλλεται η πλήρης ενημέρωση και η κινητοποίηση σε Κύπρο και Ελλάδα. Πόσο μάλλον που εμφανίστηκε πρόσφατα η πρωτοβουλία των υπογραφόντων την Διακήρυξη της πρωτοβουλιας για το «έτος Κύπρου». Με ένα «προσεκτικό κείμενο», στηρίζουν ουσιαστικά το από του Φεβρουαρίου 2014 έγγραφο Αναστασιάδη-Έρογλου, που ουσιαστικά οδηγεί σε λύση χειρότερη εκείνης του άθλιου σχεδίου Ανάν.         
Θόδωρος Μπατρακούλης
theobatrak@gmail.com
theodorosbatrakoulis.blogspot.com

* δημοσιεύεται στην εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς, φύλλο της 26ης Ιουλίου 2014

Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

Η κυπριακή τραγωδία του 1974 και η γεωπολιτική της διάσταση



Η κυπριακή τραγωδία του 1974 και η γεωπολιτική της διάσταση
Του Θεοδώρου Σ. Μπατρακούλη *

         Αναφορές στη μεσανατολική διάσταση της κυπριακής τραγωδίας υπάρχουν σε κάποια δημοσιεύματα και βιβλία. Ανάμεσα σε άλλους παράγοντες έχει επισημανθεί ιδιαίτερα η «ισραηλινή διασύνδεση»[1]. Σε ορισμένες πτυχές αυτής της υπόθεσης αναφέρεται το βιβλίο του William Mallinson Cyprus: A Modern History[2]. Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη ασφάλεια του Ισραήλ ανατρέχει στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Η Σοβιετική Ένωση εξόπλιζε τους εχθρούς του Ισραήλ. Η Μόσχα πιθανολογείται ότι είχε αρχίσει να διαβλέπει διασύνδεση μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ στην προβληματική του αμερικανικού Πενταγώνου, ιδιαίτερα αφότου υπογράφηκε μυστική στρατιωτική συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ το 1958[3]. Ο αδέσμευτος Ντομ Μίντοφ (Dom Mintoff) στη Μάλτα έδιωχνε τις βρετανικές βάσεις από το νησί στις 31 Μαρτίου 1979. Αυτές τις πτυχές της ευρύτερης γεωπολιτικής διάστασης του κυπριακού προβλήματος τις επισημαίνει ο Μάλινσον. Hδη ένα κείμενο του Χένρυ Κίσινγκερ, το 1957, έδινε μια πρόγευση γι’αυτά που επρόκειτο να συμβούν, ιδίως όσον αφορά την Κύπρο: «Aλλά για το άμεσο μέλλον πρέπει να είμαστε σε θέση να υπολογίζουμε στην Οκινάουα ή ίσως στις Φιλιππίνες ως προκεχωρημένες βάσεις για την Απω Ανατολή, στην Κύπρο ή στη Λιβύη ως προκεχωρημένες βάσεις για τη Μέση Ανατολή και στη Μεγάλη Βρετανία ως προκεχωρημένη βάση για την Ευρώπη…»[4].
        Τον Ιανουάριο του 1973 η στρατιωτική χούντα της Αθήνας υπέγραφε μια πενταετή συμφωνία για παροχή λιμενικών διευκολύνσεων στον 6ο Αμερικανικό Στόλο. Η χούντα παρείχε τότε διαβεβαιώσεις για την παραδοσιακή φιλία με τις ΗΠΑ, μολονότι δεν προχωρούσε σε διεθνή αναγνώριση του Ισραήλ. Και προσθέτει ο Μάλινσον: «Η Κύπρος, είχε αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ΗΠΑ, λόγω της σημασίας που έπαιζε στην άμυνα του Ισραήλ, ενώ το ίδιο ενδιαφέρον  παρουσίαζε και η τουρκο-ισραηλινή στρατιωτική συνεργασία. Ο Κίσινγκερ είχε ξεκινήσει την προσπάθεια για την απομάκρυνση του Μακαρίου και την εγκατάσταση στην Λευκωσία μιας φιλικής στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ κυβέρνησης. Είτε μια φιλική προς τις ΗΠΑ κυβέρνηση των Αθηνών θα πετύχαινε την ένωση με την Κύπρο, είτε μια τουρκική εισβολή στην Κύπρο θα απέφερε αρκετά εδάφη ώστε να εξασφαλισθούν οι εγκαταστάσεις που απαιτούνταν για την προστασία του Ισραήλ. Όλα αυτά βρίσκονταν σε απόλυτη συμφωνία με την ταυτισμένη με τα ισραηλινά συμφέροντα και τις τουρκικές βλέψεις, στρατηγική του Κίσινγκερ, που συνίστατο στη χρησιμοποίηση της Κύπρου ως «προκεχωρημένης βάσης για τη Μέση Ανατολή». Η κατάσταση είναι ταυτόσημη σήμερα. Ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης συμφωνεί ότι «οι ΗΠΑ επιθυμούν η Κύπρος να παίξει ρόλο στην ισραηλινή άμυνα»[5]. Ο δημοσιογράφος Ηλίας Δημητρακόπουλος επίσης υποστηρίζει πως «η Κύπρος είναι σημαντική για την άμυνα του Ισραήλ»[6].
