Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Το τρίγωνο ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκία και οι επιλογές της Ελλάδας

Το τρίγωνο ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκία και οι επιλογές της Ελλάδας

Το πολιτικό δράμα στην Ελλάδα, όπως στο αρχαιοελληνικό θέατρο, εκτείνεται και αγγίζει τα πάντα. Υπενθυμίζεται ότι η χώρα μας διαθέτει και μεγάλο ορυκτό πλούτο, σύμφωνα και με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Γεωλογικών Μελετών Ελλάδος. Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ και των άλλων δυνάμεων για την ευρύτερη περιοχή είναι μόνιμο, παρά τις διάφορες μεταπτώσεις. Όι μετά το 1989 εξελίξεις στην Τουρκία είναι γνωστές: Στο εσωτερικό διήνυε μια πολύ σημαντική φάση μετάβασης και κοινωνικού/πολιτικού μεταμορφισμού - αντιμετωπίζοντας σύμφωνα με μια άποψη τη σοβαρότερη ενδεχομένως κρίση της ιστορίας της, τουλάχιστον από την εποχή της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης και της εγκαθίδρυσης της κεμαλικής Δημοκρατίας τον Οκτώβριο του 1923. Στο εξωτερικό άρχισε η εφαρμογή ενός αμφιλεγόμενου, φιλόδοξου και πολύπλευρου εγχειρήματος: επαναπροσδιορισμός του γεωπολιτικού ρόλου της - με σαφή πρωτοκαθεδρία ενός νεοθωμανικής έμπνευσης ισλάμ - που επιχειρείτο να συνδυάζεται και με τους γεωστρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ στο γεωπολιτικό σύστημα Εγγύς/Μέση Ανατολή-Καύκασος-Βαλκάνια-Ανατολική Ευρώπη.
Στις 18 Νοεμβρίου 2009 η Άγκυρα με την έκδοση σχετικής ΝΟΤΑΜ ξαναέθεσε ευθέως θέμα επαναχάραξης συνόρων και ορίων μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας! Με αφορμή άσκηση έρευνας-διάσωσης στην περιοχή μεταξύ Ρόδου και Καστελλόριζου, αρνείτο την ελληνική αρμοδιότητα για αποστολές έρευνας-διάσωσης στην περιοχή ισχυριζόμενη ότι «δεν υπάρχει αναγνώριση από την Τουρκία των ορίων του FIR Αθηνών μεταξύ Ρόδου και Καστελλόριζου που σημαίνει ότι δεν είναι αρμοδιότητα της Αθήνας οι αποστολές έρευνας και διάσωσης στην περιοχή». Ετσι δημιουργείτο ένα τεράστιο μπλοκ ελληνικού FIR που διεισδύει βαθιά στην Ανατολική Μεσόγειο. Ακολούθησε νέα σειρά δραματικών αντιπαραθέσεων των αεροναυτικών δυνάμεων της Ελλάδας και της Τουρκίας. Οι προκλητικές πράξεις αμφισβήτησης του διεθνούς καθεστώτος στο Αιγαίο συνιστούσαν νέες επιδείξεις ισχύος της νεοοθωμανικής Τουρκίας, προβολής των αναθεωρητικών και ηγεμονικών επιδιώξεών της και δοκιμές διχοτόμησης του Αιγαίου Πελάγους υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Στην διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών στο Βόρειο Αιγαίο ξαναέπλευσε το τουρκικό ωκεανογραφικό πλοίο Α599 TCG Cesme («Κρήνη»). Βρέθηκε σε απόσταση 10 μιλίων βορειοανατολικά της Σαμοθράκης, εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων αλλά εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Κυρίαρχο στοιχείο στο ευρύτερο γεωπολιτικό σύστημα είναι μια τεράστια και επικίνδυνη γεωπολιτική ρευστότητα. Υφίστανται εμφανείς απόπειρες δημιουργίας στρατοπέδων. Αφενός οι ΗΠΑ και οι πρόθυμοι σύμμαχοί τους. Αφετέρου όσοι - ως «αντιρρησίες» και «αυτονομημένοι», σύμμαχοι ή μη - είτε ενεργούν εναντίον των αμερικανικών συμφερόντων είτε επιχειρούν να συνδυάσουν την εξυπηρέτηση των σχεδιασμών των ΗΠΑ και των ιδιαίτερών τους βλέψεων. 1. Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσεται ιστορικά το Ισραήλ, το οποίο, παρά την αυτόνομη στρατηγική της επιβίωσής του, εκπληρώνει τον ρόλο του επιτηρητή των ΗΠΑ στην πάντα επικίνδυνη και δυνάμει εύφλεκτη Μέση Ανατολή. 2. Στη δεύτερη κορυφαίος ανταγωνιστής και απείθαρχος παράγοντας είναι το Ιράν, το οποίο πρόσφατα προχώρησε σε σειρά εξαιρετικά προκλητικών για τα αμερικανικά συμφέροντα τοποθετήσεων: Αρχισε να τροφοδοτεί τον πρώτο πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ρωσικό καύσιμο. Σύμφωνα με τον αναλυτή Τζέφρι Γκόλντμπεργκ του Αtlantic Μonthly, τεύχος Σεπτεμβρίου (αναδημοσιεύτηκε στα Νέα), ίσως εντός μηνών αυτός ο σταθμός δεχθεί, όπως και όλες οι ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, αιφνίδιο ισραηλινό βομβαρδισμό (ασχολίαστο). Ανακοινώνει ότι θα αρχίσει την κατασκευή νέου εργοστασίου για τον εμπλουτισμό ουρανίου το πρώτο εξάμηνο του 2011, παρά την επιβολή νέου γύρου διεθνών κυρώσεων.
Στο ενδιάμεσο του δίπολου Ισραήλ-Ιράν κινείται η Τουρκία, που ήδη βρίσκεται σε μια εσωτερική αναταραχή. Το δίμηνο Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου ίσως αποβεί καθοριστικό για την πορεία των εσωτερικών πολιτικών πραγμάτων της. Η διαπάλη του «ισλαμοδημοκράτη» και «νεοοθωμανού» Ερντογάν με το «κοσμικό» και στρατιωτικό κεμαλικό σύμπλεγμα θα κορυφωθεί με το δημοψήφισμα για την έγκριση της συνταγματικής μεταρρύθμισης (12 Σεπτεμβρίου). Μετά τις τοπικές εκλογές του Μαρτίου 2009 ο Ερντογάν αναζωογόνησε την διαδικασία συνταγματικής μεταρρύθμισης ώστε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της Ε. Ε. για περαιτέρω αλλαγές στο δικαστικό σύστημα και στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εν τω μεταξύ έχει αναζωπυρωθεί το αντάρτικο του κουρδικού ΡΚΚ. Ομως το σημαντικότερο στοιχείο της πολιτικής του Ερντογάν είναι το αυτοκρατορικό παιχνίδι στη Μέση Ανατολή και το Αιγαίο.
Υπάρχει το ενδεχόμενο ασυνήθιστων εξελίξεων. Μια από αυτές θα αποτελούσε η Τουρκία να οδηγηθεί σε σαφέστερα εχθρική σχέση με τις ΗΠΑ, την Ευρώπη όσο και το Ισραήλ. Αυτό που χρειάζονται σε βάθος χρόνου, όλοι οι προαναφερόμενοι διεθνείς δρώντες είναι ισχυρές σταθερές πολιτικής που θα μπορούν να μειώσουν το βαθμό αβεβαιότητας και να αποτελέσουν κρίσιμης σημασίας στηρίγματα στην περίπτωση. Η Ελλάδα αποτελεί ίσως τη μόνη χώρα στην περιοχή που μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο, αφού είναι βαθιά ενταγμένη στους οργανικούς θεσμούς και τη γεωπολιτική υπόσταση της Δύσης και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Ωστόσο, για να μπορεί να παίξει έναν τέτοιο ρόλο απαιτούνται ΙΣΧΥΣ, ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΥΡΩΣΤΙΑ/ΑΝΑΠΤΥΞΗ και βεβαίως ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ.
Η Τουρκία πιέζεται από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ να ξαναγίνει «καλό παιδί» ή, έστω, να ρίξει τους τόνους. Και ο Γ. Παπανδρέου - ο οποίος το Μάιο είχε φέρει στην Αθήνα τον Ερντογάν με ένα ασκέρι 100 και πλέον επιχειρηματιών για να... επενδύσουν - αναπροσαρμόστηκε. Μετέτρεψε την Ελλάδα σε μοχλό πίεσης για συμμόρφωση της Τουρκίας και πλήρη επιστροφή της στον άξονα ΗΠΑ - Ισραήλ. Με τον τρόπο αυτόν ο πρωθυπουργός: Αποδεικνύει ότι παίζει με τη φωτιά. Μετά την παράδοση της οικονομικής πολιτικής παραδίδει και την εξωτερική πολιτική της χώρας στις - πρόσκαιρες ή μονιμότερες - ανάγκες τρίτων. Κάνει την Ελλάδα συνεταίρο - ή, μάλλον, υπηρέτη - των σφαγέων του Παλαιστινιακού λαού, ενώ η Τουρκία συνεχίζει να κατέχει παράνομα τη βόρεια Κύπρο. Υπόσχεται οικονομική συνεργασία με το Ισραήλ, μια χώρα, που μολονότι παρουσιάζει σημαντικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, είναι απολύτως εξαρτώμενη από τον ετήσιο προϋπολογισμό των ΗΠΑ.
Στην τουρκοïσραηλινή αντιπαράθεση η Ελλάδα θα μπορούσε να κρατήσει σαφώς χαμηλούς τόνους παραμένοντας αμέτοχη. Αυτό σημαίνει όχι μόνο αποφυγή ταύτισης με το Ισραήλ, αλλά και απομάκρυνση, εγκαιρα, από την Τουρκία, την αυτοκαταστροφική πολιτική της ‘‘ελληνοτουρκικής προσέγγισης’’. Παράλληλα, θα έπρεπε να ενισχύσει τη γεωπολιτική της υποδομή, έτσι ώστε να γίνει εν δυνάμει ισχυρός παράγοντας στην περιοχή, αποτρέποντας ταυτοχρόνως την πιθανότητα να αποτελέσει το εξιλαστήριο θύμα σε μια πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας από πλευράς ΗΠΑ και Ισραήλ. Να αντιστρέψουμε, δηλαδή, αυτή τη συνεχή πορεία γεωπολιτικής εξασθένησης/έκλειψης και να ξαναγίνουμε «μια οντότητα» όχι εντασσόμενοι στους στρατηγικούς σχεδιασμούς άλλου κράτους, αλλά ενισχύοντας την αυτόνομη, υπαρκτή γεωπολιτική μας υπόσταση. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ μάλλον θα προτιμούσαν μια ισχυρή αν και φιλοπαλαιστινιακή Ελλάδα, η οποία όμως, έτσι και αλλιώς, λόγω της γεωπολιτικής συνάφειάς της με τη Δύση, αποτελεί εν δυνάμει σύμμαχο, παρά μια φιλοϊσραηλινή, αλλά αδύναμη, άρα και άχρηστη Ελλάδα.
Ολα τα παραπάνω ενδεχομένως φαίνονται πολύ θεωρητικά. Όμως μπορούν να βρεθούν άμεσα μέτρα που θα ενίσχυαν την «κρίσιμη γεωπολιτική υποδομή» της Ελλάδας. Θα την τοποθετούσαν στο κέντρο των εξελίξεων και θα αύξαναν αισθητά τη σπουδαιότητά της για το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, χωρίς ταυτοχρόνως να ενοχληθεί καμιά από τις αραβικές χώρες και χωρίς να χρειάζεται να αλλάξει η διπλωματική φρασεολογία της Ελλάδας από φιλοαραβική σε φιλοϊσραηλινή. Ενα τέτοιο μέτρο πρότεινε ο συνάδελφος γεωπολιτικός αναλυτής Κώστας Γρίβας, την άποψη του οποίου συμμερίζεται ο γράφων: Η Ελλάδα να αποκτήσει άμεσα ναυτικές αντιβαλλιστικές ικανότητες. Βέβαια, μια παρόμοια επιλογή δεν πρέπει να συνδυαστεί με μια ένταξη, οποιασδήποτε μορφής, στον αντιβαλλιστικό σχεδιασμό των ΗΠΑ, κάτι που πιθανώς θα προκαλούσε την αντίδραση της Ρωσίας. Δεδομένης της γεωπολιτικής λειτουργίας της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και την ευρωζώνη οι ελληνικές αντιβαλλιστικές ικανότητες εντάσσονται αυτομάτως στο στρατηγικό δυναμικό της Δύσης.

Θεόδωρος Σ. Μπατρακούλης
Δρ Γεωπολιτικής

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

19.08.2010: ΕΞΟΠΛΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΟΞΥΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ - defencenet.gr

Παροξυσμός εξοπλισμών στην Τουρκία - Δαπάνες 50 δισ. δολαρίων μέχρι το 2020!
19-08-2010 10:19:59
Tο μεγαλύτερο δεκαετές εξοπλιστικό πρόγραμμα δυτικού κράτους, με εξαίρεση τις ΗΠΑ, κατάρτισε η Τουρκία: Σύμφωνα με τις προβλέψεις για τον αμυντικό πρϋπολογισμό του 2011, αλλά και τον μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό των 2011-2020 κονιορτοποιούν όλους τους αφελείς ισχυρισμούς των Ελλήνων πολιτικών φωστήρων για "αμοιβαία μείωση εξοπλιστικών δαπανών": Τέσσερα δισεκατομμύρια δολλάρια μόνο για το 2011 και συνολικά 50 δισ. δολάρια θα δαπανήσει η Τουρκια για εξοπλισμούς μέχρι το 2020. Επιπλέον 150 δισ. δολάρια θα δαπανηθούν για αμοιβές προσωπικού, τη διεξαγωγή επιχειρήσεων, τη λογιστική υποστήριξη και τη συντήρηση.

Όλα αυτά παρά την παγκόσμια οικονομικη κρίση και την σαφή έλλειψη ορατής απειλής στον γεωπολιτικό της περίγυρο.

Ενώ άλλες χώρες προχωρούν σε μείωση του αμυντικού τους προϋπολογισμού, όπως η Ελλάδα που αποτελεί σαφή αι διακηρυγμένο στόχο της αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας, οι προβλέψεις για τον αντίστοιχο της Τουρκίας, κυριολεκτικά εκτοξεύονται δημιουργώντας ερωτήματα ως προς την μελλοντική ικανότητα επιβίωσης της ελληνικής γεωπολιτικής παρουσίας βάσει του σημερινού ρυθμού ενίσχυσης των ενόπλων δυνάμεων και του πολιτικου σχεδιασμού των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Ο προϋπολογισμός της γείτονος χώρας για το 2010 ανέρχεται στα $16 δισ. περίπου 1.8% του ΑΕΠ της. Από αυτά τα 16 δις, το ένα τέταρτο αφορά την προμήθεια νέων οπλικών συστημάτων ενώ το υπόλοιπο για αμοιβές προσωπικού, τη διεξαγωγή επιχειρήσεων, τη λογιστική υποστήριξη και τη συντήρηση.

Μικρό μέρος των προμηθειών (όσον αφορά το κόστος) κατευθύνεται σε εξοπλισμό που σκοπό έχει να επαυξήσει τις ικανότητες διεξαγωγής επιχειρήσεων κατά ασσύμετρων απειλών, δηλαδή κατά των Κούρδων ανταρτών στα Νοτιοανατολικά της χώρας. Ειδικότερα, τα μη επανδρωμένα αεροχήματα και τα ανθεκτικά σε εκρηκτικά οχήματα ανήκουν σε αυτή την κατηγορία και αποτελούν υψίστη προτεραιότητα.

Το μεγαλύτερο τμήμα των $4 δισ. αφορά συμβατικό οπλισμό, όπως είναι τα μαχητικά αεροσκάφη, τα άρματα μάχης, τα σκάφη επιφανείας, τα υποβρύχια και τα επιθετικά ελικόπτερα. Εξοπλισμοί οι οποίοι έχουν καθαρά στόχο την ενίσχυση και την εφαρμόγή της αναθεωρητικής πολιτικής της Άγκυρας έναντι της Ελλάδας. Η απάντηση ανώτερου αξιωματούχου του συστήματος προμηθειών κάνει λόγο για "ασταθή περιοχή στην οποία η Τουρκία βρίσκεται στο κέντρο, περικυκλωμένη. Για αυτό το λόγο, αναμένεται αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού της χώρας".

Προχωρώντας περαιτέρω, ανέφερε πως τα όπλα έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα και ο σκοπός δεν είναι να χρησιμοποιηθούν στον πόλεμο αλλά να τον αποτρέψουν. Αυτή η τελευταία δήλωση, παράφραση της γνωστής ρωμαϊκής ρήσης "si vis pacem, para bellum", καταδεικνύει την αναγκαιότητα διατήρησης ισχυρών ενόπλων δυνάμεων για την διατήρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων μιας χώρας που, στην ελληνική πραγματικότητα, ακόμη και προ μνημονίου, δεν βρίσκει εφαρμογή λόγω των κοντόφθαλμων πολιτικών που ακολουθούνται αλλά και για την επίτευξη των γεωπολιτικών της επιδιώξεων.

Πιο συγκεκριμένα, για τα αεροσκάφη προβλέπεται πως τα 100 F-35 που σκοπεύει να προμηθευτεί θα κοστίσουν $13 δις με βάση τις τρέχουσες τιμές του προγράμματος ενώ και η κοινοπραξία προωθεί με καλές πιθανότητες την πώληση 20 Eurofighter Typhoon. Στα άρματα μάχης, η Τουρκία προετοιμάζει την παραγωγή τεσσάρων πρωτοτύπων του "εγχωρίως" ανεπτυγμένου (με σημαντική βοήθεια από τη Ν. Κορέα) Altay με προϋπολογισμό $500 εκατ.

Όταν αυτή φάση ολοκληρωθεί, περί το 2015, θα απονεμηθεί ένα πρώτο συμβόλαιο παραγωγής 250 αρμάτων με εκτιμώμενο κόστος μεταξύ $3-4 δις. Στα ελικόπτερα, η έναρξη παραδόσεων των 50 T-129 αναμένεται το 2015. Παράλληλα, η χώρα σχεδιάζει να προχωρήσει στην συμπαραγωγή με διεθνή εταίρο μεγάλο αριθμό ελικοπτέρων πολλαπλών χρήσεων, την παραγωγή σε συνεργασία με τη Γερμανία τεσσάρων υποβρυχίων U-214 καθώς και την προμήθεια από εγχώριες βιομηχανίες τεθωρακισμένα οχήματα καθώς και την εγχωρίως σχεδίαση, ανάπτυξη και παραγωγή φρεγατών (TF-2000) και κορβετών (MILGEM). Με βάση αυτό τον προγραμματισμό, η κορύφωση των αμυντικών δαπανών αναμένεται να συμβεί περί το 2015 και να διατηρηθεί εκεί έως το 2020.

Συνολικά υπολογίζεται μέχρι το 2020 η δαπάνη για καθαρά εξοπλιστικά προγράμματα ποσού ύψους που προσεγγίζει τα 50 δισ. δολάρια με στόχο την απόκτηση ικανότητας εγχώριας κατασκευής μέχρι και του 80% των συστημάτων που έχουν ανάγκη οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις!