         O πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ αποτέλεσε κομβικό σημείο των εξελίξεων. Στις 6 Οκτωβρίου 1973, οι Αραβες γείτονες του Ισραήλ επιχείρησαν να ανακτήσουν χαμένα εδάφη και γόητρο. Οι αιγυπτιακές δυνάμεις επιχείρησαν να ανακαταλάβουν τη χερσόνησο του Σινά. Είναι η αρχή του λεγομένου πολέμου του Γιόμ Κιπούρ ή του Ραμαζανίου (6-26 Οκτωβρίου 1973). Ο πόλεμος αυτός κατέληξε σε νέα νίκη του Ισραήλ, η οποία είχε σημαντικές συνέπειες[7]. Στις 22 Οκτωβρίου 1973, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθέτησε την απόφαση 338, η οποία καλούσε σε κατάπαυση του πυρός και επαναλάμβανε τους όρους της Απόφασης 242. Οι ΗΠΑ είχαν ζητήσει από την κυβέρνηση του Σπύρου Μαρκεζίνη (ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος είχε μεταπηδήσει στη θέση του «προέδρου της Δημοκρατίας») την άδεια να χρησιμοποιήσουν το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας για τον στρατιωτικό ανεφοδιασμό του Ισραήλ. Η άρνηση που δέχτηκαν ήταν ευγενική: η κυβέρνηση των Αθηνών δήλωσε ότι η χρησιμοποίηση αυτή «δεν ήταν συμβατή με τους σκοπούς του ΝΑΤΟ». Παρόλο που κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες είχαν αρνηθεί τότε διευκολύνσεις στον ανεφοδιασμό του Ισραήλ με πολεμικό υλικό, η εγγύτητα της Ελλάδας με το Ισραήλ ήταν σημαντική, ιδιαίτερα μετά την άρνηση του τότε πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας Έντουαρντ Χηθ να επιτρέψει την χρησιμοποίηση των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο. Η άρνηση ήταν μια δυσάρεστη έκπληξη για τον Κίσινγκερ. Και τον μεν Χηθ δεν ήταν εύκολο να τον ανατρέψουν οι Αμερικανοί. Δεν ίσχυε το ίδιο για τον Παπαδόπουλο. Ηταν έτοιμος ο διάδοχός του. Με το πραξικόπημα του Νοεμβρίου 1973 ο ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης θα γινόταν ο παρασκηνιακός ηγέτης μιας νέας στρατιωτικής χούντας, ενώ πρωθυπουργός θα αναλάμβανε ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, με θητεία στις ΗΠΑ.
         Η αντιπαράθεση Αθηνών-Λευκωσίας κλιμακώθηκε μετά την ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από τη δεύτερη χούντα και κορυφώθηκε με το πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974. Στις 15 Ιουλίου, οι δυνάμεις της ελληνοκυπριακής εθνοφρουράς, διοικούμενες από αξιωματικούς που υπάκουαν σε εντολές του δικτατορικού καθεστώτος ανέτρεψαν με πραξικόπημα το Μακάριο. Ο αρχηγός της δεύτερης χούντας (1973-74) ταξίαρχος Δ. Ιωαννίδης επέλεξε να προωθήσει την Ενωση, με αυτό τον αντίθετο στο κυπριακό Σύνταγμα και στο Διεθνές Δίκαιο, βίαιο, εξαναγκαστικό τρόπο. Ο επικεφαλής του δικτατορικού καθεστώτος εκτιμούσε ακόμα ότι, επιδιώκοντας την πολιτική και βιολογική εξόντωση του Μακαρίου, προσέφερε υπηρεσία στην Ουάσιγκτον, ενώ, ταυτοχρόνως, ο ίδιος απαλλασσόταν από έναν πολιτικό, ο οποίος, όπως πίστευε, υπονόμευε την εξουσία της «εθνικής εστίας».[8] Στην προεδρία της Δημοκρατίας τοποθετήθηκε ο Νικόλαος Σαμψών, γνωστός για τη δράση του από τις τάξεις της «ΕΟΚΑ Β΄» υπέρ της Ενωσης. Με αυτόν τον τρόπο κατεδαφίστηκε η υπάρχουσα τότε στο νησί συνταγματική τάξη. Το πραξικόπημα που καθοδηγείτο από το υπό την ηγεσία του Δημητρίου Ιωαννίδη δικτατορικό καθεστώς προσέφερε στην Τουρκία ένα αληθινό «πράσινο φως» (σύμφωνα με την έκφραση του Μπουλέντ Eτσεβίτ) για να επέμβει στο νησί με στρατιωτικά μέσα (εισβολή). Ταυτοχρόνως, το πραξικόπημα αποτέλεσε μια χωρίς προηγούμενο ευκαιρία για να τεθεί σε εφαρμογή η πρώτη φάση του διαμελισμού της Κύπρου.