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η πολιτική προσέγγισης και αμοιβαίας μείωσης των εξοπλισμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχει αποτύχει παταγωδώς. Το defencenet.gr και η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, αλλά και η ετήσια θεώρηση του συχετισμού ένοπλης ισχύος που δημοσιεύεται στην ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΒΙΒΛΟ, καταγράφουν συνεχώς και με ακριβεια την εξέλιξη της απειλής. Οι υπεύθυνοι για την ασφάλεια της χώρας δεν θα έχουν καμία δικαιολογία αν απωλέσουν εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα ή έδαφος από την πίεση αυτής της αναθεωρητικής πολιτικής που με συνέπεια ασκεί η Άγκυρα.

Τμήμα ειδήσεων defencent.gr

Προαναγγελία άρσης του casus belli για τα 12 ν. μ. στα χωρικά ύδατα του Αιγαίου.Νέα κίνηση στο παιχνίδι εντυπώσεων της Αγκυρας;

Η δημοσιογραφική προαναγγελία άρσης του casus belli για τα 12 ν. μ. στα χωρικά ύδατα του Αιγαίου. Αλλη μια κίνηση στο παιχνίδι εντυπώσεων στην διεθνή σκηνή που στήνουν μεθοδικά οι ''ισλαμοδημοκράτες'' Νταβούτογλου-Ερντογάν;

Tρίτη, 24 Αυγούστου 2010

Άρση του casus belli εξετάζει η Άγκυρα

http://infognomonpolitics.blogspot.com/

Δεν αποτελεί πια αιτία πολέμου η επέκταση των 12 ναυτικών μιλίων στα χωρικά ύδατα, σύμφωνα με το νέο Έγγραφο Εθνικής Ασφάλειας, που σχεδιάζει η Τουρκία, όπως αναφέρουν σε δημοσιεύματα τους, οι τουρκικές εφημερίδα Sabah και Μilliyet.

Στο δημοσίευμα, που υπογράφει η διπλωματική συντάκτρια της εφημερίδας Ντουιγκού Γκιουβέντς, αναφέρεται ότι στο Πολιτικό Εγγραφο Εθνικής Ασφαλείας,το οποίο είναι γνωστό ως το "Βιβλίο Κόκκινης Γραμμής" και περιγράφονται οι απειλές για την ασφάλεια της Τουρκίας, οι γειτονικές χώρες δεν θα χαρακτηρίζονται πλέον «εξωτερική απειλή» αλλά στοιχείο συνεργασίας.

Παράλληλα, η πυρηνική ισχύ και το δυναμικό των πυρηνικών όπλων του Ιράν διατυπώνονται ως ένα «ανησυχητικό στοιχείο» και επισημαίνεται ότι η Τουρκία δεν θέλει με κανένα τρόπο πυρηνικά όπλα στην περιοχή της.Είναι εμφανής η αλλαγή πλεύσης στην εξωτερική πολιτική της με το Ιράν.

Στη θέση των απειλών που προέρχονται από την Ελλάδα, το Ιράν και το Ιράκ, τώρα πλέον γίνεται αναφορά στην αύξηση της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών.

Η "τρομοκρατία" του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) καταχωρείται ως απειλή και επισημαίνεται η συνεργασία με το Ιράκ κατά της «τρομοκρατικής οργάνωσης του ΡΚΚ».

Επίσης, υπογραμμίζεται η αυξανόμενη συνεργασία με τη Ρωσία και το αναπτυσσόμενο εμπόριο και σημειώνεται πως η έναρξη συνεργασίας με τα έθνη της Ασίας συγκαταλέγεται στους κύριους στόχους της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

Επιπλέον, το Έγγραφο επισημαίνει ότι η Τουρκία σχεδιάζει να ενισχύσει τον ρόλο της ως κομβικό σημείο μεταφοράς ενέργειας προς την Δύση και την Ανατολή.

Εξάλλου, στο Έγγραφο σημειώνεται πως ο στόχος της Τουρκίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί κρατική πολιτική.

Το προσχέδιο λέει ότι πια τα 12 ναυτικά μίλια δεν είναι λόγος έναρξης πολέμου.Σύμφωνα με το σχέδιο που ετοιμάζεται, το θέμα της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια, που μέχρι τώρα χαρακτηριζόταν ως casus belli, στο εξής δεν θα θεωρείται ως προέχουσα απειλή. Αντί γι' αυτό υπογραμμίζεται η συνεργασία και αναφέρεται ότι με το Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου, που έχει ξεκινήσει με την Ελλάδα, στόχος είναι η ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών σε κάθε τομέα.

Η κόκκινη βίβλος συντάσσεται κάθε πέντε χρόνια και υπόκειται σε αναθεώρηση κάθε χρόνο.Η κυβέρνηση Ερντογάν επιθυμεί μέσα από το νέο δόγμα να δώσει το στίγμα εκδημοκρατισμού της Τουρκίας και των αλλαγών που συνεπάγεται η αποδυνάμωση της επιρροής του στρατιωτικού κατεστημένου.

Δεν είναι τυχαίο ότι το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας αποτελείται πλέον από περισσότερους αξιωματούχους της κυβέρνησης και λιγότερους εκπροσώπους του στρατού, ενώ οι εισηγήσεις για τις ριζικές αλλαγές στο νέο κείμενο έγιναν από το γραφείο του κ. Ερντογάν.

Το σχέδιο, αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του χρόνου και θα ψηφιστεί από το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας τον Δεκέμβρη του 2010. Ο τούρκος πρωθυπουργός, Ρετζέτ Ταγίπ Ερντογάν, σύμφωνα με τα δημοσίευματα διαβάζει γραμμή προς γραμμή τις αλλαγές και συμπληρώνει ο ίδιος τα κενά.Αξίζει να σημειωθεί πως η εκ νέου σύνταξη του τουρκικού «βιβλίου των κόκκινων γραμμών» ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2010.

Συγρατημένη αισιοδοξία σε ΠεντάγωνοΣτο ελληνικό Πεντάγωνο υποδέχθηκαν την είδηση, της άρσης του "casus belli" για τα 12 ναυτικά μίλια, με συγκρατημένη αισιοδοξία, αν όχι δυσπιστία. Οι υπηρεσίες του υπουργείου Εθνικής Άμυνας θα εξετάσουν σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών, την εγκυρότητα της φερόμενης πληροφορίας που δημοσίευσε η «Σαμπάχ» και η «Μιλιέτ», κατά πόσο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Βέβαια, το ελληνικό Πεντάγωνο θα σιγουρευτεί ότι η άρση του "casus belli" δεν αποτελεί άλλη μια «ακάλυπτη επιταγή» της Άγκυρας, μόνο όταν διαπιστώσει ότι η αλλαγή αυτή επεκταθεί και στα σχετικά θεσμικά κείμενα της Τουρκίας, και εξαλειφθούν οι ενέργειες στις οποίες είχαν αποφασιστεί να υλοποιηθούν από την γείτονα χώρα στο πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο που η χώρα μας επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια.

Εξετάζεται και το ενδεχόμενο να είναι ένα στημένο παιχνίδι, ώστε η κυβέρνηση να παρουσιαστεί στο Εξωτερικό ότι είναι πρόθυμη για προσέγγιση της Ελλάδος και καλή γειτνίαση, αλλά να γνωρίζει ο Ερντογάν από τώρα ότι δεν θα περάσει η πρόταση αυτή από την Εθνοσυνέλευσή τους.

Όπως αναφέρεται στην Ελευθεροτυπία της Τρίτης, πηγές του υπουργείου Εθνιικής Αμυνας που ρωτήθηκαν για το θέμα τηρούν στάση αναμονής, σημειώνοντας ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία αίρει το «causus belli», ωστόσο, τα πράγματα δεν άλλαξαν.

Σε λίγους μήνες θα φανεί η αλήθεια και αν παίζεται κάποιο παιχνίδι εντυπώσεων, καθώς ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, έχει εκφράσει δημόσια (στα βιβλία του) την επιθυμία του να αναβιώσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία.COSMO.GR,BHMA,SKAI,SIGMALIVE

Print this post

Αναρτήθηκε από Kaukasios στις 8/24/2010 07:12:00 πμ

Ετικέτες Ελλάδα, Τουρκία

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε... ΤΙΠΟΥΚΕΙΤΟΣΓιατί ψάχνουμε τι θα κάνει η τουρκική Εθνοσυνέλευση; Μηπως η Τουρκία έχει εξασφαλίσει από την κυβέρνηση Παπανδρέου (γραπτώς;)ότι έχει παραιτηθεί από οποιαδήποτε επέκταση;Εδω δεν μπορούμε να πετάξουμε πλησιέστερα α΄πό 6 μίλια σε ελληνικά (ακόμα) νησιά και θα επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια;

24 Αυγούστου 2010 8:22 π.μ.

konion είπε... Ἐὰν βεβαίως γίνη κάτι τέτοιο, τί ἀντάλλαγμα θὰ δώσουμε ἢ δώσαμε καὶ ἂν τελικῶς ἐξασκηθῆ καὶ τὸ δικαίωμα;Θολὸ τοπίο, ἔλλειψις γενικώτερης στρατηγικῆς στὴν εὐρύτερη περιοχή, εἰδικῶς μεταξὺ Ἑλλάδος καὶ Κύπρου, μᾶλλον ἡ ἐξωτερικὴ πολιτικὴ χρείαζεται γενικώτερη ἀναμόρφωση ὅπως ἡ ἐθνικὴ οἰκονομία.

24 Αυγούστου 2010 9:05 π.μ.

Alkiviadis είπε... ή πολύ απλά, δεν αισθάνονται καμία απειλή...πράγμα που σε κάνει ακόμα πιο μικρό...

24 Αυγούστου 2010 9:25 π.μ.

Ανώνυμος είπε... Δεν έχουν καμία αξία τα άρθρα των «Σαμπάχ» και η «Μιλιέτ» καθώς η άρση μπορεί να γίνει μόνο απο την Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Είναι πολιτικό ζήτημα και πολιτική συζήτηση δεν έχει γίνει ούτε πρόκειται να γίνει σύντομα.Λόγια κούφια και παραπλάνηση...

24 Αυγούστου 2010 9:32 π.μ.

Δημοσίευση σχολίου

Read more: http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/08/12.html#ixzz0xVRSNYnm

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

Στάχτη το φοινικόδασος στην Πρέβελη της Κρήτης...

Στάχτη το φοινικόδασος στην Πρέβελη της Κρήτης...

Ανάμνηση αποτελεί το μοναδικού κάλλους φοινικόδασος στην Πρέβελη της Κρήτης, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος του κάηκε από τη φωτιά που εκδηλώθηκε τα ξημερώματα. Λόγω της έντασης των ανεμών δεν μπόρεσαν να επιχειρήσουν πυροσβεστικά αεροπλάνα στην προστατευόμενη αυτή περιοχή, και οι φλόγες απείλησαν προς στιγμή την ιστορική Μονή Πρέβελης. Η φωτιά στο φοινικόδασος είναι υπό μερικό έλεγχο και οι άνδρες της πυροσβεστικής δημιουργούν αντιπυρικά μονοπάτια ...

Συνδεσμος στο άρθρο:Στάχτη το φοινικόδασος στην Πρέβελη της Κρήτης...
ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: ΣΤΑΧΤΗ, ΦΟΙΝΙΚΟΔΑΣΟΣ, ΠΡΕΒΕΛΗ, ΚΡΗΤΗΣ

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

Το Αιγαίο και τα σενάρια για συνδιαχείριση... Της ΚΥΡΑΣ ΑΔΑΜ

Το Αιγαίο και τα σενάρια για συνδιαχείριση...*

Συγγραφέας: Κύρα Αδάμ
Από την ΚΥΡΑ ΑΔΑΜ

Η κυβέρνηση επιμένει να φέρει την Αγκυρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του θέματος της υφαλοκρηπίδας, παρά τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα και ένταση στο Αιγαίο.

ΠΡΑΓΜΑΤΙ, οι διερευνητικές επαφές Αθήνας - Αγκυρας ασχολούνται με αυτό το θέμα επισταμένως. Και η Αγκυρα, παρά την εντύπωση που καλλιεργεί η Αθήνα, φαίνεται ότι ανταποκρίνεται θερμώς στις συζητήσεις. Σύμφωνα μάλιστα με τις υπάρχουσες -σκόρπιες- πληροφορίες, η κυβέρνηση Ερντογάν φαίνεται να έχει ήδη παρουσιάσει μια νέα «πλατφόρμα» για τη συζήτηση περί υφαλοκρηπίδας. Επιμένει δηλαδή, κατά την άποψή της, ότι αφού η Μεσόγειος είναι «περίκλειστη θάλασσα», άρα και το Αιγαίο είναι περίκλειστη θάλασσα και ως εκ τούτου, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η υφαλοκρηπίδα μοιράζεται στη μέση ανάμεσα στα παράκτια κράτη.

Η ΑΓΚΥΡΑ, δηλαδή, επεξεργάζεται συστηματικώς και σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο τη θέση ότι η μοναδική λύση στο πρόβλημα είναι η μοιρασιά του Αιγαίου στη μέση για να ικανοποιηθούν όλοι.

ΣΤΟΝ ΚΑΘΑΡΑ επιχειρησιακό τομέα δεν χρειάζεται να υπενθυμιστούν οι συστηματικές προκλήσεις της Αγκυρας από τον 25ο μεσημβρινό και ανατολικά, με εμφανή στόχο τον αποκλεισμό -και για σκοπούς του ΝΑΤΟ ενίοτε- όλων των ελληνικών νησιών του Αν. Αιγαίου.

ΤΟ ΙΔΙΟ θέλει να πράξει τώρα, για οικονομικούς σκοπούς, με τη συνδιαχείριση και συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ τυχαίο ότι πρόθυμος αρωγός σ' αυτή την τουρκική επιδίωξη εμφανίστηκε την περασμένη Κυριακή σε συνέντευξή του ο Ρίτσαρντ Μόρνινγκσταρ, Αμερικανός διπλωμάτης, ειδικευμένος σε θέματα ενέργειας, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ε.Ε. επί προεδρίας Κλίντον και νυν ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για θέματα ενέργειας στην Κασπία.

Ο Ρ. ΜΟΡΝΙΝΓΚΣΤΑΡ λοιπόν, παριστάνοντας ατυχώς τον αφελή και αδαή περί τα ελληνοτουρκικά, ανέφερε ότι η Αθήνα και η Αγκυρα, ακολουθώντας το πρότυπο άλλων χώρων με προβλήματα χάραξης θαλασσίων συνόρων, μπορούν να ακολουθήσουν την ίδια συνταγή:

Να συμφωνήσουν και οι δύο σε «επωφελή εμπορική διευθέτηση» του Αιγαίου, αν υπάρχει μεγάλο οικονομικό όφελος, αφήνοντας τις οριστικές λύσεις για αργότερα.

Η «ΛΥΣΗ» αυτή προϋποθέτει βεβαίως ότι οι δύο χώρες θα συναποφασίσουν να συνερευνήσουν το Αιγαίο για αξιόλογα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, με άλλα λόγια θα ορίσουν από κοινού τις έρευνες ή και την εξόρυξη.

ΕΠΟΜΕΝΩΣ η Αγκυρα στη μέση του Αιγαίου θα απαιτήσει το δικαίωμα στον έλεγχο και την προστασία των «περιοχών της» προς εκμετάλλευση, αποκόπτοντας όμως κατ' ανάγκην τα ανατολικά νησιά από τον ελληνικό ηπειρωτικό κορμό. Αν αυτό μοιάζει με φαντασία, ας υπενθυμίσουμε ότι η Αγκυρα από καιρό έχει συστήσει την κρατική εταιρεία υδρογονανθράκων της, την TRAO.

ΤΟ ΙΔΙΟ πράττει τώρα καθυστερημένα η Αθήνα με τη δική της κρατική εταιρεία ελέγχου υδρογονανθράκων. Η συνέχεια θα φανεί λίαν προσεχώς.


Ελευθεροτυπία 5/8/10,

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=05/08/2010&id=190357

Θεόδωρος Ζιάκας, "Πέρα από το Άτομο" - Βιβλιοκριτική Γ. Δ. Ιωαννίδης

Βιβλιοκριτική: "Πέρα από το Άτομο"
Τετάρτη, 20 Φεβρουάριος 2008 05:01

του Γιάννη Δ. Ιωαννίδη
( Πέρα από το Άτομο... του Θεόδωρου Ι. Ζιάκα, Αθήνα, Αρμός, 2003 )

Όταν το 1989 γκρεμιζόταν το «τείχος τού Βερολίνου», πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν πως η λήξη τού «ψυχρού πολέμου» – τού πρώτου παγκόσμιου κλεφτοπολέμου κατά τον 20ό αιώνα – θα συνοδευόταν από μια αδιατάρακτη πλέον άνθιση τής ειρήνης, τής συνεργασίας και τών δημοκρατικών δικαιωμάτων σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ποιός άραγε θα μπορούσε πλέον να παρενοχλήσει,
σκέφτονταν, την ευόδωση τού παλιού σχεδίου μιάς πλανητικής εξάπλωσης τών ριζοσπαστικών ιδεών τού ουμανιστικού Ανθρωπισμού, που ξεκίνησε στη Δύση με το Διαφωτισμό και εδραιώθηκε με τη Γαλλική επανάσταση; Η γρια-Κίνα άρχιζε να δίνει γην και ύδωρ στο νεωτερικό πολιτισμό αποδεχόμενη το «οικονομικό» σκέλος τών φιλελεύθερων ιδεών – προϋπόθεση, κατά τούς μοντέρνους ανθρωπιστές, ενός παραπέρα «βαθαίματος τής Δημοκρατίας» στη χώρα τού αιώνιου κολεκτιβισμού. Όσο για το «παλαιστινιακό», αυτό τούς φαινόταν σαν ένα τοπικό πρόβλημα που σίγουρα θα έβρισκε τη λύση του με την πρόοδο τού νεωτερικού πολιτισμού σε παγκόσμια κλίμακα.

Διάψευση και νέα πόλωση
Οι ελπίδες όλων αυτών διαψεύστηκαν πάραυτα. Μόλις δυό χρόνια αργότερα, το 1991, με πρόσχημα την αποκατάσταση τής δημοκρατικής νομιμότητας στον Κόλπο, η παγκόσμια ατμομηχανή τής νεωτερικότητας, οι ΗΠΑ, υπό ρεπουμπλικανική κυβέρνηση, ξεκινούν τον πρώτο πόλεμο κατά τού Ιράκ συμπαρασύροντας όλες τις δυτικές κυβερνήσεις και τις σύμμαχές τους δυνάμεις. Το ίδιο εγχείρημα επαναλαμβάνουν λίγο αργότερα, υπό δημοκρατική κυβέρνηση αυτή τη φορά, στη Γιουγκοσλαβία. Κι ενώ το παλαιστινιακό, αντί να επιλύεται, φαίνεται να οξύνεται όλο και περισσότερο, έρχεται το χτύπημα τών Δίδυμων Πύργων τής Νέας Υόρκης στις 11 Σεπτεμβρίου τού 2001 από ισλαμιστές νεοασασίνους για να δώσει το έναυσμα για μια νέα επέμβαση στο Ιράκ, και πάλι υπό το πρόσχημα τής αποκατάστασης τής Δημοκρατίας και τών ανθρωπιστικών αρχών τού νεωτερικού πολιτισμού. Μόνο που τώρα, οι δόσεις τής ιδεολογικής προπαγάνδας και τών βομβών είναι ενισχυμένες εις τη νιοστή καθώς ο πολιτισμός αυτός θεωρεί πλέον πως αντιμετωπίζει και πάλι σε παγκόσμια κλίμακα την απειλή μιάς συντονισμένης έξωθεν «βαρβαρότητας». Το «κολεκτιβιστικό Τέρας», που φάνηκε να πέφτει καταγής με την κατάρρευση τού σοβιετικού μπλοκ, ξανασηκώνεται λοιπόν όρθιο, αυτή τη φορά με ισλαμιστικό μανδύα. Ο δεύτερος παγκόσμιος κλεφτοπόλεμος έχει αρχίσει.
Όπως συμβαίνει στις κάθε λογής συρράξεις, όλος ο κόσμος καλείται στανικώς, ή και σπεύδει αυθορμήτως, να «πάρει θέση» υπέρ τού ενός στρατοπέδου και κατά τού άλλου. Κι όπως επίσης συμβαίνει στις κάθε λογής συρράξεις, η αμοιβαία τύφλωση κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στις σκέψεις και τις συνειδήσεις τών ανθρώπων – άμεσα εμπλεκομένων ή προς το παρόν απλών θεατών --, αποπέμποντας όχι μόνο το νηφάλιο αναστοχασμό αλλά ακόμα και αυτή την κριτική και αυτοκριτική σκέψη που υποτίθεται οτι αποτελεί χαρακτηριστικό σημάδι και κλέος τού νεωτερικού ανθρώπου.

Έτσι, για παράδειγμα, ορισμένοι, εστιάζοντας στις φονταμενταλιστικές πεποιθήσεις τού προέδρου Μπους, σπεύδουν να καταλογίσουν την επέμβαση στο Ιράκ σε μια παράξενη αναζωπύρωση τού προτεσταντικού φονταμενταλισμού, κατά κάποιον τρόπο ευθέως ανάλογη τής αναζωπύρωσης τού ισλαμικού φονταμενταλισμού στο αντίπαλό του στρατόπεδο. Λησμονούν όμως οτι τέτοιου είδους πεποιθήσεις δεν χαρακτηρίζουν τον κύριο Μπλερ ή άλλους πρόθυμους συμμάχους τών ΗΠΑ, αλλά και τόσο οτι η επέμβαση αυτή στηρίχθηκε σε αμιγώς νεωτερικού τύπου προσχήματα (δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα) όσο και οτι η επέκταση τού νεωτερικού πολιτισμού στην ίδια τη Δύση δεν εδραιώθηκε ούτε αναίμακτα ούτε χωρίς βίαιες επεμβάσεις κάθε λογής.
Από την άλλη, οι όποιοι υποστηρικτές τών δικαίων τού ισλαμικού φονταμενταλισμού, εκείνοι που βλέπουν σε αυτόν μια μετεξέλιξη τού αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα τών καταπιεζομένων λαών που η νεωτερικότητα «ξέχασε» ν’ αφομοιώσει καταδικάζοντάς τους στην πείνα και την ανέχεια, φαίνεται να ξεχνούν πως, για παράδειγμα, ο αδιάκριτος σφαγιασμός «δικαίων και αδίκων» στον οποίον επιδίδονται οι ισλαμιστές «καμικάζι» αποτελεί ένα μάλλον νεωτερικό παρά προνεωτερικό φρούτο, που δεν χαρακτήριζε ούτε αυτούς τους Ασασίνους, ούτε τους Ιάπωνες καμικάζι, ούτε ακόμη τούς τρομερούς «ναρόντνικους» δυναμιτιστές κατά τις παραμονές τού 1917, και ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να δικαιώνεται με κανένα επιχείρημα.

…. Από το μηδέν
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Θεόδωρος Ζιάκας είναι από τούς λίγους εκείνους που εξακολουθούν να υπερασπίζονται το νηφάλιο κριτικό στοχασμό τών γεγονότων. Και κάτι περισσότερο: αντίθετα από μια τρέχουσα συνήθεια, κατά την οποία ο νηφάλιος στοχασμός ισοδυναμεί με απουσία θέσης, ο Ζιάκας παίρνει θέση. Είναι όμως τέτοιας έκτασης και χρονικού βάθους η εξάπλωση τής τύφλωσης και η λατρεία τής συνθηματολογίας, που για να μάς εξηγήσει τη θέση του οφείλει να ξεκινήσει από το … μηδέν.
Για όσους έχουν παρακολουθήσει την έως τώρα συγγραφική πορεία του από το Έθνος και Παράδοση έως το Η έκλειψη τού υποκειμένου, τής αρθρογραφίας του συμπεριλαμβανομένης, η θέση τού Ζιάκα είναι εκπληκτικά απλή. Τα πολιτικά προβλήματα που παρακολουθούμε, και στα οποία καλούμαστε να απαντήσουμε, δεν είναι διαχειριστικά προβλήματα αλλά ουσιαστικά προβλήματα πολιτισμού. Είναι, συγκεκριμένα, δομικά προβλήματα τού νεωτερικού πολιτισμού. Συνδέονται μάλιστα άμεσα με το γεγονός οτι τα διάφορα κινήματα υπέρβασης τού κυρίαρχου σήμερα πολιτισμού, τού νεωτερικού πολιτισμού, απέτυχαν ριζικά κι αυτό, επειδή, παρά τις όποιες διακηρύξεις τους, τα προτάγματά τους αποτελούσαν ουσιαστικά υποσύνολα προτάγματα τού νεωτερικού προτάγματος και συνεπώς δεν ήταν δυνατόν να τον υπερβούν. Έτσι, ο θρίαμβος τού νεωτερικού πολιτισμού τον οδήγησε στη «μεταμοντέρνα» φάση τής μηδενιστικής αποσύνθεσής του, την οποία ψηλαφούμε ήδη από τη δεκαετία τού 1960 και βιώνουμε πλέον όλο και εντονότερα εδώ και μερικά χρόνια. Υπάρχει παρ’ όλα αυτά ένα πρόταγμα πολιτισμού, με πιστοποιητικά μιάς ορισμένης ιστορικής του πραγμάτωσης επιπλέον, στο οποίο μπορούμε να ανιχνεύσουμε τα βασικά κλειδιά μιάς υπέρβασης τού νεωτερικού πολιτισμού. Πρόκειται για το χριστιανικό προσωποκεντρικό πρότυπο, το οποίο επεξεργάστηκαν οι Έλληνες Πατέρες τής ορθόδοξης Εκκλησίας και το οποίο συνδέεται πολιτειακά με την παράδοση τού ελληνικού κοινοτισμού.
Γνωρίζοντας ότι, στη σημερινή εποχή, βασικά εννοιολογικά εργαλεία του όπως το «έθνος», η «παράδοση» και η «ορθοδοξία» δεν είναι ούτε δημοφιλή αλλά, κυρίως, ούτε κατανοητά, ο Ζιάκας – ένας από τούς όλο και πιο σπάνιους σήμερα στοχαστές που δεν πληρώνεται για να στοχάζεται – αφιέρωσε χρόνο, μελέτη, έρευνα και κόπο πολύ ώστε να τα εξηγήσει με τρόπο ικανοποιητικό για τις απαιτήσεις τού σύγχρονου κριτικού-αναλυτικού νοός.
Στο Έθνος και Παράδοση προσδιόρισε το έθνος ως «δομή παραδόσεων». Προσδιόρισε τις παραδόσεις ως το σύνολο εκείνων τών διεργασιών θέσμισης κοινωνικών σημασιών, δια τών οποίων η ανθρωπότητα εκπολιτίζει τον εαυτό της μετασχηματίζοντας τον άνθρωπο από ύπαρξη σε υποκείμενο. Υπογράμμισε το ρόλο τής «ιδανικής προτύπωσης» σε αυτές τις υποκειμενοποιητικές διαδικασίες: ο παιδαγωγικός μετασχηματισμός τού ανθρώπου από ύπαρξη σε υποκείμενο πραγματοποιείται μέσω τής θέσμισης προτύπων. Διέκρινε, στο εσωτερικό κάθε έθνους, τις παραδόσεις σε «ηγετικές» (εκείνες που κρατούν στα χέρια τους την Παιδεία), «κεντρικές» (εκείνες που διαθέτουν την ευρύτερη λαϊκή αποδοχή) και «περιφερειακές». Προσδιόρισε τις διαφορετικές εθνικές ταυτότητες με βάση τις προηγούμενες διακρίσεις και επιπλέον διέκρινε την «ελληνική άποψη» από τις δυναμοκεντρικές προτυπώσεις, στις οποίες συγκαταλέγεται κατ’ εξοχήν και ο νεωτερικός ατομοκεντρικός πολιτισμός. Τοποθέτησε τις επιμέρους εθνικές ταυτότητες μέσα στα ευρύτερα συναφή προς αυτές οικουμενικά πλαίσια και τέλος, σε συνάρτηση με όλα αυτά, μάς μετέφερε την άποψή του για την «ελληνική άποψη» και τις αλλοτριώσεις που υπέστη κατά την προέλαση τού νεωτερικού προτύπου, καταθέτοντας ταυτόχρονα τη θέση ότι «η Ορθοδοξία είναι η ελληνική Οικουμένη», η οποία χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι «είναι ηγεμονία κυρίως πνευματική [και] δεν έχει εξουσιαστικό περιεχόμενο».
Λίγο αργότερα, στην Έκλειψη τού υποκειμένου, εστίασε την προσοχή μας αφ’ ενός στην προϊούσα κρίση τού νεωτερικού πολιτισμού, την οποία εντόπισε στο γεγονός ότι, στα πλαίσιά του, το υποκείμενο τείνει να επισκιασθεί από τις συστηματοποιές δομές και έτσι να εκλείψει και αφ’ ετέρου, σε μια αναλυτική καταγραφή τών βασικών δεδομένων ανα-αποκάλυψης τού υποκειμένου, την οποία παρέχει το ορθόδοξο χριστιανικό προσωποκεντρικό πρόταγμα.
Τι είναι πολιτισμός;
Τώρα, στο Πέρα από το Άτομο, ο Ζιάκας επιχειρεί μια ανασύνθεση τών προηγούμενων εργασιών του επαναλαμβάνοντας την κεντρική θέση του αλλά αυτή τη φορά μέσα από ένα πολύ ευρύτερο συνθετικό διάβημα. Και μάς ξεκινά πράγματι, όπως προείπαμε, από το μηδέν, δηλαδή χωρίς κανένα αυτονόητο, αφού έχει πλέον διαπιστώσει πως οι όποιες μελέτες ή διαμάχες γύρω από τούς πολιτισμούς γίνονται χωρίς ποτέ να έχει οριστεί τι εστί πολιτισμός και σε τι ακριβώς μπορεί να συνίσταται μια πολιτισμική (και κατ’ επέκταση εθνική) ταυτότητα μέσα στο ποτάμι τών πολυποίκιλων ιστορικών μεταλλάξεων.

Για να διακρίνουμε όμως την ταυτότητα ενός πολιτισμού, οφείλουμε να γνωρίζουμε τι συνιστά πολιτισμό, δηλαδή ποιά είναι η ιδρυτική πράξη κάθε πολιτισμού εν γένει. Κι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο «ακαδημαϊκό» ερώτημα. Είναι ένα δραματικά πρακτικό ερώτημα, διότι αφορά στη συγκρότηση μιάς κοινής παραδοχής και άρα μιάς βάσης για συνενόηση και διάλογο μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμών, δηλαδή μιάς συμφιλίωσης τών λαών.

Φυσικά κάθε πολιτισμός ισχυρίζεται ότι, συγκροτούμενος, προσδιορίζει και μια τέτοια παραδοχή, την οποία μάλιστα θεωρεί υψηλότερου επιπέδου από τις προηγούμενες και την προτείνει έτσι σαν οικουμενική. Το θέμα όμως είναι κατά πόσον η παραδοχή αυτή είναι μυθολογικής φύσεως ή όχι. Ο νεωτερικός πολιτισμός για παράδειγμα θεμελιώθηκε στην ιδέα τής «αέναης προόδου», μιάς «αμετάκλητης ανάπτυξης τών παραγωγικών δυνάμεων», σε συνδυασμό με μια εξίσου αμετάκλητη κατοχύρωση τής «εξατομίκευσης». Αν όμως παρακολουθήσουμε τούς πλέον οξυδερκείς ανατόμους τής νεωτερικότητας, θα δούμε ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.

Αναιρώντας την παραμυθία περί «αόρατου χεριού» και διαπιστώνοντας την τραγική ελλειπτικότητα ακόμα και τής ίδιας τής εξατομίκευσης στη νεωτερική αστική κοινωνία, ο Χέγκελ προσδιόρισε ως ιδρυτική πράξη κάθε πολιτισμού όχι την αέναη πρόοδο αλλά μια έως θανάτου μάχη μεταξύ Κυρίου και Δούλου. Ο Μαρξ, στα ίδια ίχνη πατώντας, έθεσε ως ιδρυτική πράξη κάθε πολιτισμού – άρα και τού νεωτερικού -- την έως θανάτου πάλη μεταξύ τών κυρίαρχων και τών υπόδουλων Τάξεων. Ο Νίτσε, στην εποχή τού ανερχόμενου ευρωπαϊκού μηδενισμού, διαπίστωσε πως κάθε πρόοδος στηρίζεται σε ανθρώπινες θυσίες με την πιο κυριολεκτικά ανατριχιαστική έννοια τού όρου. Ο Φρόυντ τέλος, μίλησε για την ιδρυτική «πατροκτονία». Κοντολογίς, όλοι τους εντόπισαν ως ιδρυτική πράξη πολιτισμού μια πράξη βίας. Αλλά και όλοι τους υπαναχώρησαν ενώπιον αυτού τού εκτυφλωτικού γεγονότος και, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ξαναμυθοποίησαν και επανιεροποίησαν τη βία. Η «αέναη πρόοδος» και η «εξατομίκευση» έχουν λοιπόν κι αυτές τούς μύθους τους, με τούς οποίους αποκρύβουν την αλήθεια πάνω στην ίδρυση τής νεωτερικότητας.

Σύνθεση θυσιαστικής ανθρωπολογίας, τριλεκτικής μεθόδου και προσωποκεντρικής οντολογίας

Ο Ζιάκας δεν είναι διατεθειμένος να υπαναχωρήσει. Την απάντησή του στο ερώτημα «τι είναι αυτό που συγκροτεί πολιτισμό;» τη θεμελιώνει, στηριγμένος γερά πάνω στις προηγούμενες μελέτες του, σε μια πρωτότυπη σύνθεση τριών πηγών. Τη θυσιαστική θεωρία τού Ρενέ Ζιράρ, την τριλεκτική μέθοδο τού Άσγκερ Γιόρν και την προσωποκεντρική οντολογία των Ελλήνων Πατέρων τής χριστιανικής Εκκλησίας.

Από τον Ζιράρ συγκρατεί, και μάς αναπτύσσει, κυρίως τη θέση οτι κάθε πολιτισμός θεμελιώνεται πάνω στη θυσία και στο φαινόμενο τής αποπομπής («αποδιοπομπαίοι τράγοι»), και τη θέση για την τριγωνική φύση τής επιθυμίας (επιθυμία-αντικείμενο-πρότυπο). Έτσι, συνδέοντας τον Ζιράρ με τον Γιόρν, διακρίνει τούς πολιτισμούς κατ’ αρχήν με βάση τον τρόπο τριλεκτικής διαχείρισης τής θυσίας-αποπομπής και τής επιθυμίας: (α) Σύνθεση αντικειμένου-προτύπου με αποπομπή τής επιθυμίας (κολεκτιβιστικοί πολιτισμοί της Ανατολής) (β) Σύνθεση επιθυμίας-αντικειμένου με αποπομπή τού προτύπου (νεωτερικός ατομοκεντρικός πολιτισμός) Και (γ) σύνθεση επιθυμίας-προτύπου με αποπομπή τού αντικειμένου (αρχαιοελληνικός και χριστιανικός προσωποκεντρικός ελληνικός πολιτισμός).

Από τον Γιόρν συγκρατεί αφ’ ενός, όπως είδαμε, την τριλεκτική μέθοδο, σύμφωνα με την οποία κάθε κατάσταση δεν προσδιορίζεται από τη διαλεκτική αντίθεση μεταξύ δύο πλευρών αλλά από την ένταση μεταξύ τριών πλευρών, όπου οι δύο έρχονται σε αμοιβαία «συμπαιγνία» αποπέμποντας την τρίτη. Αφ’ ετέρου, συγκρατεί την ιδέα τής τριλεκτικής συγκρότησης τού ευρωπαϊκού πολιτισμού, την οποία ο Δανός στοχαστής διατύπωσε το 1964 (στο Αγριότητα, Βαρβαρότητα και Πολιτισμός, στα ελληνικά εκδόσεις «Αλήστου Μνήμης», 2003) και σύμφωνα με την οποία οφείλουμε να διακρίνουμε σε αυτόν μια λατινική-κολεκτιβιστική πλευρά, μία νορδική-ατομοκεντρική (συνεισφορά τών Βόρειων λαών τής Μεγάλης Μετανάστευσης) και μια ελληνοβυζαντινή-προσωποκεντρική πλευρά, η οποία αναφέρεται στην καθ’ ημάς Ανατολή. Έτσι, στον εδώ και δύο αιώνες κυρίαρχο πολιτισμό, σ’ αυτό που κάπως θολά συνηθίζουμε ν’ αποκαλούμε δυτικό πολιτισμό ή Δύση, ο Ζιάκας βλέπει μία σαφή «συμπαιγνία» μεταξύ τής λατινικής-κολεκτιβιστικής πλευρά και τής νορδικής-ατομοκεντρικής με ηγετική τη δεύτερη, στηριγμένη στην αποπομπή τής χριστιανικής-προσωποκεντρικής πλευράς τής καθ’ ημάς Ανατολής. Άκρως ενδιαφέρουσες εδώ, σε σχέση με τα σημερινά παγκόσμια δράματα, είναι οι παρατηρήσεις τού Ζιάκα για τις εντάσεις μεταξύ Βορρά-Νότου και Ανατολής-Δύσης, καθώς και η επισήμανση οτι το Ισλάμ ανήκει στον ευρωπαϊκό πολιτισμό και ειδικά σαν μια κολεκτιβιστική συνιστώσα του.
Τέλος, από τούς Έλληνες Πατέρες ο Ζιάκας συγκρατεί σ’ αυτή τη «Γενική Εισαγωγή» του κυρίως την ανθρωπολογική κλίμακα, κατά την οποία οι άνθρωποι διακρίνονται σε «δούλους», «μισθωτούς» και «φίλους» τού Θεού. Οι πρώτοι, μάς εξηγεί, αφορούν τα κολεκτιβιστικά πολιτισμικά πρότυπα, όπου προέχει η υπακοή και η συμμόρφωση. Οι δεύτεροι τα ατομοκεντρικά, όπου προέχει η ισότιμη ανταλλαγή με όρους αμοιβαίου ωφελιμισμού. Οι τρίτοι αφορούν στο προσωποκεντρικό πρότυπο, όπου προέχει η αυθυπερβατική αγάπη.
Βεβαίως, κανείς πολιτισμός δεν είναι αμιγής. Σε κάθε πολιτισμό μπορούμε να διακρίνουμε κολεκτιβιστικές, ατομοκεντρικές και προσωποκεντρικές παραμέτρους. Το καίριο όμως σημείο, εκείνο που δίνει σε κάθε πολιτισμό την ιδιαίτερη ταυτότητά του, είναι το ποιά από τις τρείς αποτελεί την ηγετική παράδοσή του και συνεπώς το ηγετικό πρότυπο τής Παιδείας του ως σύνολο διεργασιών διαμόρφωσης υποκειμένων. Έτσι, σε ό,τι αφορά τον κυρίαρχο νεωτερικό πολιτισμό ο Ζιάκας δικαίως συμπεραίνει ότι πρόκειται για συμπαιγνία «δούλων»-«μισθωτών», δηλαδή λατινικού κολεκτιβισμού και νορδικού ατομοκεντρισμού με ηγετική παράδοση και πρότυπο το νεωτερικό Άτομο. Το Πρόσωπο λοιπόν, ηγετικό πρότυπο τού ελληνοβυζαντινού πολιτισμού, είναι εκείνο που σήμερα αποπέμπεται μαζί του.
Υπάρχει διέξοδος;
Ανατέμνοντας τη σημερινή κατάσταση τού νεωτερικού πολιτισμού, με πλήθος επιχειρημάτων (όπως είναι η αύξουσα κυριαρχία τού ατομικισμού, υποκειμενισμού, τού σχετικισμού και τού εν γένει αποδομητικού πνεύματος) ο Ζιάκας αποφαίνεται ότι έχει ήδη διέλθει το κατώφλι τής «μεταμοντέρνας» μηδενιστικής αποσύνθεσής του. Δεν πρόκειται βεβαίως για μια αληθινά μετανεωτερική κατάσταση, εφόσον δεν προήλθε από μια τομή αλλά από την ίδια την εσωτερική εξέλιξη τής νεωτερικής κατάστασης. Έτσι, η παρούσα κατάσταση δεν μάς αφήνει να σκεφτούμε ως πιθανές παρά δύο εκδοχές για το μέλλον, η μια ανεπιθύμητη και η άλλη επιθυμητή.