         Η απόφαση της ένοπλης τουρκικής επέμβασης λήφθηκε αμέσως, λίγες ώρες μετά το πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, σε μια ad hoc συνεδρίαση του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (Milli Güvenlik Kurulu, MGK, 15 Ιουλίου 1974)[9]. Κατά την ομιλία του ενώπιον αυτής της έκτακτης συνεδρίασης του MGK, ο Ντενίζ Μπαïκάλ (Deniz Baykal) - τότε υπουργός Οικονομικών - επικαλέστηκε το σύνολο των ελληνοτουρκικών σχέσεων της συγκεκριμένης περιόδου για να επιχειρηματολογήσει υπέρ του ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση είχε ρεαλιστικό χαρακτήρα: «Δεν πρέπει να μας συγκρατήσουν σκέψεις για το αν έλαβε χώρα πραξικόπημα ή όχι, ούτε για το αν ανατράπηκε ή όχι ο Μακάριος. Σύμφωνα με την αναμενόμενη πορεία των πραγμάτων, μέσα σε ένα προβλεπτό σύντομο χρονικό διάστημα, στην Κύπρο θα γίνουν εκλογές και η νέα ελληνοκυπριακή Βουλή θα κηρύξει την Ενωση με την Ελλάδα. Βεβαίως, οι τουρκικές περιοχές, δηλαδή οι θύλακοι, θα εξαιρεθούν (από την Ενωση, σημ. του γράφοντος Θ. Μ.). Αλλά, αυτό που ενδιαφέρει κυρίως είναι ότι η Ελλάδα επισήμως θα μας περικυκλώσει από το Νότο, ότι θα είναι σε θέση να ελέγξει την Κεντρική και Ανατολική Μικρά Ασία, και να κυριαρχήσει στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό είναι το επίμαχο σημείο. Διότι, το καυτό ζήτημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι το Αιγαίο Πέλαγος. Το ζήτημα αφορά την υφαλοκρηπίδα. Το πρόβλημα προέκυψε όταν η Ελλάδα ανακάλυψε πετρελαïκά κοιτάσματα σ’αυτή την περιοχή. Τα γεγονότα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απώλεια των τουρκικών δικαιωμάτων στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα. Αυτή είναι η αιτία, η οποία επιβάλλει την υιοθέτηση μιας πραγματιστικής πολιτικής, δηλαδή ενός ριζοσπαστικού χειρισμού των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Τότε, έχοντας επιλέξει μια εξαιρετικά ενεργητική τακτική, είχαμε προβλέψει όλα τα ενδεχόμενα και εξετάσει όλες τις στρατιωτικές δυνατότητες»[10]. Με αφορμή την φράση του Baykal, ο οποίος μνημόνευε την εξαίρεση των τ/κ θυλάκων από την επιδιωκόμενη Ενωση με την Ελλάδα, ο Nεοκλής Σαρρής επισημαίνει ότι αυτή αποκαλύπτει ότι η διευθέτηση στην οποία αποσκοπούσε το δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών επιχειρώντας το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου ήταν η διχοτόμηση του νησιού.[11][6]