Η ανεπιθύμητη έκβαση τών σημερινών πραγμάτων συνδέεται, κατά τον Ζιάκα, με το μοναδικό σταθερό σημείο αναφοράς που εξακολουθεί να συνέχει τον αποδιοργανωνόμενο νεωτερικό πολιτισμό. Δεν είναι άλλο από τον τεχνολογικό μεσσιανισμό και τη συναφή με αυτόν λατρεία τής συστημικής-αλγοριθμικής σκέψης, που χαρακτήρισε άλλωστε όλη την εξέλιξη τής νεωτερικότητας. Και είναι ανεπιθύμητη αυτή η έκβαση διότι, αφ’ ενός μεν η προώθησή της στηρίζεται αναγκαστικά στην παντοκρατορία τού Συστήματος και συνεπώς την έκλειψη τού υποκειμένου, δηλαδή στην επικράτηση ενός νέου «Μεσαίωνα», όχι πλέον «θεοκρατικού» αλλά «μηχανοκρατικού», και αφ’ ετέρου, διότι αυτή ακριβώς η εξέλιξη θα σημαδέψει τη μετατροπή τού ανθρώπου σε βιορομπότ, οδηγώντας στα άκρα την ήδη επιτυχημένη από τη νεωτερικότητα μετατροπή του σε χρονο-ανταλλακτικό.

Η άλλη έκβαση, η επιθυμητή, συνδέεται κατά τον Ζιάκα με μια «επιστροφή» τού αποπεμφθέντος από τη νεωτερικότητα προσωποκεντρικού προτύπου, όπως το επεξεργάστηκαν οι Έλληνες Πατέρες στην εποχή τους και οφείλουμε να επεξεργαστούμε περισσότερο σήμερα, αποβάλλοντας τις αλλοτριώσεις που υπέστη το χριστιανικό μήνυμα τόσο από τη λατινική-κολεκτιβιστική και από τη νορδική-ατομοκεντρική κυριαρχία, όσο και από την ίδια την καθ’ ημάς Ανατολή στην αγωνία της να συμμετάσχει στο νεωτερικό πολιτισμό – θέμα καίριο, με το οποίο φαίνεται οτι ο Ζιάκας θα καταπιαστεί διεξοδικά στο δεύτερο μέρος τού Πέρα από το Άτομο, το οποίο μάς έχει ήδη υποσχεθεί.
Τι θα μπορούσε όμως, αναρωτιέται εύλογα ο αναγνώστης, να ευνοήσει αυτήν εδώ την «επιστροφή» στις παρούσες, άκρως σκοτεινές κι επικίνδυνες συνθήκες; Η απάντηση τού Ζιάκα είναι σαφής. Η πορεία τού δυτικού πολιτισμού από τον κολεκτιβισμό προς το νεωτερικό ατομοκεντρισμό και τη σημερινή μηδενιστική αποσύνθεση είναι από πάρα πολλές πλευρές ανάλογη τής πορείας τού ελληνικού πολιτισμού από την βαθύτερη αρχαιότητα έως και τούς ελληνιστικούς χρόνους. Ωστόσο, ο ελληνικός πολιτισμός κατόρθωσε τότε να κάνει το επόμενο βήμα. Δεξιώθηκε το προσωποκεντρικό μήνυμα τού Χριστού και μάλιστα παρήγε έναν οικουμενικής εμβέλειας πολιτισμό επ’ αυτού. Έχει λοιπόν στη διάθεσή του τα βασικά «κλειδιά» για μια οικουμενικής εμβέλειας απάντηση στη σημερινή αγωνία τού θνήσκοντος νεωτερικού πολιτισμού. Κι έτσι, για άλλη μια φορά στην ιστορία του, ο ελληνικός πολιτισμός καλείται σήμερα «να δώσει τα φώτα του» στον κόσμο. Θ’ ανταποκριθεί άραγε στην πρόκληση τών καιρών;
Στο Πέρα από το Άτομο θα πρέπει λοιπόν να δούμε κάτι περισσότερο από ένα βιβλίο. Θα πρέπει να δούμε ένα «σημείο» που μάς δείχνει ότι είναι υπαρκτή η δυνατότητα τής ανταπόκρισης τού ελληνικού πολιτισμού στην πρόκληση τών καιρών. Σαν βιβλίο πάντως οφείλουμε να το μελετήσουμε, χωρίς να φεισθούμε τών κόπων που απαιτεί, και από την πλευρά τού αναγνώστη, ένα τόσο διευρυμένο συνθετικό εγχείρημα.

πηγή http://www.antifono.gr/portal/πρόσωπα/Ζιάκας

Θ. Ζιάκας, Η κριτική στο Διαφωτισμό

Θ. Ζιάκας, Η κριτική στο Διαφωτισμό

(Ολόκληρο το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Αρδην, Τεύχος 27, 2000 και μπορεί να αναζητηθεί στην ιστοσελίδα του περιοδικού: http://www.ardin.gr)

http://herrkbiblio.wordpress.com

Περίληψη

Ο Διαφωτισμός είναι η ψυχή, του νεώτερου δυτικού πολιτισμού, της νεωτερικότητας. Αν κάνουμε κριτική στον Διαφωτισμό είναι γιατί έχουμε να τα βάλουμε με δύο λογιών κυρίαρχους ιδεολογικούς κάλους: Από τον πρώτο βασανίζονται αυτοί που νομίζουν ότι βρισκόμαστε ακόμη στον 18ο αιώνα και ότι το θέμα είναι να κάνουμε στην Ελλάδα τη Γαλλική Επανάσταση. Από το δεύτερο είδος ιδεολογικού κάλου υποφέρουν εκείνοι που όψιμα ανακάλυψαν τα αγαθά του καπιταλισμού. Και νομίζουν ότι ο “ύστερος” καπιταλισμός, ο αμερικάνικος, είναι ο ανυπέρβλητος ορίζοντας της ανθρωπολογικής εξέλιξης. Δεν βλέπουν, οι μεν και οι δε, ότι η νεωτερικότητα έχει πεθάνει και στρέφονται εναντίον όσων ψάχνουν για μετανεωτερική διέξοδο. Μας βλέπουν σαν περίεργα όντα, εκτός τόπου και χρόνου. Που δεν καταλαβαίνουμε ότι ρίχνουμε νερό στο μύλο του φοβερού φονταμενταλισμού.
Στόχος της κριτικής μας δεν είναι, ασφαλώς, να τους “πείσουμε”. Η κριτική στον Διαφωτισμό είναι πρωτίστως αυτοκριτική. Γιατί οι εν λόγω “κάλοι” είναι και δικοί μας. Για να απαλλαγούμε τελείως απ’ αυτούς, πρέπει να κατανοήσουμε τι ακριβώς ήταν ο Διαφωτισμός.
Κάθε πολιτισμός έχει τη διαχρονική του “ταυτότητα”, αφού “διαρκεί” κάποιο “διάστημα”, – ώσπου να αντικατασταθεί από έναν άλλο πολιτισμό. Αυτό σημαίνει ότι για το διάστημα της “ζωής” του λειτουργούν δυνάμεις αναπαραγωγής, που νικούν μέσα του τις δυνάμεις της καταστροφής.
Οφείλουμε λοιπόν να κατανοήσουμε ποιες είναι οι δυνάμεις αναπαραγωγής ενός πολιτισμού και ποιες οι αντιφάσεις του. Η γενικότερη ανάλυσή μας δείχνει ότι ο άξονας αναπαραγωγής ενός πολιτισμού δεν μπορεί να είναι άλλος από το ανθρωπολογικό του πρότυπο. Το πρότυπο αυτό κάποια στιγμή εξαντλείται: η κοινωνικά συνεκτική αυτοκατανόηση, που αυτό υπαγορεύει, αποσαθρώνεται και τότε η κοινωνική αναπαραγωγή λειτουργεί μόνο από κεκτημένη ταχύτητα. Είναι η φάση του “τέλους”, μια φάση που μπορεί να κρατήσει και αιώνες. Σ’ αυτήν τη φάση βρίσκεται σήμερα η νεωτερικότητα.
(Το πρότυπο του Διαφωτισμού θεωρείται συγγενές με το αρχαιοελληνικό. Ομως το αρχαιοελληνικό πρότυπο το ερμηνεύουμε από τη δυτική σκοπιά, με βάση το δυτικό πρότυπο. Αδυνατούμε έτσι τελείως να διακρίνουμε ότι έχουν διαμετρικά αντίθετο χαρακτήρα: ότι το αρχαιοελληνικό Άτομο είναι κοσμο-αναφορικό (αναφέρεται σε έναν Λόγο Κοινό, που είναι κοσμικός), ενώ το νεωτερικό Άτομο είναι αυτο-αναφορικό).
Κάθε πολιτισμός έχει τους προφήτες του. Τις αντιφάσεις του ιδρυτικού ανθρωπολογικού προτύπου του κάποιοι τις διέκρίνουν, πριν ακόμη αυτές εκδηλωθούν. Οι κριτικοί της πρώτης φάσης καταδικάστηκαν συνοπτικά ως φερέφωνα του Παλιού Καθεστώτος και ξεχάστηκαν. Κεντρικό σημείο της κριτικής τους ήταν η καταγγελία ότι οι διαφωτιστές επιχειρούν να θεμελιώσουν κοινωνία στον Μηδενισμό. Ότι η αναμενόμενη έξαρση του ατομικισμού θα καταστρέψει κάθε δυνατότητα κοινωνικής συμβίωσης.
Η ανερχόμενη νεωτερικότητα ενσωμάτωσε και ξεπέρασε γρήγορα την κριτική αυτή, μέσω της στροφής στον Ρομαντισμό. Ο ρομαντισμός προσέδωσε “βάθος” στην επικίνδυνα ρηχή υλιστική “εσωτερικότητα”, με την οποία οι πατέρες του Διαφωτισμού είχαν προικίσει το νεωτερικό Άτομο. Η ρομαντική ιδεολογία αντιστοιχούσε στον ιστορικό συμβιβασμό “ανάμεσα στην ανερχόμενη αστική τάξη και στη φεουδαρχική αντίδραση”.
Έκτοτε, η κριτική του Διαφωτισμού παραμερίζεται από την κριτική του “συμβιβασμού” και κατατείνει στο αίτημα της ολοκλήρωσης του νεωτερικού προγράμματος. Τη σημαία αυτού του είδους της κριτικής την πήρε, από ένα σημείο και πέρα, ο Μαρξ και οι επίγονοί του. Η βασική θεματική της: Η αστική τάξη πρόδωσε τους σκοπούς της δημοκρατικής επανάστασης. Την εκπλήρωσή τους την αναλαμβάνει πλέον το προλεταριάτο, ο “νεκροθάφτης” της. Ο καπιταλισμός είναι κατά βάθος πολύ προοδευτικός: σαρώνει αμείλικτα την “προϊστορία” του ανθρώπου. Επαναστατικοποιεί σε τέτοια κλίμακα και με τέτοιο ρυθμό τις “παραγωγικές δυνάμεις”, που δημιουργεί, άθελά του, την υψηλή τεχνολογική βάση, που είναι αναγκαία για την έλευση της αταξικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας όπου θα έχει εξαλειφθεί κάθε καταπίεση και εκμετάλλευση. Και όπου θα μπορεί, το νεωτερικό Άτομο, να αυτοπραγματώνεται όπως του αρέσει. Απολύτως ελεύθερα: Θέλει να δουλεύει, θα δουλεύει. Θέλει να ψαρεύει, θα ψαρεύει: το όνειρο κάθε μικρού και μεγάλου παιδιού, την Παιδική Χαρά, θα την κάνουμε, επιτέλους, κοινωνική πραγματικότητα.
Στο μεταξύ, οι ρομαντικές φτιασιδώσεις του καπιταλισμού έγιναν περιττές. Ξαναγυρίσαμε στη μηχανόμορφη ατομικότητα, στο Άτομο που χωρίς ενδοιασμούς αυτοκατανοείται ως μηχανή. Μια μηχανή εφοδιασμένη με τους ορθολογικούς στόχους του Εγώ, σαν εσωτερικό γυροσκόπιο. Το νεωτερικό Άτομο δεν έχει πια ανάγκη να κρύβεται πίσω από τη συναισθηματική αχλύ απροσδιόριστων ρομαντικών ψευδαισθήσεων. Ο ορθολογισμός του απελευθερώνεται. Μπορεί τώρα να χειρίζεται άνετα λαούς ολόκληρους σαν βαγόνια κάρβουνο.
Ο μαρξισμός βοήθησε τον καπιταλισμό να ενσωματώσει και να χειραγωγήσει με επιτυχία την αντίσταση στην οικουμενική του εξάπλωση. Η κατάρρευση του μαρξισμού έθεσε τέλος στη γιγάντια αυτή μετάθεση-απόκρυψη του πραγματικού προβλήματος. Η κριτική δεν μπορούσε παρά να ξαναγυρίσει στον ανθρωπολογικό της πυρήνα.
Ο 20ος αιώνας, λέει ο Καμύ, απέδειξε πως ο προφήτης μας δεν ήταν αυτός που νομίζαμε, δηλαδή ο Μαρξ, αλλά ο Ντοστογιέφσκυ. Οι μαρξιστές άρχισαν να προβληματίζονται. Βέβαια το μεγαλύτερο μέρος τους εγκλωβίστηκε πάλι στη λογική της “προδοσίας”: Ο Χρουτσώφ “πρόδωσε” τον Στάλιν. Ο Στάλιν “πρόδωσε” τον Λένιν. Ο Λένιν “πρόδωσε” τον Μαρξ. Ο ώριμος Μαρξ “πρόδωσε” τον νεαρό Μαρξ. Κάποιοι όμως βρήκαν το κουράγιο να σπρώξουν το μαχαίρι της αυτοκριτικής μέχρι το κόκαλο (το δικό τους εννοείται): “Μέσα από τη μετατροπή του σε ιστορική πραγματικότητα, ο Διαφωτισμός γυρίζει σε παραφροσύνη. Ο Λόγος γίνεται Μύθος”, θα μας πει η Σχολή της Φρανκφούρτης στη Διαλεκτική του Διαφωτισμού. Κοντολογίς: Τo Άουσβιτς και τo Γκουλάγκ, δεν είναι ξένα προς την ουσία του Διαφωτισμού. Είναι η ενσάρκωσή της.
Ο Μάης του ’68 θα κλείσει χαρούμενα τον ιστορικό κύκλο του ιακωβινισμού, της επαναστατικής αυτής ψυχής του Διαφωτισμού.
Μπήκαμε έκτοτε πλησίστιοι στον “καινούργιο γενναίο κόσμο” του Μεταμοντερνισμού. Σ’ αυτή την κοσμοθεωρητική σούπα, όπου όλα έχουν την ίδια αξία και τίποτα δεν έχει αξία. Όπου απλώς παίζουμε όλοι κάποιους εφήμερους και αντιφατικούς ρόλους. Πράγμα που τώρα το ξέρουμε και τη βρίσκουμε κιόλας μ’ αυτή τη “χαρούμενη γνώση”. Ο μηδενισμός γίνεται πλέον “ευφρόσυνος”, σύμφωνα με την αιχμηρή διατύπωση του Κονδύλη.
Ο πλουραλισμός ανακηρύσσεται σε ύπατο δόγμα: Ναι σε όλα μέσα στο τίποτα. Ο καθένας είναι τώρα ελεύθερος να ασκήσει κριτική σε ο,τιδήποτε. Άρα και στον Διαφωτισμό. Όμως δεν το κάνει, γιατί βαριέται. Τι νόημα θα είχε; Ποιος θα ενοχλούνταν; Ποιος θα έδινε σημασία;
Παραδόξως, μέσα σε όλα αυτά, έρχονται να πάρουν τη ρεβάνς οι προνεωτερικές παραδόσεις. Σήκωσαν κεφάλι και αμφισβητούν τον Διαφωτισμό. Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται. Όμως η δρυς έπεσε από μόνη της, καθώς σάπισε η ανθρωπολογική της ρίζα. Η έξαρση της λεγόμενης “φονταμενταλιστικής δραστηριότητας” δεν θίγει καθόλου το Σύστημα, παρότι σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται να το ενοχλεί. Στρατηγικά είναι λυμένο το πρόβλημα αυτό για τον καπιταλισμό. Μέσω του πολιτιστικού πλουραλισμού επιτρέπει στον καθένα όχι μόνο να πιστεύει σε όποιον θεό τραβά η ψυχή του, αλλά και να τον λατρεύει όπως του αρέσει. Αρκεί φυσικά να μην κάνει ανθρωποθυσίες. Το δικαίωμα αυτό ο καπιταλισμός το κρατά μόνο για τον εαυτό του. Η ισοπέδωση των πάντων αφαιρεί προκαταβολικά κάθε νόημα από οποιαδήποτε υποτιθέμενη ανατρεπτική χειρονομία. Και είναι φυσικό: Κάθε πίστη, απ’ αυτές που διακινεί η “φονταμενταλιστική δραστηριότητα”, διαμεσολαβείται από ιδιοτελείς ανάγκες, υλικές και υπερβατικές, και τον καπιταλισμό τον ενδιαφέρουν πάρα πολύ οι ιδιοτελείς ανάγκες: Μπορεί να τις εκμεταλλευτεί και να βγάλει κάποιο κέρδος. Αυτές είναι το τυρί, που του επιτρέπουν να στήσει τη φάκα. Η όποια πίστη, στο μέτρο μάλιστα που συγκαλύπτει ή εξωραΐζει τη φάκα, είναι ευπρόσδεκτη.
Η εξωδυτική πνευματικότητα βρήκε, με τον τρόπο αυτό, τις προσβάσεις που γύρευε, για να πετύχει την εύκολη προσαρμογή-αλλοτρίωσή της, βοηθώντας συνάμα το δυτικό άτομο να ανακυκλώσει το ανθρωπολογικό του αδιέξοδο.
Για περαιτέρω ανάλυση ο Θ. Ζιάκας παραπέμπει στο βιβλίο του Η. Παπαγιαννόπουλου, Έξοδος Θεάτρου:
Η προειδοποίηση των πρώτων επικριτών του Διαφωτισμού, ότι δεν μπορεί να στηθεί κοινωνία πάνω στον μηδενισμό, αποδείχτηκε εντελώς εσφαλμένη. Ο Διαφωτισμός πραγματοποιεί μια κατ’ εξοχήν μετα-φυσική χειρονομία: δημιουργεί την οντότητα Υποκείμενο. Θεοποιεί το Εγώ και ζητά την απόλυτη ελευθερία-αυτονομία του. Το Εγώ αυτό είναι φονικό εκ κατασκευής, γιατί η αυτοεπιβεβαίωσή του προϋποθέτει την οντολογική ανυπαρξία του άλλου. Κατ’ αρχήν “φονεύει τον Θεό”, τον κατ’ εξοχήν Άλλο, προκειμένου να φονεύσει τον κάθε επί μέρους συγκεκριμένο άλλο, που προβάλλει μπροστά του σαν αξεπέραστο όριο στην αξίωσή του για αυτονομία. “Η κόλαση είναι ο άλλος”
Μοιάζει, όντως, η “κοινωνία” αυτή, με παράδοξη θεατρική σκηνή, πάνω στην οποία ανεβαίνει το αντικοινωνικό άτομο, για να φορέσει τα διάφορα προσωπεία της “κοινωνικότητας”, που θα του επιτρέψουν ακριβώς να επιδοθεί απερίσπαστο στο αντικοινωνικό χιμαιρικό κυνήγι του. Τόσο μεγαλύτερη “κοινωνικότητα” αναπτύσσει το νεωτερικό άτομο, όσο δυνατότερη είναι η εγωτική του αυτιστικότητα και όσο ισχυρότερη είναι η διατομική του αντιπαλότητα. Το κοινωνικό τούτο θέατρο γίνεται έτσι ο καθρέφτης, μέσα στον οποίο το Εγώ αναγνωρίζει τον εαυτό του. Χωρίς αυτόν τον καθρέφτη παύει να υφίσταται. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει μεγαλύτερη χίμαιρα από την πίστη ότι ένα τέτοιο Εγώ μπορεί “να ανατρέψει το σύστημα”, στο οποίο και χρωστά την εικόνα του.

Θεόδωρος Ζιάκας, Η κριτική στο Διαφωτισμό. Περιοδικό Αρδην 27 (2000)
Ηλίας Παπαγιαννόπουλος, Έξοδος θεάτρου. Δοκίμιο οντολογίας με πλοηγό τον Μόμπυ-Ντικ του Μελβίλ, Ινδικτος, 2000

Η «Δύση» ως συμπαιγνία και η απορία της «καθ’ ημάς Ανατολής» του Γιάννη Δ. Ιωαννίδη

Στις σημερινές συνθήκες ολόπλευρης κρίσης, ισοπέδωσης των πάντων, σύγχυσης και ποικίλων μηδενισμών, αναδύονται και οι ανάγκες αναζήτησης και διαλόγου. Αποφασίσαμε να αναδημοσιεύσουμε ορισμένα σημαντικά κείμενα, τα οποία έχουμε επισημάνει και τα επιλέξαμε επειδή θεωρούμε ότι συμβάλλουν σε ένα ρεύμα εναλλακτικής σκέψης και κοινωνικών πρακτικών.

Η «Δύση» ως συμπαιγνία και η απορία της «καθ’ ημάς Ανατολής»
Παρασκευή, 16 Οκτώβριος 2009 07:07

του Γιάννη Δ. Ιωαννίδη
«Ανήκουμε στη Δύση;». Μέσα στις συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης κυριαρχίας του δυτικού πολιτισμικού προτάγματος, το ερώτημα αυτό προβάλλει επιτακτικό για οποιαδήποτε διαφορετική πολιτισμική πρόταση ― είτε προέρχεται από την περιφέρεια, είτε από το εσωτερικό της «Δύσης» ― θα ήθελε, ψηλαφώντας την ιδιοπροσωπία της, να αντιπαρατεθεί σε αυτό, ή έστω και να συνδιαλεχθεί μαζί του αλλά ως διαφορετική πρόταση.
Την ίδια όμως στιγμή, και για τον ίδιο λόγο, εξίσου επιτακτικό προβάλλει και το ερώτημα : Τι είναι αυτή η «Δύση», τι είναι αυτό το «δυτικό πολιτισμικό πρόταγμα»; Μια σύντομη ματιά στο «δυτικό πολιτισμό» εύκολα μας δείχνει, ότι συναρμολογείται από τη «συμπαιγνία» ― δηλαδή την ένταση και αλληλοτροφοδότηση ― μεταξύ ενός μεγάλου κολεκτιβιστικού ρεύματος και ενός εξίσου μεγάλου ατομοκεντρικού ρεύματος1.
Πράγματι, αυτή τη συμπαιγνία μπορούμε να την ανιχνεύσουμε στην ένταση-αλληλοτροφοδότηση μεταξύ ατομοκεντρισμού και κολεκτιβισμού στο εσωτερικό της δυτικής πνευματικότητας και σκέψης τόσο στο πεδίο της φιλοσοφίας ή της ηθικής όσο και της θεολογίας ή της πολιτικής, όπου τη βλέπουμε να συμπυκνώνεται χαρακτηριστικά στις αλληλοσυγκρουόμενες απαντήσεις γύρω από το ερώτημα, εάν το άτομο προηγείται της συλλογικότητας ή το αντίστροφο ― ερώτημα καθεαυτό «σχολαστικό» και ανεπίλυτο όσο τίθεται υπ’ αυτούς τους όρους 2.

Ταυτόχρονα, πέραν του πεδίου της σκέψης, η ίδια ένταση-αλληλοτροφοδότηση χαρακτηρίζει (με αλλεπάλληλες αποτυχίες πραγμάτωσης μιας τελικής «ήρεμης σύνθεσης») την ενεργό πραγματικότητα της Δύσης ως συμφυρμός μεταξύ ενός οικονομικού φιλελευθερισμού και ενός κολεκτιβιστικού κρατισμού (ή μάλλον σχεδόν «αυτοκρατορικού» κρατισμού), που σήμερα εκδηλώνεται με τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην εξέλιξη της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης».

Να σημειώσουμε ακόμα : Τον υπερτονισμό της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» μαζί με την κατάπνιξη της προσωπικής δημιουργικότητας. Τη διεκδίκηση των «δικαιωμάτων του Ατόμου» παράλληλα με την ανάδυση του πανεπόπτη «Μεγάλου Αδελφού». Τη θέσμιση δημοκρατικού πολιτεύματος μαζί με την προπαγάνδα υπέρ των «ισχυρών κυβερνήσεων» και του πρακτικού αποκλεισμού των αντιπολιτεύσεων μέσω μιας πολιτικής αντίληψης, κατά την οποία οι αποφάσεις δεν πρέπει να λαμβάνονται με τη συμβολή των διαφωνιών αλλά με τον αποκλεισμό των αντίθετων απόψεων. Την ένταση-αλληλοτροφοδότηση μεταξύ φιλελεύθερων «δεξιών» και σοσιαλιστικών «αριστερών» κομματικών σχηματισμών (σε τέτοιο σημείο ώστε σήμερα, παράλληλα με την ιδεολογική πτώχευση και των δύο, να είναι εντελώς δυσδιάκριτη η όποια ποιοτική διαφορά τους). Την προβολή του οικονομικού προτύπου των «ελεύθερων και ίσων παραγωγών» μαζί με την άνθιση απρόσωπων εργασιακών δομών (εργοστάσια) και των μονοπωλίων. Τη συνύπαρξη της δημοκρατικής (ή ομοσπονδιακής/φεντεραλιστικής) διεκδίκησης με τον πολλαπλασιασμό μεγάλων αφηρημένων και απρόσωπων δομών, που αποκλείουν τη συμμετοχή θυμίζοντας περισσότερο «αυτοκρατορικά» παρά δημοκρατικά ή ομοσπονδιακά πρότυπα. Την ένταση-αλληλοτροφοδότηση μεταξύ του προτύπου ενός ενεργού «πολίτη» με αυτό του πειθήνιου «υπηκόου». Την τυπικά «δυτική» διαρκή και άλυτη σύγκρουση μεταξύ ατομικότητας και συλλογικότητας, ή ελευθερίας και νόμου. Τη διεκδίκηση ενός «κράτους Δικαίου» (ή κράτους-Δικαστή) μαζί με τη διεκδίκηση ενός πατερναλιστικού Κράτους, χωρίς να μπορούν να διακριθούν οι διαφορές τους. Την ένταση μεταξύ μιας πλουραλιστικής αντίληψης περί έθνους και μιας μονολιθικής αντίληψης περί κράτους, κ.λπ., κ.λπ.

Είναι συνεπώς φανερό, ότι για να απαντήσουμε στο ερώτημα «τι είναι ο δυτικός πολιτισμός;», οφείλουμε να κατανοήσουμε τα δύο αυτά μεγάλα ρεύματα, η συμπαιγνία των οποίων τον έχει συνθέσει και τον συναρμολογεί έως σήμερα. Πρόκειται απλώς για δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, ή για δύο διακριτές ιστορικές παραδόσεις;

Αφετηρία των σκέψεων που ακολουθούν, και ευελπιστούν να σκιαγραφήσουν αχνά μια απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, αποτέλεσαν οι μελέτες του μεγάλου Δανού καλλιτέχνη και φιλόσοφου Asger Jorn (1914-1973), κατά τη δεκαετία του 19603. Πέραν του γεγονότος ότι οι μελέτες αυτές (με τη διατύπωση π.χ. της «τριλεκτικής μεθόδου») καλούν σε ένα σημαντικό φιλοσοφικό αναπροσανατολισμό της δυτικής σκέψης, μάς παρέχουν για πρώτη ίσως φορά το κλειδί για να κατανοήσουμε την καίρια συνεισφορά της παράδοσης των Βόρειων λαών της Μεγάλης Μετανάστευσης (ή νορδικής4 κουλτούρας, όπως την ονόμασε ο Γιόρν) στη διαμόρφωση της λεγόμενης «Δύσης».

Πράγματι, διάχυτη παραμένει έως τώρα η αντίληψη ότι εκείνοι οι Βόρειοι λαοί (Γότθοι, Βάνδαλοι, Τεύτονες, Σάξωνες, Κέλτες, Βίκινγκς, κ.λπ.) απλώς «εκπολιτίστηκαν» από τον προϋπάρχοντα ελληνορωμαϊκό κόσμο στον οποίο δεν προκάλεσαν, για μεγάλο διάστημα και μέχρι να «τιθασευτούν», παρά καταστροφές5. Αν και η θέση αυτή δεν είναι ολότελα λανθασμένη, εφόσον καλύπτει ένα μέρος της ιστορικής πραγματικότητας, ωστόσο αποδεικνύεται εξαιρετικά ανεπαρκής, αν όχι προϊόν προκατάληψης απλώς, για όποιον θα ήθελε να κατανοήσει σε βάθος την ιστορική προέλευση του «νεοτερικού ατόμου» αλλά και μιας μεγάλης σειράς πολιτικών και πολιτισμικών συνιστωσών της σύγχρονης Δύσης, όπως είναι για παράδειγμα η πειραματική-στατιστική σύλληψη του αληθούς, η κοινοτιστική-ομοσπονδιακή δόμηση, ή η ανάδειξη της δικαστικής εξουσίας σε πρωτεύουσα πολιτική ισχύ στις Η.Π.Α.

Στη βάση της συνεισφοράς των μελετών του Γιόρν θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε πολύ σύντομα εδώ, ότι η λεγόμενη Δύση αποτελεί προϊόν της ιστορικής «συμπαιγνίας» μεταξύ μιας λατινικής κολεκτιβιστικής παράδοσης και μιας νορδικής ατομοκεντρικής παράδοσης.

Οι τρεις θεμελιακές πολιτισμικές δομές της ευρωπαϊκής Οικουμένης.
Είναι βεβαίως αδύνατο στα πλαίσια αυτού του άρθρου να εκθέσουμε τις βασικές συλλήψεις του Άσγκερ Γιόρν6. Θα επισημάνουμε απλώς εκείνη που θα μάς χρησιμεύσει πιο άμεσα για το ζήτημα που πραγματευόμαστε : τη σύλληψη του Χρόνου ως μιας «ενιαίας διάρκειας», την οποία ωστόσο οι ευρωπαϊκές γλώσσες διαιρούν σε Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον.

Από τη σύλληψη αυτή, ο Γιόρν κατέληξε να διακρίνει τρεις θεμελιώδεις πνευματικές, πολιτικές και πολιτισμικές δομές στον ευρύτατο (δυτικό και ανατολικό) ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ό,τι ονομάζουμε «ευρωπαϊκός πολιτισμός», δεν είναι παρά το τριλεκτικό παιχνίδι μεταξύ αυτών των τριών δομών. Καμμιά από αυτές δεν μπορεί να περισταλεί στις άλλες, ούτε να καταλυθεί ολοσχερώς. Γι’ αυτό και οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τόσο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα καθεμιάς, όσο και τις συμπληρωματικές αντιθέσεις τους, προς όφελος ενός ανώτερου πολιτισμού.

Οι δομές αυτές είναι κατά τον Γιόρν οι εξής:
Η Λατινική δομή, η οποία εδράζεται στην ενεργό σύνθεση [actualisation] μεταξύ παρελθόντος (ή αποτελέσματος) και μέλλοντος (ή σκοπού), ρίχνοντας σε δυνητική κατάσταση [virtualisation ή potentialisation] το παρόν (ή μέσον),
Η Νορδική δομή, η οποία εδράζεται στην ενεργό σύνθεση μεταξύ παρελθόντος (ή αποτελέσματος) και παρόντος (ή μέσου), με το μέλλον (ή σκοπό) σε δυνητική κατάσταση· και
Η Ρωσοβυζαντινή ή Ελληνοβυζαντινή δομή, η οποία εδράζεται στην ενεργό σύνθεση μεταξύ παρόντος (ή μέσου) και μέλλοντος (ή σκοπού), με το παρελθόν (ή αποτέλεσμα) σε δυνητική κατάσταση.

Ακολουθώντας τα ίχνη της σκέψης του Γιόρν, αλλά και αυτοσχεδιάζοντας από ένα σημείο και μετά με βάση τις δικές μας ανάγκες, διακρίναμε τελικά, ότι αυτές οι τρεις δομές δεν αντιστοιχούν μόνο σε τρεις διαφορετικές συλλήψεις-ενεργοποιήσεις των όψεων του Χρόνου, ούτε μόνο σε τρεις διαφορετικές συλλήψεις του πολιτικού-κοινωνικού. Αντιστοιχούν και σε τρεις διαφορετικές Στάσεις, σε τρία διαφορετικά ανθρωπολογικά πρότυπα, σε τρεις διαφορετικές συλλήψεις του Υποκειμένου και συνεπώς σε τρεις διαφορετικές συλλήψεις του παραδειγματικού εαυτού και της υποκειμενοποιητικής διαδικασίας δια της οποίας κάθε πολιτισμός διαμορφώνει τον «άνθρωπό» του7.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να καταδείξουμε πρώτα τις διαφορές μεταξύ του λατινικού και του νορδικού ανθρωπολογικού προτύπου.

Το λατινικό κανονιστικό-κολεκτιβιστικό ανθρωπολογικό πρότυπο.

Αποτελεί αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός η ικανότητα των Λατίνων να δημιουργούν και να υποστηρίζουν πετυχημένα μεγάλες ρεαλιστικές, πρακτικές αλλά απρόσωπες και ως προς αυτό αφηρημένες δομές. Στη μελέτη του «Περί Μορφής», κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Άσγκερ Γιόρν σημείωνε εύστοχα: «Η απόλυτη αποκόλληση του πραγματικού από το μη-πραγματικό […] καθώς και οι μεγάλες αφηρημένες δομές, οι καθαρές και ρεαλιστικές δομές (ρωμαϊκός κώδικας, καθολική Εκκλησία, τραπεζικό σύστημα), αποτελούν τη δύναμη των Ιταλών, την ουσιώδη συνεισφορά τους στην ευρωπαϊκή κουλτούρα, το μυστικό τους και την αδυναμία τους».

Η ικανότητα αυτή ασφαλώς πηγάζει από μια αρκετά συγκεκριμένη στάση έναντι της πραγματικότητας, από μια ιδιαίτερη νοηματοδότηση του ανθρώπινου υποκειμένου και από τη σύλληψη ενός ιδιαίτερου ανθρωπολογικού προτύπου και παραδειγματικού εαυτού. Κύρια μέριμνά της, το ιδανικό της, είναι η εξέρευση εκείνων των τρόπων δια των οποίων μια δεδομένη «συμφωνία» ή ένα δεδομένο «αποτέλεσμα» (παρελθόν) θα διαιωνιστεί στο μέλλον, διότι μόνον έτσι είναι δυνατόν να κατασκευαστεί και να ισχύσει μια «μεγάλη αφηρημένη δομή».

Αυτή η στάση και σύλληψη δεν ορίζει το Υποκείμενο, ούτε ως Άτομο, ούτε ως Πρόσωπο, αλλά ως Μέλος ― μέλος των μεγάλων απρόσωπων δομών. Μάλιστα με μια διπλή όψη: το μέλος-υπήκοος ή φορέας κανόνων σε ό,τι αφορά την παθητική του όψη και το μέλος-δημιουργός κανόνων σε ό,τι αφορά την ενεργητική8. Πράγματι, συνδετικός ιστός των μεγάλων αφηρημένων δομών είναι (και δεν μπορεί παρά να είναι) η δημιουργία, η θέσπιση και η τήρηση κανόνων 9.

Μπορούμε λοιπόν να ορίσουμε το λατινικό ανθρωπολογικό πρότυπο ως κανονιστικό υποκείμενο. Τι είδους παραδειγματικό εαυτό θεσπίζει αυτό το πρότυπο;

Στο ανθρωπολογικό πρότυπο του κανονιστικού υποκειμένου, υψηλότερη αξία θεωρείται η ικανότητα αφαίρεσης. Διότι αυτή η ικανότητα, δηλαδή η Διάνοια, αποτελεί το μόνο πρόχειρο τρόπο και το μοναδικό ισχυρό εργαλείο, με το οποίο ο άνθρωπος μπορεί να πετύχει αυτό που του ζητεί η κανονιστική στάση. Χάρη στη Διάνοια είναι δυνατό να διακριθεί ο Κανόνας (ή Κώδικας), που αναδεικνύει τη γενική-αφηρημένη (κολεκτιβιστική) κοινότητα μεταξύ πολλών διαφορετικών καταστάσεων και ανθρώπων, και που διασφαλίζει τη συντήρησή της στο μέλλον. Έτσι η ανάγκη ή το ενδιαφέρον γεφύρωσης μεταξύ παρελθόντος-μέλλοντος (ή αποτελέσματος-σκοπού) και ο αναπόφευκτα κανονιστικός χαρακτήρας της, προσανατολίζουν σταθερά τη λατινική παράδοση προς τη νοησιαρχία.