         Η διεθνής συγκυρία ήταν την συγκεκριμένη χρονική στιγμή περισσότερο από ποτέ ίσως ευνοϊκή για την τουρκική πολιτική[12][7]. Λαμβάνοντας υπ’όψιν σειρά κρυπτογραφημένων τηλεγραφημάτων, τα οποία έφθασαν την επαύριον του πραξικοπήματος στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών, μπορούσε να θεωρείται βέβαιο ότι η διεθνής διπλωματία σχεδόν στο σύνολό της θεωρούσε ως υπαίτιο  τη στρατιωτική χούντα των Αθηνών. Σε ό,τι αφορά την αντίδραση του State Department, αυτή φανέρωνε μια στάση «αναμονής και παρατήρησης». Ο Χένρυ Κίσινγκερ (Henry Kissinger), επί κεφαλής της διπλωματίας των ΗΠΑ, θα ακολουθούσε μια τέτοια τακτική κατά την διάρκεια των εξελίξεων που ακολούθησαν[13]. Αυτή τη φορά, η  Aγκυρα επικαλέστηκε το δικαίωμά της να επέμβει - στηριζόμενη, τουλάχιστον τυπικά, στα κείμενα των Συμφωνιών του 1960 - και αποφάσισε να ενεργήσει αποφασιστικά στο νησί, το οποίο φαινόταν ότι αποτελούσε μια εύκολη λεία. Αμέσως, ο πρωθυπουργός Μπουλέντ Eτσεβίτ (Bülent Ecevit) ταξίδεψε στο Λονδίνο, όπου συμμετέσχε σε «τυπικές διαβουλεύσεις» με τον τότε πρωθυπουργό Ουίλσον (Harold Wilson) και τον υπουργό Εξωτερικών (και Κοινοπολιτείας) Κάλλαχαν (James Callaghan). Σύμφωνα με τα πρακτικά των συνομιλιών της 17ης Ιουλίου 1974 μεταξύ των βρετανών ηγετών και του M. Eτσεβίτ, ο τελευταίος ζήτησε χωρίς περιστροφές από την βρετανική κυβέρνηση συνεργασία ώστε να πραγματοποιηθεί εισβολή στην Κύπρο διά μέσου των βρετανικών βάσεων, επί των οποίων το Λονδίνο ασκούσε πλήρη κυριαρχία[14].
         Στο Λονδίνο έφθασαν επίσης ο ανατραπείς Πρόεδρος Μακάριος και ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζωρτζ Σίσκο. Στις 18 Ιουλίου συναντήθηκαν όλοι οι υψηλοί επισκέπτες με τους Ουίλσon και Κάλλαχαν. Όταν ολοκληρώθηκαν αυτές οι συνομιλίες, ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε σχηματίσει τη γνώμη ότι, αν και οι Βρετανοί αρνήθηκαν να ενεργήσουν από κοινού, με την προσφορά στα τουρκικά στρατεύματα της χρήσης των βάσεών τους στο νησί, τα εμπόδια σε μια τουρκική ένοπλη επέμβαση δεν ήταν ανυπέρβλητα. Ο Μπουλέντ Eτσεβίτ συνάντησε επιφυλακτική στάση του Σίσκο για τις προθέσεις της Αγκυρας. Ωστόσο, σύμφωνα με τις δηλώσεις ενός Αμερικανού διπλωμάτη - που έγιναν στον Τούρκο δημοσιογράφο M. Aλή Μπιράντ -, ο Eτσεβίτ έδειξε τέτοια «αποφασιστικότητα ώστε οδήγησε την ηγεσία του Στέητ Ντηπάρτμεντ σε μια διαφοροποίηση της γραμμής, την οποία είχε αποφασίσει να ακολουθήσει στην Κύπρο»[15]. Ο Eτσεβίτ αντιλήφθηκε ότι η αντίθεση του εκπροσώπου των ΗΠΑ δεν είχε καμμιά μορφή απειλής (η λέξη υπογραμμιζόταν από τον M. Ali Birand) χρήσης βίας εναντίον της τουρκικής επέμβασης από την πλευρά της υπερδύναμης. Από εκείνη τη στιγμή, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας συνειδητοποίησε ότι είχε τα χέρια ελεύθερα[16]. Mάλιστα, η τουρκική αεροπορία χρησιμοποίησε για τις αποβατικές επιχειρήσεις της την αμερικανική στρατιωτική βάση του Ιντσιρλίκ.