Αυτή την ανάγκη κατοχύρωσης του κανονιστικού προτύπου απηχεί και εξυπηρετεί άλλωστε η υπεραξίωση της Διάνοιας ― η οποία εμφανίζεται σε κάποιες ιστορικές στιγμές της Δύσης ως υπεραξίωση της «θεωρίας» ως συνεκτικής νοητικής κατασκευής, ικανής μάλιστα να «κατέχει τη αλήθεια» και να «αλλάξει τον κόσμο»10 ―, και η απαξιωτική έως και εχθρική στάση απέναντι στο σώμα, το συναίσθημα και την αισθητηριακή εμπειρία, η οποία θεωρείται ότι χαρακτηρίζει τον κατά γενική ομολογία θεμελιωτή της δυτικής θεολογικής (και όχι μόνο) σκέψης, τον Αυγουστίνο.

Ταυτόχρονα, με όρους Ήθους, ο μόνος πρόχειρος τρόπος διασφάλισης αυτής της γεφύρωσης και της τήρησης εις το διηνεκές των κανόνων που υπαγορεύει η Διάνοια, είναι ο ηθικισμός, έντονο χαρακτηριστικό επίσης της λατινικής οικουμένης: κατά κάποιον τρόπο, το ζωντανό υποκείμενο πρέπει εδώ να αρνείται την παρουσία της ρευστότητας μέσα του ώστε να παραμένει προσηλωμένο στον Κανόνα11.

Από μια άλλη πλευρά, σύνθεση της νοησιαρχίας και του ηθικισμού στο πεδίο της εκφοράς λόγου ― ειδικά του δημόσιου, πολιτικού λόγου ― είναι η ρητορεία, που άλλωστε αποτέλεσε το επίκεντρο της καχυποψίας και της εχθρότητας των Βόρειων λαών έναντι των Λατίνων. Αν η ρητορεία έχει συνδεθεί με την αβαθή καλλιέργεια του ύφους σε βάρος του περιεχομένου, ή την έλλειψη ενός βαθιά βιωματικού, καλλιτεχνικού και συγκινησιακού λόγου (όπως ήταν λ.χ. ο Επιτάφιος του Περικλή) προς όφελος ενός λόγου απλώς «λαοπλάνου», αυτό συμβαίνει διότι η δια του λόγου δημόσια υπεράσπιση των κανόνων σε βάρος της ζωντανής πραγματικότητας μόνο με αυτό το ύφος μπορεί να επιτευχθεί.

Το νορδικό γνωμονιστικό-ατομοκεντρικό ανθρωπολογικό πρότυπο.
Ας επιχειρήσουμε τώρα να ψηλαφήσουμε το νορδικό ανθρωπολογικό πρότυπο. Είναι γεγονός, ότι οι Βόρειοι λαοί της Μεγάλης Μετανάστευσης ήταν λαοί πολεμιστών. Η ίδια η αντίληψή τους για τη μετά θάνατον ζωή, ο δικός τους «παράδεισος», σκιαγραφούσε ένα τόπο αέναης Μάχης, όπου οι ηττημένοι ανασταίνονταν το άλλο πρωί για να συνεχιστούν οι μάχες εις τον αιώνα των αιώνων. Είναι όμως επίσης γεγονός, ότι ήταν συνάμα και αγροτικοί λαοί, που εξέφρασαν εξίσου ισχυρά την προσδοκία να συνυπάρξουν ειρηνικά με το λατινικό κόσμο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (μια προσδοκία, την οποία συχνά διέψευσαν με τελείως ανήθικους τρόπους οι Λατίνοι).

Δεν πρόκειται λοιπόν να τους κατανοήσουμε, και να δούμε την ιστορική συνεισφορά τους στη διαμόρφωση της Ευρώπης, αν επιμένουμε να τους θεωρούμε μονόπλευρα «πολεμοχαρείς» και να τους προσάπτουμε διαρκώς «πρωτόγονα ένστικτα» και μόνο. Μια συνολικότερη ματιά θα μας βοηθήσει να δούμε ακριβέστερα πώς, πού και έως ποιού σημείου στηριζόταν σε αυτούς η λατρεία του πολέμου: σε μια εργαλειακή αντίληψη, που κάποια στιγμή πέρασε από τη λατρεία του ξίφους στη λατρεία της μηχανής12.

Φαίνεται λοιπόν, ότι παραδοσιακά οι Βόρειοι λαοί αυτοχαρακτηρίζονταν ως «ελεύθεροι άνθρωποι», οι οποίοι οργανώνονται ως «ίσοι» μέσα σε μικρές κοινότητες. Φαίνεται επίσης, ότι είχαν θεσπίσει ένα «περιθώριο απόστασης» μεταξύ του ατόμου και της συλλογικότητας. Για παράδειγμα, ένα μεγάλο αριθμό διαπροσωπικών διαφορών, που συμπεριλάμβανε ακόμα και τον φόνο, όφειλαν να τον επιλύουν ανεξάρτητα από την Κοινότητα (φθάνοντας έως την αυτοδικία), η οποία επενέβαινε και είχε λόγο εκεί μόνον όταν κρινόταν ότι η συγκεκριμένη διαφορά μπορούσε να την αφορά άμεσα13.

Σημαντικό είναι, ότι αυτές τις δυο βασικές αρχές, οι λαοί αυτοί δεν τις εγκατέλειψαν (αν και τις μετασχημάτισαν) στην επαφή τους με τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό. Δεν πρόκειται δηλαδή απλώς για αρχές «πρωτόγονων λαών», οι οποίες υποτίθεται, πως εξαλείφονται με τον «εκπολιτισμό» τους! Πολύ επιγραμματικά θα αναφέρουμε εδώ, ότι ήδη πριν ασπαστούν τον χριστιανισμό14, οι Βόρειοι δεν πέρασαν από το «λαό-οικογένεια» στην Πόλη (είτε ρωμαϊκού, είτε ελληνικού τύπου) αλλά προτίμησαν να σχηματίσουν ένα είδος διακοινοτικών συνελεύσεων, οι οποίες αποτυπώθηκαν στις λεγόμενες Γκίλδες.

Ξεκινώντας κυρίως στη Γερμανία και τη Σκανδιναβία με τη μορφή συνελεύσεων για την κατασκευή και τη συντήρηση διακοινοτικών οδών (και με χαρακτηριστική τη διοργάνωση διακοινοτικών συμποσίων), σύντομα οι Γκίλδες εξελίχθηκαν σε οργανώσεις αλληλοβοηθείας και αλληλοπροστασίας (δικό τους προϊόν ήταν εξ άλλου η περίφημη Χανσεατική Ένωση), επεκτεινόμενες και στην Αγγλία. Μεταξύ άλλων, τα μέλη αυτών των οργανώσεων ορκίζονταν να τηρούν τις αρχές της αμοιβαίας εμπιστοσύνης: «Αν κάποιος από εμάς πλανηθεί, όλοι να τον στηρίξουμε στο σφάλμα του, γιατί μια κοινή μοίρα θέλουμε να μας ενώνει» (Γκίλδα του Καίμπριτζ, 10ος αιώνας). Χρήσιμο είναι να επισημάνουμε ότι από τον εκφυλισμό, την κατάπνιξη των Γκιλδών15 (ή και την απλή ιστορική μετεξέλιξή τους) προήλθαν οι Μεσαιωνικές συντεχνίες (ένα είδος μικρών ομόσπονδων κοινοτήτων των Πόλεων και μεταξύ των Πόλεων) αλλά και, πολύ αργότερα, ο εντελώς ιδιαίτερος αγγλικός συνδικαλισμός (οι trade unions με τους shop stewards) ή ακόμα και η γαλλική φεντεραλιστική πλευρά του ιστορικού Αναρχισμού. Τέλος να επισημάνουμε: Πολύ περισσότερο από την ιδέα ότι μεταξύ των Βορείων λαών υπερίσχυε το «δίκαιο του πιο δυνατού στον πόλεμο», κεντρική αρχή των Γκιλδών ήταν η Αξιοκρατία ως μια ιδιαίτερη «στατιστικού» τύπου αξίωση της αποτελεσματικότητας, που αναγνώριζε κεντρικό ρόλο στο Άτομο.

Ήδη διακρίνουμε τις ουσιώδεις διαφορές μεταξύ της λατινικής και της νορδικής σύλληψης του υποκειμένου. Η νορδική συλλογικότητα, εντελώς διάφορη από τη μεγάλη αφηρημένη δομή του λατινικού προτύπου, φαίνεται πράγματι ότι σχηματίζεται και θεσμίζεται κατά κάποιον τρόπο στην περιοχή της ηθελημένης και σκοπούμενης διασταύρωσης των ατομικών πειραματικών διαβημάτων, εμπειριών, συλλήψεων και πληροφοριών, οι οποίες «υποβάλλονται σε ανοικτή συζήτηση και σε στατιστικά κριτήρια, και οδηγούν στον καθορισμό ενός γνώμονα» 16. Αυτή η στάση και σύλληψη θεμελιώνει ως τύπο Υποκειμένου, ανθρωπολογικό πρότυπο και παραδειγματικό εαυτό, όχι το Μέλος (ούτε το Πρόσωπο) αλλά το Άτομο.

Στο σημείο αυτό οφείλουμε οπωσδήποτε να σταθούμε στην πολύ διαδεδομένη σύγχυση σε ό,τι αφορά την έννοια του Ατόμου. Ως τύπος Υποκειμένου το Άτομο δεν περιγράφει απλώς «το μη περαιτέρω τμητό» μέρος μιας ολότητας ή συλλογικότητας. Ο ορισμός αυτός είναι εξαιρετικά ποσοτικός και ασφαλώς του διαφεύγει το νεύρο του ζητήματος. Δεν θεωρούμε επίσης σωστό να προσδιορίσουμε το Άτομο, και την ιστορική ανάδυσή του, ως «στροφή εις εαυτόν» απλώς17. «Στροφή εις εαυτόν» υπάρχει και στο λατινικό Μέλος, όπως και στο ελληνικό Πρόσωπο. Το ζήτημα λοιπόν, που κάθε φορά τη διακρίνει, είναι η αφετηριακή προϋπόθεση και ο τελικός στόχος της. Παράδειγμα, το λατινικό Μέλος στρέφεται εις εαυτόν για να δημιουργήσει κανόνες (από όπου και η αποκρυστάλλωση διαφόρων εγχειριδίων «savoir vivre» ή μοραλιστικών επιτομών), κάτι που δεν χαρακτηρίζει τη στροφή εις εαυτόν του νορδικού Ατόμου (ούτε του ελληνικού Προσώπου). Ούτε πάλι το Άτομο πρέπει να συγχέεται πλήρως, παρά την ιστορική συγγένειά τους, με το νεοτερικό αυτό-αναφορικό υποκείμενο (σφάλμα ανάλογο με τη συνταύτιση της Ατομικότητας με τον ατομικισμό, ή του Εγώ με τον εγωτισμό). Τέλος δεν είναι κατά τη γνώμη μας σωστό να συνταυτίζουμε το Άτομο, ως τύπο υποκειμένου, με την ανθρώπινη Μονάδα γενικά, διότι εκείνο που προσδιορίζει κάθε φορά την ανθρώπινη Μονάδα δεν είναι η απλή, λίγο-πολύ φυσική-βιολογική «μοναδικότητά» της αλλά ο εκάστοτε υπαρκτικός προσανατολισμός της.

Το Άτομο ως τύπος υποκειμένου αποτελεί λοιπόν συνεισφορά της νορδικής παράδοσης στον δυτικό ευρωπαϊκό πολιτισμό. Αφορά στον τύπο υποκειμένου, ο οποίος αξιώνεται και βρίσκει την ταυτότητα ή ιδιοπροσωπία του με βάση τα σημεία του είναι του όπου δεν τέμνεται με τη συλλογικότητα. Με άλλα λόγια, πρόκειται για το υποκείμενο εκείνο, που θέτει μια υπαρκτική προτεραιότητά του έναντι του συλλογικού (είτε θεωρεί αυτή την προτεραιότητά του «μεταφυσικά» δεδομένη, είτε «βιολογικά» ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο). Παρ’ όλο που, κατ’ αυτό τον τρόπο, φαίνεται ότι στο Άτομο επικρατεί η νεοτερική αυτό-αναφορικότητα, ωστόσο το (νορδικής καταγωγής) Άτομο δεν χαρακτηρίζεται από την αδιαφορία του νεοτερικού αυτό-αναφορικού υποκειμένου ως προς το συλλογικό18. Απεναντίας, το νορδικό Άτομο θεωρεί την άσκηση της ατομικότητάς του ως εξαιρετικά σημαίνουσα για το συλλογικό, το οποίο ωστόσο αντιλαμβάνεται και θεσπίζει κατά τρόπο πολύ διαφορετικό απ’ό,τι λ.χ. το Μέλος.

Θεμελιώδες χαρακτηριστικό του (νορδικής καταγωγής) Ατόμου είναι η πειραματική στάση απέναντι στη ζωή, που οπωσδήποτε συνάδει με τη σύνθεση ελευθερίας-ισότητας και τη θέσπιση ενός περιθωρίου απόστασής του από το συλλογικό19. Η πειραματική στάση είναι βεβαίως επικεντρωμένη στο παρόν, αλλά (αντίθετα από το Πρόσωπο) αδυνατεί ή αδιαφορεί εγγενώς να το συλλάβει σε συνάρτηση με το μέλλον. Η απαίτηση του Ατόμου από τα πειραματικά διαβήματά του είναι, η αποτελεσματικότητα με μια ειδική έννοια: να επαληθεύουν στο παρόν το παρελθόν, δηλαδή αυτό που έχει ήδη διαπιστώσει (τις παρατηρήσεις του), αυτό που ήδη έχει συλλάβει (τα θεωρήματά του), ή αυτό που έχει ήδη πραγματώσει (τις μηχανές του). Με άλλο λόγια, η απαίτηση του Ατόμου ως τύπου υποκειμένου είναι να καθίστανται έγκυρα στο παρόν τα αποτελέσματα, ή τετελεσμένα, και όχι να διασφαλίζεται η διαιώνισή τους στο μέλλον, όπως είδαμε ότι συμβαίνει με το λατινικό Μέλος.

Επομένως, ως υποκειμενοποιητική διαδικασία, η Ατομικότητα στηρίζεται στην και αναπαράγεται μέσα από τις διαδικασίες που αποσκοπούν στον ορισμό ενός Γνώμονα. Ορίζουμε λοιπόν το νορδικό ατομοκεντρικό υποκείμενο ως γνωμονιστικό και μάλιστα κατά δυο όψεις: η παθητική όψη αφορά στη συλλογή παρατηρήσεων και πληροφοριών (άτομο-συλλέκτης εμπειριών, ή πληροφοριών, ή δεδομένων) ενώ η ενεργητική αφορά στον πειραματισμό, τη στατιστική διασταύρωση και την ικανότητα κρίσης-κριτικής (άτομο-πειραματιστής, άτομο-κριτής).

Επειδή το πειραματικό-γνωμονιστικό πνεύμα έχει συνδεθεί μονομερώς με την επιστημονική σκέψη, θεωρείται γενικά ότι η μεσαιωνική Δύση το γνώρισε μόνον από την επαφή της με τους Άραβες. Ωστόσο, πέρα από το κοινωνικό-πολιτικό πεδίο στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το πειραματικό-γνωμονιστικό πνεύμα ανιχνεύεται στη Δύση, πολύ πριν από την ανάπτυξη της εφαρμοσμένης επιστήμης. Το συναντάμε τόσο στον αριστοτελισμό του Πέτρου Αβελάρδου και στο ρεύμα του Σχολαστικισμού όσο και, πολύ νωρίτερα, στην αποκατάσταση της διδασκαλίας των «επτά ελευθερίων τεχνών» (την οποία είχε απαγορεύσει ο Πάπας Γρηγόριος ο Μέγας τον 4ο αιώνα) από τον αγγλοσάξωνα Αλκουίνο, «υπουργό παιδείας και πολιτισμού» του Καρλομάγνου20.

Εντάσεις και αλληλοτροφοδοτήσεις στο εσωτερικό της «Δύσης».
Από τα προηγούμενα, είναι σαφής η ένταση μεταξύ του λατινικού και του νορδικού ανθρωπολογικού προτύπου. Το πρώτο είναι κολεκτιβιστικό και κανονιστικό, το δεύτερο ατομοκεντρικό και γνωμονιστικό. Το πρώτο είναι «αυτοκρατορικό» ενώ το δεύτερο κοινοτιστικό-ομοσπονδιακό, «εθνικό» κατά τον Γιόρν. Το πρώτο υπεραξιώνει τη νομοθετική εξουσία ενώ το δεύτερο τη δικαστική (βλ. ΗΠΑ). Το πρώτο συνδέεται με τη νοησιαρχία, τον ηθικισμό και τη ρητορεία ενώ το δεύτερο με την κριτική ικανότητα, τον πειραματισμό και την τεχνική ακριβολογία.

Σε ποιά βάση λοιπόν αυτά τα δύο τόσο διαφορετικά πολιτισμικά πρότυπα μπόρεσαν να αλλητροφοδοτηθούν και να συγκροτήσουν το λεγόμενο δυτικό πολιτισμό; Ο Γιόρν δεν ασχολήθηκε καθόλου με αυτή την πλευρά του ζητήματος. Κύριο μέλημά του ήταν να διακρίνει μεταξύ τους αυτές τις δομές και όχι να εξετάσει πώς συμπλέχτηκαν και αλληλοτροφοδοτήθηκαν. Θα επιχειρήσουμε λοιπόν και εδώ τις δικές μας υποθέσεις.

Ένα πρώτο δείγμα ορατό αυτής της αλληλοτροφοδότησης υπήρξε οπωσδήποτε το εγχείρημα του Καρλομάγνου, που έκτοτε παραμένει μυθολογικό πρότυπο της ευρωπαϊκής Δύσης. Ένα δεύτερο αποτελούν βεβαίως οι Σταυροφορίες, όπου για πρώτη φορά αυτή η αλληλοτροφοδότηση προσδιορίζεται σε συνάρτηση με έναν εξωτερικό εχθρό και αποτελεί έκτοτε πρότυπο της δυτικής εξωτερικής πολιτικής (με τα γνωστά αποτελέσματά της στο Ιράκ και τη γειτονιά μας). Ένα τρίτο μπορούμε να ανιχνεύσουμε στο Σχολαστικισμό, τον οποίο μπορούμε να δούμε ως μια γιγάντια πνευματική απόπειρα συμφιλίωσης μεταξύ αυτών των δύο προτύπων, με τη λατινική πλευρά να καταθέτει εκεί το νοησιαρχικό Δόγμα και την Παπική αφηρημένη δομή ενώ η νορδική πλευρά κατέθετε την απόπειρα μιας πειραματικής-στατιστικής μεθόδου απόδειξης της ισχύος του Δόγματος και της Δομής. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι αυτή η προσπάθεια ανατινάχθηκε τελικά και μάλιστα εκ των έσω. Αφ’ ενός μεν από τη διεκδίκηση, εκ μέρους του πειραματικού-επιστημονικού πνεύματος, της αυτονομίας του (με την αφετηριακή συγκρότηση των Μεσαιωνικών πανεπιστημίων περί τον 13ο αιώνα) και αφ’ ετέρου από την αμφισβήτηση της ρωμαιοκαθολικής αφηρημένης δομής από τη Διαμαρτύρηση του Λούθηρου και των πολυποίκιλων επιγόνων του21.

Η αντίδραση των λατίνων μπροστά σ’ αυτή την εξέλιξη σηματοδοτεί και μια δική τους μετεξέλιξη. Πράγματι, η ρωμαιοκαθολική αφηρημένη δομή αντέταξε την Ιερά Εξέταση και στη συνέχεια τον επιστημονικό Ιησουιτισμό. Από την Ιερά Εξέταση έχει υπερτονιστεί η όψη της αυθαιρεσίας, του απάνθρωπου δογματισμού και των βασανιστηρίων. Ωστόσο υπήρξε σε αυτήν μια πολύ πιο υπόγεια αλλά και πολύ πιο σημαντική όψη. Η κλονιζόμενη Παπική δομή προσπάθησε, δια της Ιεράς Εξετάσεως, να συγκροτήσει μια μέθοδο συστηματικής κατοχύρωσης του Δόγματος, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας ήταν η μεθοδική κατασκευή των ερωτήσεων με τρόπον ώστε να εμπεριέχουν και να κατευθύνουν τη σωστή απάντηση (έτσι ώστε κάθε αποκλίνουσα απάντηση να αποτελεί άμεσο σημείο αίρεσης). Πράγματι, μέσω της Ιεράς Εξετάσεως εισάγεται για πρώτη φορά στη Δύση το (μετέπειτα επιστημονικό) αξίωμα ότι «σε κάθε ερώτηση υπάρχει μόνο μια σωστή απάντηση» 22. Σε ό,τι αφορά τον Ιησουιτισμό, επρόκειτο πράγματι για έναν ηπιότερο κληρονόμο, τον οποίον επέβαλαν οι εξόφθαλμες αυθαιρεσίες και η αποτυχία της Ιεράς Εξετάσεως, και ο οποίος αντέταξε στη νορδική Διαμαρτύρηση μια νοησιαρχικού τύπου «επιστημονική» απόπειρα απόδειξης του Δόγματος και της Δομής.

Ο «θάνατος του Θεού», αφετηρία της νεοτερικής Δύσης.
Είναι λοιπόν γεγονός, ότι κάτω από εκείνες τις ιστορικές συνθήκες ο υπό διαμόρφωση δυτικός πολιτισμός βρέθηκε σε ένα πρώτο σημείο έκρηξής του. Πώς όμως κατόρθωσε τελικά να ξεπεράσει αυτή την κρίση του και να μετεξελιχθεί αντί να διαλυθεί; Πιστεύουμε, ότι κατά ένα μέρος αυτό συνέβη επειδή σημαντικά τμήματα των Βόρειων λαών κατέφυγαν στη νέα ήπειρο, την Αμερική όπου, αποτινάσσοντας το λατινικό «ζυγό», προσπάθησαν να δημιουργήσουν τη δική τους «Γη της Επαγγελίας», τις Η.Π.Α. (όπου ως κολεκτιβιστική αναφορά βαστήχτηκε το ιουδαϊκό πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης). Κυρίως όμως η μετεξέλιξη αυτή στηρίχθηκε σε μια κίνηση με πολύ βαθύτερες ιστορικές συνέπειες: στο «θάνατο του Θεού» ή, ίσως ακόμα ευρύτερα, στο θάνατο της λαϊκής μεθεκτικής και συμβολικής κουλτούρας23.

Πράγματι, σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο έκρηξης η Δύση κατέφυγε στο μοναδικό όπλο της που φαινόταν και άθικτο να παραμένει από τις θρησκευτικές έριδες, και υποσχόμενο ένα νέο ορίζοντα ανάπτυξης αλλά και σημείο συνεννόησης μεταξύ της λατινικής και της νορδικής παράδοσης : τον «ορθό λόγο», τη λογική ή ratio.

Παρ’ ότι η λατινική παράδοση προσέγγισε τη ratio ως τρόπο νοησιαρχικής και κανονιστικής βεβαίωσης του Αληθούς, ενώ η νορδική ως ικανότητα νόησης και πειραματικής-στατιστικής βεβαίωσής του, η μεταξύ τους ένταση εδώ αποσοβήθηκε μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες από την κοινή αξίωσή τους του Παρελθόντος ή Αποτελέσματος. Έτσι παγιώθηκε η έως και σήμερα ισχυρή συμπαιγνία τους, επάνω στην κοινή αξίωσή τους της βεβαιωμένης Αποτελεσματικότητας.

Θανατώνοντας το Θεό και απελευθερωμένη έτσι από τις διαρκείς αβεβαιότητες της «μεταφυσικής», η Δύση μπόρεσε έτσι να ανασυγκροτηθεί πάνω σε ένα νέο ανθρωπολογικό πρότυπο, το οποίο πριμοδοτεί τη χρήση της ratio (είτε ως αφηρημένη διάνοια, είτε ως κριτική ικανότητα) με άξονα και ιδανικό ορίζοντα την Αποτελεσματικότητα. Η τραγική κυριαρχία της διαλεκτικής «υποκειμένου-αντικειμένου», την οποία με ενάργεια μπόρεσε να καταγγείλει αιώνες αργότερα ο Χάιντεγκερ24, εδώ ακριβώς θεμελιώθηκε. Όπως άλλωστε και ο κλασικά «δυτικός» ωφελιμισμός, που την ακολουθεί.

Το δυτικό ανθρωπολογικό πρότυπο είναι αποτελεσματοκεντρικό.
Δεν έχουμε εδώ το χώρο για να εξετάσουμε, έστω και πολύ συνοπτικά, το ρόλο του αστικού κινήματος του Διαφωτισμού στη συγκρότηση αυτού του νέου ανθρωπολογικού προτύπου. Ούτε και την εγγενή σχέση του Διαφωτισμού τόσο με τη Διαμαρτύρηση όσο και με τον Ιησουιτισμό, το πνεύμα των οποίων παρέλαβε και «μετακένωσε» στο δικό του, αστικό-εμπορευματικό πνεύμα. Παραπέμπουμε λοιπόν στο προαναφερθέν βιβλίο του J.R. Saul και σημειώνουμε τροχάδην τρία μόνο πράγματα.

Πρώτον. Το κίνημα του Διαφωτισμού, έργο της ιστορικής συμμαχίας μεταξύ των «ανθρώπων του πνεύματος» και των «ανθρώπων του χρήματος» στους κόλπους της αστικής τάξης, συγκροτήθηκε ακριβώς με άξονα τη θανάτωση της συμβολικής κουλτούρας, την οποία συνταύτισε με την «άγνοια», το «φόβο» και τη «δεισιδαιμονία», αντιπαρατάσσοντάς της ένα οπτιμισμό της θετικής γνώσης και μια παν-λογική υπεραισιοδοξία με άπειρες διακλαδώσεις μέσα στο σύγχρονο δυτικό πολιτισμό. Μεταξύ τους, η τιτάνια προσπάθεια κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα να γνωρίσουμε θετικά το «μυστικό της Ύλης» (η οποία οδήγησε στη σχάση του ατόμου με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα) και η εξίσου τιτάνια προσπάθεια, στη συνέχεια και σήμερα, να γνωρίσουμε επιστημονικά το «μυστικό της Ζωής» (με τις γνωστές περιπέτειες περί το DNA, τις κλωνοποιήσεις και τα μεταλλαγμένα προϊόντα). Κοινό χαρακτηριστικό τους η αγωνιώδης προσπάθεια να βρεθεί από τον ίδιο τον άνθρωπο, μετά το «θάνατο του Θεού», μια ανεξάντλητη πηγή υλικής ενέργειας και μια ανεξάντλητη πηγή ζωής (τεχνητή αθανασία).

Ο Διαφωτισμός εντάσσεται βεβαίως σε ένα γενικότερο, δημοκρατικό κίνημα απελευθέρωσης από τη μεσαιωνική απολυταρχία. Ωστόσο οι Διαφωτιστές έπεσαν σε μια θεμελιώδη πλάνη: θεώρησαν ότι η Ratio είναι και φορέας Ήθους, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά όργανο διανοητικής αφαίρεσης και διαχειριστικό εργαλείο. Δυο ήταν τα αποτελέσματα αυτής της πλάνης. Ότι ο πολιτισμός που οικοδόμησαν οι επίγονοί τους προέκρινε οτιδήποτε μπορεί να ποσοτικοποιηθεί και μετρηθεί αποτελεσματικά, δηλαδή οτιδήποτε μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα (ξεκινώντας από την επί χρήμασι εργασία). Και η υποκατάσταση της συμβολικής κουλτούρας από μια ευτελή κουλτούρα του «θεάματος»25.

Δεύτερον. Αυτό το νέο ανθρωπολογικό πρότυπο συνδέεται με την ανάδυση του νεοτερικού αυτοαναφορικού υποκειμένου, καθώς η υπεραξίωση της ratio οδηγεί κάτω από ορισμένες ιστορικές συνθήκες (και ειδικά κατά την «ανοδική» φάση του της αποτίναξης των παλαιών ζυγών) στην υπεραξίωση αυτού του φαντασιακά «αυτάρκους» τύπου υποκειμένου. Ωστόσο το νεοτερικό αυτοαναφορικό Άτομο δεν αποτελεί και την τελική μορφή αυτού του νέου δυτικού ανθρωπολογικού προτύπου.

Όπως έδειξε από πολλές πλευρές ο Μεταπόλεμος και ειδικά η έκρηξη της δεκαετίας του 1960, η υπερβολική αξίωση του αυτοαναφοροκού Ατόμου ενέχει τον κίνδυνο να διαλύσει την οποιαδήποτε συλλογική θέσμιση. Για το λόγο αυτό παρατηρούμε, από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα, μια μετεξέλιξη του δυτικού ανθρωπολογικού προτύπου, το οποίο κρατάει ως σταθερά του το ιδανικό της Αποτελεσματικότητας και επιχειρεί μια «μεικτή» αναδιαμόρφωση στη βάση του ιδεώδους μιας «Παγκόσμιας Αυτοκρατορίας» (λατινικό πρότυπο) ανοικτής σε μια «ομοσπονδιακή θέσμιση» (νορδικό πρότυπο).

Τρίτον. Αν και το δυτικό πρότυπο μπορεί πολύ εύστοχα να θεωρηθεί ως «δυναμοκεντρικό»26, πιστεύουμε ότι η περιγραφή του ως «αποτελεσματοκεντρικό» είναι συμπληρωματική, αν όχι και κάπως ακριβέστερη, αυτής της περιγραφής. Διότι τη σύγχρονη Δύση, ως ιδεώδες τουλάχιστον, δεν την ενδιαφέρει η Ισχύς καθεαυτή. Την ενδιαφέρει η Ισχύς στο βαθμό που μπορεί να παράγει αποτελέσματα ελέγξιμα, επαληθεύσιμα στο παρόν και διαιωνιζόμενα εις το διηνεκές.

Η απορία της «καθ’ ημάς Ανατολής».
Απέναντι σε αυτή τη δυτική κοσμογονία, είναι σαφές ότι η «καθ’ ημάς Ανατολή» (η Ρωσοβυζαντινή, ή Ελληνοβυζαντινή δομή, κατά τον Γιόρν) έχει χάσει τα «περάσματα» εκείνα, τους «πόρους», που θα την βεβαίωναν όχι απλώς για την ιδιοπροσωπία της αλλά και για τον τρόπο μετοχής της, ως ιδιαίτερη κουλτούρα, στο ιστορικό γίγνεσθαι, που τους τελευταίους αιώνες προχωρεί με ατμομηχανή τη «Δύση». Τέτοιου είδους «περάσματα» ήταν λίγο πολύ αναγνωρίσιμα μέχρι τις αρχές της αστικής εποχής, με πασίγνωστο την αρχαιοελληνική αναφορά της «Δύσης» (με όλες τις κριτικές επιφυλάξεις του Κώστα Παπαϊωάννου) και άλλα, παλιότερα και λιγότερο γνωστά.27.

Έχοντας χάσει πλέον αυτά τα «περάσματα», η «καθ’ ημάς Ανατολή» κινδυνεύει ορατά να χάσει οριστικά και την ιδιοπροσωπία της. Η ιστορική εξέταση αυτής της τραγικής «απορίας» δεν είναι έργο αυτού εδώ του άρθρου. Είναι βέβαιο, ότι η «απορία» αυτή συνδέεται μερικώς με τη χάραξη μιας άκαμπτης διαχωριστικής γραμμής μεταξύ «Ανατολής» και «Δύσης», η οποία σφραγίστηκε με την «Τουρκοκρατία» και ολοκληρώθηκε με τη οριοθέτηση ενός «Σιδηρού Παραπετάσματος» (στην αναβίωση του οποίου αποσκοπούν, με νέους όρους, οι ελάχιστα ιστορικές αλλά οπωσδήποτε στρατηγικές θεωρίες του Σάμουελ Χάντινγκτον περί «σύγκρουσης των πολιτισμών»). Εξίσου βέβαιο είναι, ότι αυτή η «απορία» δεν οφείλεται στο ότι η «καθ’ ημάς Ανατολή» έχασε το στοίχημα της ατομικότητας, όπως υποστηρίζει ο Στέλιος Ράμφος (όπ. π.). Όπως είδαμε, η δυτική κοσμογονία δεν οφείλεται απλώς στην «ανακάλυψη της ατομικότητας». Οφείλεται στο συμφυρμό του νορδικού ατομοκεντρικού προτύπου με το λατινικό κολεκτιβιστικό υπό την αιγίδα της τεχνικής αποτελεσματικότητας.

Εφόσον η τεχνική αποτελεσματικότητα δεν αποτελεί κεντρικό δεδομένο της «κατ’ ημάς Ανατολής», η κριτική τοποθέτηση απέναντί της είναι ζωτικής σημασίας. Ασφαλώς η αποτελεσματικότητα είναι σαγηνευτική. Άλλωστε, η ίδια η ζωή απαιτεί να είμαστε και αποτελεσματικοί στις προσπάθειές μας. Το θέμα είναι όμως, εάν η ζωή απαιτεί το καθαγιασμό της αποτελεσματικότητας, στο οποίο έχει προβεί η «Δύση»!

Το παιγνιοκεντρικό ανθρωπολογικό πρότυπο της «καθ’ ημάς Ανατολής».
Ο Γιόρν ελάχιστα ασχολήθηκε με το ανθρωπολογικό πρότυπο της «ρωσοβυζαντικής» ή «ελληνοβυζαντινής» παράδοσης. Νομίζουμε όμως, ότι μας επιτρέπεται να το χαρακτηρίσουμε «παιγνιοκεντρικό». Πράγματι, ο παιγνιοκεντρικός χαρακτήρας της «καθ’ ημάς Ανατολής» έχει διαχρονικά επισημανθεί, είτε ως κάποιου είδους μομφή («Έλληνες αεί παίδες εστέ», «βυζαντινές ίντριγκες»), είτε σαν υψηλό ιδανικό («παιδός η βασιλίη»). Γεγονός είναι, ότι το παιγνιοκεντρικό πρότυπο δεν είναι αρθρωμένο γύρω από την αναζήτηση ούτε κανόνων, ούτε γνωμόνων. Σίγουρα δεν είναι αποτελεσματοκεντρικό. Πρόκειται για ένα ανθρωπολογικό πρότυπο αρθρωμένο γύρω από την αναζήτηση μεταβλητών ή παραλλαγών, δηλαδή των συστηματικών οδών δια των οποίων το παρόν (ή η τρέχουσα πρόκληση) συνδέεται οργανικά με το μέλλον (ή σκοπό).

Ενώ το νορδικό πρότυπο είναι, όπως είδαμε, γνωμονιστικό/πειραματιστικό και το λατινικό κανονιστικό/ηθικιστικό, το ανθρωπολογικό πρότυπο της «καθ’ ημάς Ανατολής» φαίνεται να είναι τελεολογικό (κατά την αρχαιοελληνική εντελέχεια) ή εσχατολογικό (κατά το χριστιανικό Βυζάντιο). Από το πρότυπο αυτό απουσιάζει η αγωνία για το αποτέλεσμα. Εδώ, την Αλήθεια δεν τη βεβαιώνει η παρουσία του αποτελέσματος στο παρόν, ούτε η διαιώνιση του τετελεσμένου στο μέλλον, αλλά η συνάντηση του σκοπού με το παρόν. Έτσι, απουσιάζει τόσο η εργαλειακή όσο και η ηθικιστική στάση απέναντι στη ζωή, και ευνοείται το προσεγγιστικό «περίπου».

Βεβαίως δεν καταθέτουμε αυτή την άποψη ως επιστημονική αλήθεια αλλά σαν απλή πρόταση και υπόδειξη προς συζήτηση. Έναντι των θεμιτών αντιρρήσεων, που ενδέχεται να ξεσηκώσει, θα σημειώσουμε δυο πράγματα.

Πρώτον. Το «παιχνίδι» δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη τυχοδιωκτισμό ή χάος. Οι μεταβλητές-παραλλαγές που το χαρακτηρίζουν ως κινήσεις, δεν είναι κινήσεις «καιροσκοπικές» οπωσδήποτε. Είναι σκοπούμενες κινήσεις, που λαμβάνουν υπ’ όψη την παρούσα κατάσταση σε συνάρτηση με έναν «Άλλον» (σκοπό), ο οποίος κινείται προς αυτήν. Η επίτευξη αυτής της συνάντησης στηρίζεται στη βιωματική μαρτυρία και όχι στην τήρηση κανόνων ή στη στατιστικά ελεγμένη επαλήθευση. Δεύτερον, το παιχνίδι δεν παραπέμπει αποκλειστικά στον «παιδισμό» αλλά σε μια πολύ βαθιά ανθρώπινη περιοχή28. Η δυσφήμιση του παιχνιδιού συνδέεται με την υποτίμηση του παιδιού, από ένα πολιτισμό που το θεωρεί περίπου σαν «απολίτιστο αγρίμι».

Σίγουρα όμως, ο «παιδισμός», ο καιροσκοπισμός, η προχειρότητα, ο «ημετερισμός», η ευνοιοκρατία, ο τυχοδιωκτισμός και τα ανάλογα φαινόμενα που ανθούν στην «καθ’ ημάς Ανατολή», σχετίζονται άμεσα με το παιγνιοκεντρικό πρότυπο. Αλλά χαρακτηρίζουν μάλλον τη φάση της κρίσης και της παρακμής του.

Υποστηρίζουμε λοιπόν, ότι ήδη από τα αρχαία χρόνια αποτυπώθηκε εδώ μια διαφορετική και ενδιάμεση μεταξύ του κολεκτιβισμού και του ατομοκεντρισμού πολιτισμική πρόταση, η οποία φέρνει τα βασικά χαρακτηριστικά της παιγνιοκεντρικής στάσης. Οπωσδήποτε, το αρχαιοελληνικό ανθρωπολογικό πρότυπο έχει πολλά κοινά με το νορδικό ατομοκεντρισμό. Όμως ο ατομοκεντρισμός δεν φαίνεται να είχε την κεντρική θέση, που κατέχει στη νορδική δομή, και οπωσδήποτε δεν συμπυκνώθηκε σε μια εργαλειακή σύλληψη της ζωής ούτε σε μια στατιστική προσέγγιση του Αληθούς. Ούτε βεβαίως συνετέλεσε στη συγκρότηση μιας Τεχνοκρατίας, όπως συνέβη στον ευρωπαϊκό Βορρά29.