         Στις 19 Ιουλίου 1974 ο Mακάριος σε ομιλία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ανέφερε ότι το πραξικόπημα οργανώθηκε από το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών. Ο αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στον ΟΗΕ πρέσβης Σκάλι (Scali) δήλωσε ότι η εξιχνίαση αυτού του ζητήματος εκκρεμούσε ακόμα, και προειδοποίησε για δημιουργία κενού εξουσίας στην Κύπρο σε περίπτωση διαρκούς απομάκρυνσης των Ελλαδιτών αξιωματικών από το νησί. Το Συμβούλιο Ασφαλείας ανέβαλε τότε τη συνεδρίαση χωρίς να λάβει απόφαση. Την ίδια μέρα ο τουρκικός στόλος απέπλευσε από τη Μερσίνα (Mersin), ενώ ο Σίσκο ταξίδευε από το Λονδίνο προς την Αθήνα και την Aγκυρα. Η τουρκική στρατιωτική απόβαση στη Μεγαλόνησο άρχισε το πρωί του Σαββάτου, 20 Ιουλίου 1974, υπό την κωδικοποιημένη ονομασία «Aττίλας».[17] Η επιχείρηση ονομάστηκε από την τουρκική κυβερνητική προπαγάνδα «barιs harekâti», δηλ. «ειρηνευτική επιχείρηση». «Ο Θεός να δικαιώσει αυτή την επιχείρηση που πραγματοποιείται για το καλό του έθνους μας, των Κυπρίων στο σύνολό τους και της ανθρωπότητας. Πιστεύουμε ότι, ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο, προσφέρουμε υπηρεσίες στην ανθρωπότητα και στην ειρήνη», δήλωνε νωρίς το ίδιο πρωί, μιλώντας από το εθνικό ραδιοφωνικό δίκτυο της Τουρκίας,[18] ο Μπουλέντ Eτσεβίτ, ηγέτης του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (ΛΡΚ, CHP) ενός κόμματος, που εθεωρείτο ως θεματοφύλακας της εκκοσμίκευσης στην Τουρκία. Από την πλευρά του, ο Νετζμεντίν Ερμπακάν - τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης - έχει δηλώσει, κατ’επανάληψιν ότι είναι υπερήφανος για το γεγονός ότι «η απελευθέρωση των αδελφών Τούρκων Κυπρίων είναι ένα από τα έργα του». Κατά την πρώτη αυτή στρατιωτική επιχείρηση του Ιουλίου η Τουρκία κατέλαβε περίπου το 4% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κατά τη νέα επίθεση στις 14-16 Αυγούστου 1974, τα τουρκικά στρατεύματα κατέλαβαν πολύ μεγαλύτερη έκταση, ένα περίπου 33% του κυπριακού εδάφους.
         Το 1974 η Tουρκία ισχυρίστηκε ότι εισέβαλε στην Κύπρο για να προστατεύσει την τουρκοκυπριακή μειονότητα και έκτοτε εξακολουθεί να προβάλει αυτό το επιχείρημα για να δικαιολογήσει την συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το αν, την στιγμή της εισβολής, οι ίδιοι οι τ/κ είχαν ισχυριστεί ότι βρίσκονταν σε κίνδυνο και ζήτησαν προστασία από την Τουρκία παρέμενε πολλά χρόνια αργότερα δύσκολο να αποδειχτεί. Χαρακτηριστικό είναι σχετικό με τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1974 δημοσίευμα της αγγλόφωνης κυπριακής εφημερίδας Cyprus Mail: «Επί πλέον, στις περιοχές της Κύπρου που κατέλαβαν τα τουρκικά στρατεύματα, υπήρχε μικρός σχετικά αριθμός των υποψηφίων να προστατευθούν Τουρκοκυπρίων. Απεναντίας, η Τουρκία προχώρησε σε εθνική εκκαθάριση της ζώνης που κατέλαβε από τους Ελληνοκυπρίους κατοίκους της. Αυτό αποτελούσε έναν από πολύ καιρό διακηρυγμένο τουρκικό στόχο, ο οποίος είχε σχεδιαστεί από την δεκαετία του 1950 και έγινε απόπειρα να τεθεί σε εφαρμογή το 1964, παρά το ότι η Τουρκία είχε παραιτηθεί όλων των αξιώσεών της επί της Κύπρου στην Συνθήκη της Λωζάννης το 1923. Η πράσινη γραμμή που χωρίζει την Κύπρο στα δύο αντιστοιχεί ακριβώς στη «γραμμή του Αττίλα», που βρέθηκε στους χάρτες της τουρκικής εισβολής και οι οποίοι χρονολογούνται από την δεκαετία του 