Σε αυτή την ιδέα συντείνουν, πράγματι, όλα εκείνα τα στοιχεία που φανερώνουν ότι, εδώ, τα όρια μεταξύ ανθρώπινου και θείου, ατόμου και Πόλης, ελευθερίας και νόμου, προσώπου και κοινότητας, δεν θεωρήθηκαν ούτε ως δεδομένα μέσω «κανόνων», ούτε ως απλώς «πειραματικώς» προσπελάσιμα και «στατιστικώς» επικυρωμένα, αλλά είχαν έντονο το χαρακτήρα της μεταβλητότητας (όχι ως «αυθαιρεσίας» αλλά) ως ένθεν και ένθεν αγώνα για μια συνάντηση. Έτσι, οι προσωπικότητες-πρότυπα και οι καταστάσεις-ιδανικά αναζητήθηκαν εδώ μεταξύ εκείνων που μπορούσαν να προσκομίσουν βιωματική μαρτυρία από την αέναη διαπάλη-παιχνίδι στο πεδίο ακριβώς αυτού του αγώνα.

Μένει βέβαια να ερευνήσουμε κατά πόσον υπάρχει εδώ μια γραμμή συνέχειας και κατά πόσο μπορεί να καλυφθεί, στο επίπεδο του ιδανικού προτύπου, από τον όρο «πρόσωπο»30.

Όσο η «καθ’ ημάς Ανατολή» παραμένει «άπορη», δηλαδή (είτε από υπερβολικό «αντιδυτικισμό», είτε από υπερβάλλοντα «φιλοδυτικισμό») χωρίς περάσματα προς το συνολικό ευρωπαϊκό πολιτισμό, θα αδυνατεί να ενεργοποιήσει τη δική της πρόταση, το δικό της ανθρωπολογικό πρότυπο, με τρόπους άλλους από της παρακμής. Ταυτόχρονα, θα αποικιοκρατείται από το δυτικό πολιτισμικό πρόταγμα, που μόλις περιγράψαμε ως συγκεκριμένη «συμπαιγνία».

Ωστόσο, η ανακάλυψη και ενεργοποίηση της ιδιοπροσωπίας της είναι σήμερα ζήτημα ζωής ή θανάτου, όχι μόνο για την ίδια αλλά και για το σύνολο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο οποίος (σύμφωνα με την πρόταση του Γιόρν) θεμελιώνεται και στις τρεις πολιτισμικές δομές ή παραδόσεις, που αναφέραμε ― με αποτέλεσμα να παραμένει ανάπηρος, όσο εξοστρακίζει τη μια από τις τρεις.

Το κόστος της αδυναμίας μιας «συνέργειας» μεταξύ και των τριών θεμελιακών δομών της Ευρώπης έχει υπάρξει και ήταν βαρύ: οι δυο Παγκόσμιοι Πόλεμοι το αποδεικνύουν. Και δυστυχώς όλα δείχνουν, ότι θα γίνει ακόμα βαρύτερο.

Θα κλείσουμε εδώ ακολουθώντας την προτροπή-ερώτηση του Άσγκερ Γιόρν: Ένας νέος τύπος πολιτισμού και «μια νέα μέθοδος επιβάλλεται. Θα είναι άραγε η τριλεκτική;».

πηγή: http://www.happyfew.gr (Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ίνδικτος», τχ. 16, Καλοκαίρι 2001)

Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Το μονοπάτι της Αγάπης...

Κυριακή, 8 Αυγούστου 2010
Το μονοπάτι της Αγάπης..

Καλοκαίρι, Ελλάδα, Σωτήριο Έτος 2010 Μ.Χ…

Πήγε στο σπίτι που μεγάλωσε φέτος, εκεί δίπλα στη θάλασσα, εκεί που είχε πέντε χρόνια γεμάτα να πάει το καλοκαίρι.. Λίγο οι δουλειές, λίγο τα προσωπικά, λίγο η ανάγκη να δει και άλλα μέρη, τον κρατούσαν μακριά. Μα φέτος πήγε. Μετά από τόσο χρόνια, όλα τα ίδια, μα και όλα διαφορετικά του φαίνονται.. Είναι που έχει αλλάξει κι ο ίδιος..

Του αρέσει να παρατηρεί, ειδικά τώρα που είναι σε γνώριμα μέρη, και τα κοιτάει από του χρόνου την απόσταση. Ειδικά σ’ αυτούς τους καιρούς που είναι τόσο διαφορετικοί από εκείνους της παιδικής του ηλικίας.. Και διαφορά, δεν βρίσκεται ούτε στα σπίτια που άλλαξαν, ούτε στα καινούργια τα μπαράκια που ξεφύτρωσαν, ούτε οι συμμαθητές που μεγάλωσαν κι έκαναν δικά τους παιδιά σ’ αντίθεση με εκείνον, ακόμα τουλάχιστον.. Είναι ότι τότε έκαναν όλοι όνειρα.. Μικροί μεγάλοι έκαναν όνειρα για ένα αύριο καλύτερο τότε, και το διεκδικούσαν..

Τώρα…

Τώρα ο ήλιος καίει σαν τότε (καλά αρκετά περισσότερο, μια και η τρύπα που έκανε η ανθρώπινη αναλγησία στον ουρανό, στο όνομα του κέρδους, όσο πάει και μεγαλώνει), η θάλασσα είναι λάδι, καθώς δεν έχουν ακόμα αρχίσει τα μελτέμια, οι παραλίες γεμάτες, το νησί και η Ελλάδα χαυνώνεται και δροσίζεται.

Οι κάτοικοι έχουν μετατραπεί σε λουόμενους, κυρίως όσοι έχουν κάποιο σπίτι σε χωριό, ή κάποιον φίλο που μπορούν να πάνε, κι απολαμβάνουν τις μέρες της ξεκούρασης. Από τη δουλειά... Που όλο και περισσότερο με δουλεία μοιάζει..

Άραγε πόσοι θα γυρνούσαν πίσω ηθελημένα; Πόσοι θα γυρνούσαν σε μεγαλουπόλεις απαξιωμένες, σε τσιμεντουπόλεις που τα δέντρα είναι αξιοθέατα, που τα παιδιά τους μεγαλώνουν σε σταθμούς και σε «παιδότοπους», που το να πάνε και να γυρίσουν στη «δουλειά» παίρνει πιότερο χρόνο από όσο έκανε ο Χριστός να ανεβεί το Γολγοθά, είναι ενίοτε εξίσου μαρτυρικό, και δεν υπάρχει και βοήθεια στην πορεία;

Πόσοι θα γύριζαν σε μια δουλειά που πλέον είναι επισφαλής, όπου αξιολογούνται κάθε μέρα με τα νούμερα που βγάζουν (είτε είναι σερβιτόροι, είτε καθηγητές σε φροντιστήρια, είτε γιατροί σε ιδιωτικές κλινικές, είτε δικηγόροι, είτε μπογιατζήδες, είτε και δημόσιοι υπάλληλοι τώρα πια, ενόψει των επερχόμενων απολύσεων κι από εκεί); Που το μεράκι και η ποιότητα έχει θυσιαστεί στο όνομα του κέρδους και των αγορών; Που ξέρουν ότι δε θα πάρουν σύνταξη πλέον ποτέ (αφού έτσι αποφάσισαν οι ξένοι επικυρίαρχοι, και προσυπέγραψε η «κυβέρνησή» μας), κι ας τους κρατάνε εισφορές στο ένα τρίτο του μισθού τους ή και περισσότερο; Που οι οικογένειες χάνονται ανάμεσα σε ατέρμονες διαδρομές, μια και δεν μπορούν να βρεθούν; Που η αγάπη για τα παιδιά μεταφράζεται στα ιδιαίτερα που μπορεί ο γονιός να προσφέρει, ενώ έχει ξεχάσει ή δεν έχει προλάβει να δώσει ένα χάδι, να πει μια κουβέντα;

Πόσοι θα γύριζαν σε ένα χώρο που είναι αναγκασμένοι να βλέπουν κάθε μέρα τα ίδια θλιμμένα και αγέλαστα πρόσωπα, είτε πρόκειται για συναδέλφους είτε για πελάτες;

Πόσοι θα γύριζαν σε μια πόλη που το «καλημέρα» είναι τόσο σπάνιο , όσο και το να δει κανείς ένα ελάφι να περπατά στην άσφαλτο;

Πόσοι θα γύριζαν σε μια δουλειά που ενώ θέλουν και μπορούν, δεν τους αφήνουν να προσφέρουν όσα θέλουν και μπορούν; Γιατί δεν υπάρχουν κονδύλια, χρόνος (μαζικοποίηση λένε της παραγωγής στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας»), διάθεση από τους συναδέλφους, ούτε και τακτικός μισθός κάποιες φορές και αναγκάζονται να καταφεύγουν σε επισχέσεις κάθε τρεις και λίγο για να πάρουν αυτά που τους οφείλονται (όσοι μπορούν να το κάνουν κι αυτό..).

Πόσοι θα γύριζαν σε ένα μέρος που το έχει πλακώσει η σκοτεινιά, που ο φόβος τριγυρνά στους δρόμους, που έχει πιο πολλούς αστυνομικούς από ότι στην Παλαιστίνη κι εξίσου ξένους προς τους ντόπιους (ειδικά αν διαμαρτυρηθούν για της «πεφωτισμένης» κυβέρνησης τα μέτρα), μα ποτέ δεν βρίσκει κάποιον όταν τον χρειάζεται; Που χτυπιούνται αλύπητα οι εργαζόμενοι κι οι φοιτητές στις πορείες, που ψεκάζονται σαν να είναι χειρότεροι από του «κράτους» τους εχθρούς (μια και τα χημικά απαγορεύονται στον πόλεμο), μα οι ληστείες σε σπίτια και μαγαζιά είναι καθημερινές, και αστυνομικός τότε δε φαίνεται πουθενά; Κι αν πάει κανείς να δηλώσει κάτι, τον κοιτάν λες και τους βάζει αγγαρεία (ενώ βαράνε με μεράκι απ’ ότι φαίνεται στα βίντεο);



Πόσοι θα γύριζαν εκεί..;

Κι όμως θα γυρίσουν, όπως κι εκείνος (αν και παρηγορείται μια κι έχει αποφασίσει πως θα είναι για πεπερασμένο χρονικό διάστημα) και όλοι όσοι έφυγαν, μα και μένουν τόσοι που είναι πέρα από κάθε φαντασία. Στην Ελλάδα θα γυρίσουν και θα μείνουν εκεί, σε ένα περιβάλλον και μια κατάσταση που μες την καταχνιά είναι, περίπου 8(οκτώ) εκατομμύρια ψυχές. Τόσοι δε μένουν στις τσιμεντουπόλεις ανά την επικράτεια;

Τόσοι δεν εργάζονται ή βλέπουν τους δικούς τους να εργάζονται υπό συνθήκες δουλείας;

Τόσοι δεν ζουν ένα χρόνο σε συνθήκες που θα τις ζήλευε και ο Γκαίμπελς (αν ζούσε τώρα δε θα έφτιαχνε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τσιμεντουπόλεις θα έκανε), αδιαμαρτύρητα εν πολλοίς, σέρνοντας τα βήματα ή τη ρόδα του αυτοκινήτου τους (που το χρυσοπληρώνουν) για να πάνε στα κλουβιά που τα ονομάζουν γραφεία, εργοστάσια ή ότι άλλο τέλος πάντων;

Και καλά, πως είναι δυνατόν να ζουν έτσι θα σκέφτεται; Καλά εκείνος έχει τη δικαιολογία ότι ήταν υποχρεωμένος να πάει για τη δουλειά του και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Μετά είναι ελεύθερος να φύγει. Οι υπόλοιποι;

Και αν οι υποχρεώσεις δεν τους αφήνουν να φύγουν, γιατί δεν κάνουν κάτι, γιατί δεν επαναστατούν; Αφού αυτό που κάνουν είναι να κυνηγάνε λαχανιασμένοι την επι-βίωση, και αυτό δεν έχει σχέση με Ζωή; Γιατί δεν σπάνε τις αλυσίδες τους, γιατί δεν αποκαθηλώνουν τους Δυνάστες τους;

Αφού ο πλανήτης έχει όλες τις δυνατότητες να θρέψει τον ανθρώπινο πληθυσμό, να είναι όλοι ευχαριστημένοι, και να περισσέψουν και πόροι;

Ναι αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι σκέφτεται... Να μας θρέψει μπορεί, να δουλεύουμε λιγότερο έχουμε τη δυνατότητα, το θέμα είναι το πώς μπορεί..

Μια και αν θέλουμε να ζήσουμε σαν τους Αμερικανούς, που ενώ αποτελούν ένα ελάχιστο του πληθυσμού, καταναλώνουν κοντά στο 40% και περισσότερο των αγαθών, τότε έχει υπολογιστεί πως θα θέλαμε επτά πλανήτες σαν τη Γη.. Και αυτό γιατί; Για να παχύνουμε, να φτιάχνουμε πράγματα που θα τα πετάμε σε λίγες μέρες, αυτοκίνητα που θα τα αλλάζουμε κάθε χρόνο, ρούχα που θα τα φοράμε δυο μήνες το πολύ και μετά στα σκουπίδια θα καταλήγουν, εργοστάσια που θα μολύνουν τη γη και το νερό, όπλα μαζικής καταστροφής, και διάφορα άλλα ωραία..

Με την «ανάπτυξη» την οποία ευαγγελίζονται σαν τον «μονόδρομο» της οικονομίας, έχουν φτιάξει μια λεωφόρο.. Η οποία οδηγεί σε μια πραγματικότητα που κανένας Λογικός Άνθρωπος δε θέλει, μα και δε θα μπορέσει να δει.. Γιατί οδηγεί σε μια πραγματικότητα ενός νεκρού πλανήτη, που θα κυριαρχούν οι κατσαρίδες (είναι ανθεκτικές απ’ ότι λένε ακόμα και στα πυρηνικά), και τα μικρόβια..

Μια πραγματικότητα που θα μας κατατάξει στις φυλές εκείνες που δεν κατάφεραν να ενηλικιωθούν και γι’ αυτό χάθηκαν. Όπως και τόσες άλλες, που θα βρίσκονται σε κάποια γαλαξιακή βιβλιοθήκη, αιώνες μετά. Αν βέβαια μείνει κάτι για να βρουν οι όποιοι «ξενο-αρχαιολόγοι» μας επισκεφτούν μια μέρα.. Ότι λέμε εμείς και για τους δεινοσαύρους: «δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στο περιβάλλον τους, δεν εξελίχθηκαν, και εξαφανίστηκαν»..

Εδώ όμως χρειάζεται να δούμε ποιοι είναι οι Δυνάστες.. Μια και δεν είναι ούτε οι πολιτικοί (οι οποίοι ουσιαστικά διορίζονται, μια και κάποιος τον «αγώνα» τους τον προεκλογικό πληρώνει), ούτε τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ (κι αυτοί διορισμένοι), ούτε όσοι από τους «λεφτάδες» φαίνονται. Είναι εκείνοι που δε φαίνονται.. Εκείνοι που κινούν τα νήματα από τις σκιές, και την «πραγματικότητα» στην οποία ζούμε, έχουν φτιάξει.. Σαν να παίζουν ένα παιχνίδι σε μια τετραδιάστατη σκακιέρα (τέταρτη διάσταση θα έχουν το χρόνο), για να καλύψουν την ανοία τους, καθώς λεφτά έχουν άφθονα.. Και κάθε πιόνι που χάνεται μπορεί να είναι χιλιάδες άνθρωποι, ή και χώρες ολόκληρες.. Μα γι αυτούς είναι απλά πιόνια.. Ένα παιχνίδι για τον «έλεγχο» και την «Κυριαρχιά».. Ή ίσως κι ούτε καν γι’ αυτά, απλά παιχνίδι για το παιχνίδι, ένα είδους διεστραμένης διασκέδασης..

Εκείνοι είναι που μας έχουν κάνει να πιστέψουμε, μέσω των εξαγορασμένων υποτακτικών τους, ότι αυτός ο δρόμος, αυτή η πραγματικότητα είναι και η μοναδική..



Υπάρχει άραγε άλλος δρόμος;

Δρόμος λοιπόν δεν υπάρχει λένε οι «επιστήμονες», οι πολιτικοί, οι παπαγάλοι και όσοι από το σύστημα πληρώνονται..

Ναι αλλά «Λεωφόρους μη βαδίζειν» έλεγε ο Πυθαγόρας. Δε χρειάζεται να υπάρχει δρόμος, μόνο να υπάρχουν μονοπάτια. Επαναστατικά μονοπάτια.. Που μπορούν να μας πάνε σε άλλες πραγματικότητες, που σε αυτήν που ζούμε δεν έχουν Τόπο. Γιατί όλα ν’ αλλάξουν μπορούν, κι ας λένε…

Μπορούν με μια Επανάσταση.

Όμορφη λέξη: Επ-Ανάσταση..

Ανάσταση..

Ίσως αυτό να είναι το μονοπάτι, να Αναστήσουμε ξανά την Ελπίδα, τα Όνειρα, την Ομορφιά, Την Ανθρωπιά σ’ αυτή την κοινωνία που όλα μοιάζουν χαμένα.

Να Αναστήσουμε τον δούλο και να τον κάνομε ξανά Άνθρωπο..

Μα σαν κάθε πραγματική επανάσταση, έχει μια προϋπόθεση..

Χρειάζεται να Επαναστατήσουμε έναντι του Εαυτό μας πρώτα..

Εκείνου του Εαυτού που μας έμαθαν να έχουμε!

Εκείνου του κουτοπόνηρου, του «παρτάκια», του βολεψάκια, του τεμπέλη, του Α-νόητου! Γιατί είναι Α-νοησία, ειδικά στις μέρες μας να νομίζουμε ότι η σκοτεινιά δε θα μας αγγίξει. Αυτό θέλουν οι «αφεντάδες» να πιστέψουμε. Κι ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο, πέρα απ’ το να υποταχτούμε, να λουφάξουμε, να γίνουμε αόρατοι για να μη μας πάρει η μπόρα.. Και τελικά να παραιτηθούμε..

Ενάντια σ’ αυτόν τον εαυτό χρειάζεται να πολεμήσουμε, στον φτιαχτό, και να φτάσουμε στο Είναι μας.. Για να Αναστήσουμε την Ελπίδα που μέσα μας βρίσκεται, όπως και το Φως..

Να κάνουμε εκείνο που λένε:

«Γνώρισε τον Εαυτό σου,

βρες ποιος/α είσαι,

Αγάπησε τον,

δες ότι του αξίζει κάτι πολύ καλύτερο απ’ αυτό που τώρα βιώνει,

και Αγάπα και τους άλλους,

όπως τον Εαυτό σου θα μάθεις να Αγαπάς..»

Γιατί Όλα είναι Ένα!

Και ο καθένας γύρω μας είναι κομμάτι του Εαυτού μας..

Όπως και ‘μεις, είμαστε της Γης, του Κόσμου, του Σύμπαντος κομμάτια..

Κι έτσι για να βγούμε από τη λεωφόρο τους, από το μονόδρομο, που στο γκρεμό μας ‘πα,

Χρειάζεται να βρούμε το μονοπάτι που έχουμε χάσει..

Το μονοπάτι της Αγάπης…

«Προς Εαυτόν και Αλλήλους»...


Αναρτήθηκε από Nefelovatis στις 8:44 μ.μ.
Ετικέτες Διηγήματα, Κοινωνία, Νεφελοβάτης, Σκέψεις