1950… Οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν σε ενδεχόμενη επέμβαση της Μεγάλης Bρετανίας κατά τον χρόνο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, ώστε να προστατεύσει τις κατασκοπευτικές βάσεις της στη Βόρεια Κύπρο, αποκάλυψε ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός λόρδος James Callaghan (το καλοκαίρι του 1974 ήταν υπουργός των Εξωτερικών) σε συνέντευξή του σε βρετανική εφημερίδα. Ηταν η πρώτη φορά που έχει ποτέ επιβεβαιωθεί η χρήση από τις ΗΠΑ των κατασκοπευτικών βάσεων στην Κύπρο και το ζήτημα εγέρθηκε και στη βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων. Στη συνέντευξη, που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη μέρα (12 Νοεμβρίου 1999) στο Times Higher Education Supplement, ο James Callaghan επιβεβαίωνε ότι η Μεγάλη Βρετανία έφθασε τότε σχεδόν στα πρόθυρα μιας ένοπλης σύγκρουσης με την Τουρκία για το ζήτημα της Κύπρου… Η κατάληψη της Βορείου Κύπρου από την Τουρκία επέσπευσε την  κατάρρευση της ελληνικής χούντας (ατού της C.I.A. στην Αθήνα), αλλά αυτό δεν ενόχλησε το State Department, το οποίο είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χούντα δεν αποτελούσε πλέον αποδεκτό εταίρο. Αν και ο Kissinger δήλωσε αργότερα ότι η Ουάσιγκτον ήταν πολύ απασχολημένη με την υπόθεση Watergate για να λειτουργήσει αποτελεσματικά τη στιγμή που εκτυλισσόταν η κρίση στο νησί, οι δικαιολογίες του δεν πρέπει να θεωρηθούν σοβαρές. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου της εποχής, ο Kissinger πρώτα απέτρεψε τους Βρετανούς από το να οργανώσουν μια κοινή επέμβαση με την Τουρκία και κατόπιν, όταν ο τότε Βρετανός υπουργός των Εξωτερικών, James Callaghan, εισηγήθηκε να οργανώσει η Μεγάλη Βρετανία μια άλλη επέμβαση (ως μία από τις εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας), παρατήρησε στον τελευταίο να μην ενεργεί ως νεαρός πρόσκοπος»[19].
         Πάντως, καθ’όλη την περίοδο των επιχειρήσεων της τουρκικής εισβολής, οι βρετανικές δυνάμεις που στάθμευαν στις βρετανικές βάσεις, σύμφωνα με τις εντολές που είχαν λάβει από το Λονδίνο, δεν αναμείχθηκαν στις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις και στις συγκρούσεις που έλαβαν χώρα με την Κυπριακή Εθνοφρουρά και τις δυνάμεις της ΕΛ.ΔΥ.Κ. Οσον αφορά τις προαναφερόμενες ενέργειες του Χένρυ Κίσινγκερ, αυτές ενισχύουν τη γνώμη - για πολλούς στην Ελλάδα βεβαιότητα - περί της συνενοχής του πρώην Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στα γεγονότα του 1974.[20]
         Ο αναλυτής της γεωπολιτικής του σύγχρονου Ισλάμ Αλεξάντρ ντελ Βάλ (Alexandre del Valle) θεωρεί ότι η τουρκική εισβολή στην Κύπρο είναι αποκαλυπτική μιας «αλληλοδράσης μεταξύ παντουρκισμού και ισλαμικής αλληλεγγύης... Κάθε προσεκτικός παρατηρητής θα σημειώσει ότι ο λόγος και η ρητορική που συνόδευαν τις τουρκικές επιθετικές επιχειρήσεις ήταν περιβεβλημένες από μια έντονη  θρησκευτικότητα, ή και χαρακτηρίζονταν από έναν θρησκευτικό φανατισμό.  Όμως, η εμφάνιση μιας φρασεολογίας με θρησκευτική χροιά στους κοσμικούς Τούρκους που βρίσκονται σε αντίθεση με τους Ελληνοκύπριους εθνικιστές δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει. Διότι το Ισλάμ δεν περιορίζεται σε μια απλή ευσέβεια. Είναι πριν απ’όλα μια φοβερή πηγή πολιτικής κινητοποίησης, την οποία οι πιο κοσμικοί μουσουλμάνοι - και ο ίδιος ο Aτατούρκ - δεν αρνήθηκαν ποτέ να χρησιμοποιήσουν, όταν αυτό ήταν αναγκαίο...»[21].  
          …Κατά την διάρκεια της παρατεταμένης κρίσης Ιουλίου-Αυγούστου 1974 (που οδήγησε στην κατάληψη του βορείου τμήματος του νησιού από τα τουρκικά στρατεύματα), η σοβιετική προσέγγιση του κυπριακού προβλήματος εξελίχθηκε ακολουθώντας την συγκεκριμένη κάθε φορά αξιολόγηση των γεγονότων, που υπερίσχυσε στους κόλπους  του μηχανισμού της μοσχοβίτικης διπλωματίας. Κατά την φάση του πραξικοπήματος, η στάση της ΕΣΣΔ καθορίστηκε από τις αντιλήψεις ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων που έπαιρναν αποφάσεις: Αυτοί έδιναν προτεραιότητα στα χαρακτηριστικά που εμφάνιζαν την υπόθεση αυτή ως μια συνωμοσία του ΝΑΤΟ, η οποία αποσκοπούσε στην υπαγωγή του νησιού στα στρατηγικά του σχέδια και στη μετατροπή του σε ένα «αβύθιστο από τον εχθρό αεροπλανοφόρο»[22]. Η πρώτη αντίδραση των Σοβιετικών ήταν η σφοδρή καταδίκη του πραξικοπήματος ως προσβολή στην συνταγματική τάξη της Κύπρου και ως κατάφωρη παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και του Διεθνούς Δικαίου. Την επαύριον του πραξικοπήματος (16 Ιουλίου 1974), οι στόλοι των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ ετοιμάστηκαν να αποπλεύσουν για να βρεθούν στη ζώνη της κρίσης[23]. Tην ίδια μέρα, σε μια μάλλον ασυνήθη στα διπλωματικά χρονικά πράξη, ο πρέσβης της ΕΣΣΔ στην Aγκυρα Γκρουμπιακώφ επέδωσε στον Πρόεδρο της Τουρκίας Φαχρί Koρουτούρκ διπλωματική νότα, στην οποία αναφερόταν: «Η Tουρκία βρίσκεται σε καλό δρόμο. Το πραξικόπημα οργανώθηκε με αφετηρία το εξωτερικό. Η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ είναι στο πλευρό εκείνων που μάχονται αντιτιθέμενοι στους πραξικοπηματίες»[24]. Η νότα επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες[25]. Ορισμένοι συγγραφείς εικάζουν ότι κατ’ουσίαν η Μόσχα αποδέχτηκε την πραγματοποίηση της πρώτης τουρκικής εισβολής. Στο ζήτημα αυτό, ο Ντόγου Περιντσέκ (Doğu Perinçek), ηγέτης του τότε παράνομου ακροαριστερού κόμματος «Κόμματος Εργατών και Αγροτών» (İşçi Köylü Partisi), παρουσίασε τις εξής σκέψεις: «Σήμερα είναι σαφές ότι οι Σοβιετικοί σοσιαλιμπεριαλιστές άναψαν το πράσινο φως για την τουρκική στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο»[26]. Κατά την διάρκεια της συνάντησης του Μπουλέντ Eτσεβίτ με τον Τζώρτζ Σίσκο στο Λονδίνο, ο Τούρκος πρωθυπουργός βεβαίωσε τον συνομιλητή του ότι είχε λόγους να πιστεύει ότι οι Σοβιετικοί δεν σκόπευαν να αναμειχθούν στην Κύπρο εναντίον της τουρκικής επέμβασης. Ωστόσο, κατά την διάρκεια της δεύτερης φάσης της επιχείρησης «Aττίλας», η Mόσχα εξέφρασε  δυσφορία καθώς και την ανησυχία της για την τροπή που έπαιρναν οι εξελίξεις…


18 Ιουλίου 2014
Θόδωρος Μπατρακούλης
Δρ Γεωπολιτικής
theobatrak@gmail.com


* Το κείμενο αναρτήθηκε σε αρχική μορφή στις 30 Αυγούστου 2014 στο ιστολόγιο του συγγραφέα theodorosbatrakoulis.blogspot.com


[1] Πρβλ. Amikam Νachmani, Israel, Turkey and Greece; Uneasy relations in the East Mediterranean, London: Frank Cass, 1987 (στα ελληνικά Ισραήλ, Τουρκία, Ελλάδα. Ταραγμένες Σχέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, Αθήνα: Παπαζήσης, 2003).
[2] William Mallinson, Cyprus: A Modern History, London: Ι. Β. Τauris, 2005.
[3] Μάριος Ευρυβιάδης, «Συμμαχίες και ευθυγραμμίσεις στη Μέση Ανατολή: o ισραηλινοτουρκικός άξονας», Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος (επ.), Διλήμματα ασφάλειας στην Ευρασία, Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1997.
[4] Henry Kisinger, Nuclear Weapons and Foreign Policy, New York: Harper & Brothers, 1957, σ. 165.
[5] Kωνσταντίνος Μητσοτάκης, συνέντευξη στον W. Mallinson, 4 Νοεμβρίου 2002.
[6] William Mallinson, Cyprus: A Modern History, London: Ι. Β. Τauris, 2005, p. 77.
[7] Jean-Marie Le Βreton, Les Relations internationals depuis 1968, Paris: Nathan, 1983, σσ. 104-105. Πρβλ. Simon Dunstan, The Yom Kippur War: the Arab-Israeli War of 1973, Oxford: Osprey Publishing, 2007.
[8] Πρβλ. Γεώργιος Χέλμης, Ταραγμένη διετία (1973-1974) - Από το προσωπικό ημερολόγιο ενός αυτόπτη μάρτυρα, Αθήνα: Καστανιώτης, 2006.
[9] Πρβλ. Ομιλία του Bülent Eçevit κατά την ad hoc συνεδρίαση του Σ.Ε.Α., 15.7.1974,  Mehmet Ali Birand, 30 sicak gün (30 θερμές ημέρες), Κωνσταντινούπολη: Millyet, 1976, σ. 20.
[10] Mehmet Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, σ. 21.
[11] N. Σαρρής, H άλλη πλευρά. Πολιτική χρονογραφία της εισβολής στην Κύπρο με βάση τις τουρκικές πηγές, Αθήνα: Γραμμή, 1977, σ. 23, Υποσημ. 11.
[12] M. Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, op. cit., σσ. 30 κ. εξ. N. Σαρρής, H άλλη πλευρά. Πολιτική χρονογραφία της εισβολής στην Κύπρο…, 1977, όπ. π., σσ. 42 κ.εξ.
[13] Mehmet Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, op. cit., pp. 30 κ.εξ. N. Σαρρής, H άλλη πλευρά. Πολιτική χρονογραφία της εισβολής στην Κύπρο…, 1977, op. cit., σ. 42.
[14] «British Treason; The Turkish invasion», Cyprus Weekly, 07-13.01.2005, http://www.greece. org/cyprus/Treason.htm.
[15] Mehmet Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, op. cit., p. 48.
[16] Mehmet Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, op. cit., p. 49. Πρβλ. Jan Asmussen, Cyprus at War: Diplomacy and Conflict During the 1974 Crisis, London: I. B. Tauris & Co Ltd , 2008.
[17] Πρβλ. Ερμπίλ Τουσάλπ, Ο Πασάς και ο στρατηγός, Αθηνα: Εκδόσεις Φλώρος, 2000
[18]  M. Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, op. cit., pp. 66. Nedret Ugur, «Yeni Bir Türkiye ve C.H.P.» (Μια νέα Tουρκία και το Λαïκό Δημοκρατικό Κόμμα), Κωνσταντινούπολη: Ozgür, 1974, σσ. 277-278.
[19] Jean Christou, «Callaghan says US vetoed 74 intervention to protect spy facilities», Cyprus Mail, 13th November 1999.
[20] Aλέξανδρος Ξύδης, «Οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να αποτελειώσουν την επιτυχία του Χ. Κίσσινγκερ στο Κυπριακό», Nέa (Λευκωσία), 12.01.1977, A. Ξύδης, Πολιτικά, 1. Kυπριακό, Αθήνα: Πλέθρον, 1992.
[21] Alexandre del Valle, Islamisme et Etats-Unis; Une alliance contre l’Europe, Lausanne: L’Age d’Homme (: Mobiles Géopolitiques), 1999, p. 276.
[22] Beata Nitecka-Jagiello, «The Origin and Evaluation of the Cyprus Problem», Studies on the Developing Countries, No 8, 1977, p. 60.
[23] M. Ali Βirand, 30 sicak gün, 1976, όπ. π., σ. 35. Nedret Ugur, «Yeni Bir Türkiye ve C. H. P.» (Μια νέα Tουρκία και το Λ.Ρ.Κ.), Κωνσταντινούπολη: Ozgür, 1974, σ. 206. 
[24] Για την επίσκεψη του Σοβιετικού πρέσβη, βλ. Nedret Ugur, «Yeni Bir Türkiye ve C. H. P.», 1974, σ. 194. Ν. Σαρρής, H άλλη πλευρά. Πολιτική χρονογραφία της εισβολής στην Κύπρο με βάση τις τουρκικές  πηγές, 1977, op. cit., σ. 42 και σημ. 23.
[25] Ilke [Αξίωμα, επίσημο όργανο του κόμματος «Türk Sosyalist Isçi Partιsι» (Τουρκικό Εργατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα)], No 8, 1976, σ. 55.
[26] Doğu Perinçek, Kibris Meselesi (Το Κυπριακό πρόβλημα), Κωνσταντινούπολη: Aydinlik, 1976, σ. 21 [στο Ν. Σαρρής, H άλλη πλευρά. Πολιτική χρονογραφία …, 1977, op. cit., σ. 42, σημ. 23]. Σημειωτέον ότι ο Ντόγου Περιντσέκ έχει κατηγορηθεί από άλλες παράνομες τουρκικές αριστερές οργανώσεις ότι διετέλεσε συνεργάτης των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας.