Η Λιβύη, η επέμβαση των Δυτικών και η Ελλάδα *
Οι δραματικές εξελίξεις στις αραβικές χώρες σηματοδοτούν σημαντικές πολυεπίπεδες μεταβολές! Από την αρχή του 2011 εκδηλώθηκαν μαζικές διαδηλώσεις και εξεγέρσεις πρώτα στις βορειοαφρικανικές και κατόπιν και σε άλλες αραβομουσουλμανικές χώρες. Εξαρχής κύριο χαρακτηριστικό των κινητοποιήσεων αποτέλεσαν οι διεκδικήσεις που αφορούσαν κοινωνικά (απασχόληση, αξιοπρέπεια) και πολιτικά δικαιώματα. Οι διαδηλώσεις κλιμακώθηκαν φθάνοντας ως την απαίτηση παραίτησης των ηγετών των χωρών τους (το πέτυχαν στην Τυνησία και στην Αίγυπτο). Οι εξελίξεις αυτές απασχολούν διαφόρους αναλυτές διεθνώς και στην Ελλάδα. Τα γεγονότα δρομολόγησαν εσωτερικές αλλαγές, των οποίων ωστόσο ήταν άδηλα η εξέλιξη και ο προσανατολισμός, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, την πολυπληθέστερη και σπουδαιότερη αραβική χώρα, και κατόπιν στη Συρία. Εξάλλου έμελλαν να επιφέρουν και σπουδαίες αναδιατάξεις στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς στη Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ τηρώντας ‘‘σιγήν ιχθύος’’ παρακολουθεί τις εξελίξεις με επιφύλαξη και ανησυχία. Χρειάζεται σύνδεση των πρόσφατων γεγονότων με την γεωιστορία και τις γεωπολιτικές/γεωστρατηγικές εξελίξεις της Μεσογείου και της Εγγύς και Μέσης Ανατολής και, επί πλέον, μια πρώτη εκτίμηση ορισμένων συνεπειών τους. Απαιτείται ιδιαίτερη ανάλυση για την κάθε χώρα. Μεγάλες αλλαγές στη Μέση Ανατολή και στον αραβοïσλαμικό κόσμο είχαν προαναγγελθεί το 2001-2002 - μετά την επίθεση της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους - με το σχέδιο των νεοσυντηρητικών-Μπους νεώτερου περί ‘‘Μεγάλης Μέσης Ανατολής’’. Εξάλλου, το δόγμα του ‘‘στρατιωτικού ανθρωπισμού’’ - είχε διατυπωθεί από την πρώην ΥΠΕΞ Κοντολίζα Ράις - εφαρμόζεται επιλεκτικά από τις ΗΠΑ και άλλα δυτικά κράτη σε χώρες που διαθέτουν σημαντικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους και δεν είναι στρατηγικοί σύμμαχοί τους ή/και θεωρούνται ‘‘κράτη παρίες’’ (rogue states). Αυτή η επιλεκτική εφαρμογή γίνεται σαφέστερα αντιληπτή όταν οι επεμβάσεις στο Κοσσυφοπέδιο, στο Ιράκ και τώρα στη Λιβύη συγκριθούν με την συστηματική υποβάθμιση-ανοχή εκ μέρους των ίδιων δυτικών κρατών έναντι των μαζικών παραβιάσεων από το Ισραήλ των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων και των εκατοντάδων θυμάτων στη Λωρίδα της Γάζας αλλά και στο Λίβανο - χώρα που παραμένει πάντοτε στο στόχαστρο του Ισραήλ, ιδιαίτερα μετά την ήττα του το 2006.
Η απόφαση 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (19 Μαρτίου) προέβλεπε την δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από τη Λιβύη και την διενέργεια όποιων άλλων πράξεων κρίνονταν απαραίτητες ενόψει της προστασίας των πολιτών έναντι των στρατιωτικών επιθέσεων των φιλοκαθεστωτικών δυνάμεων. Κατά τις διπλωματικές διαβουλεύσεις που προηγήθηκαν η Ουάσιγκτον επέτρεψε αρχικά στη Γαλλία του Σαρκοζί να αναλάβει την πρωτοβουλία της στρατιωτικής δράσης των δυτικών. Τα κράτη που συμμείχαν στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων ήταν κυρίως η Γαλλία, η Μ. Βρετανία και οι ΗΠΑ, ενώ συμμείχαν και μονάδες του Κατάρ. Ορισμένα άλλα κράτη δήλωσαν πρόθυμα να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις (Καναδάς, Ισπανία, Ιταλία, Νορβηγία). Την εφαρμογή της απόφασης υποστήριζαν η Αλγερία και το Κουβέιτ. O πρόεδρος της Γαλλίας επιζητούσε μια ευκαιρία ώστε η Γαλλία να μπορέσει να βάλει πόδι στη Βόρειο Αφρική και οι Γάλλοι να αυξήσουν την πρόσβασή τους στα αποθέματα υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα αυτά της Λιβύης, που είναι γνωστό ότι είναι υψηλής ποιότητας. Η Ευρωμεσογειακή Συνεργασία που είχε εξαγγείλει ο Σαρκοζί λίγο καιρό μετά την ανάληψη της προεδρίας έμενε γράμμα κενό. Η δημοτικότητά του Σαρκοζί εμφανιζόταν σοβαρά μειωμένη στη χώρα του, όπου σε ένα έτος θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές
Μετά την απόφαση 1973-τελεσίγραφο προς το δικτατορικό καθεστώς Καντάφι και παρά το ότι το τελευταίο ανακοίνωσε κατάπαυση του πυρός, οι φιλοκαθεστωτικές δυνάμεις προσπάθησαν να καταλάβουν τη Βεγγάζη, κοιτίδα και κύριο κέντρο των εξεγερμένων αλλά και τελευταίο προπύργιό τους τότε. Τι αναμενόταν μετά την έναρξη της στρατιωτικής επέμβασης (αεροπορικά πλήγματα εναντίον επιλεγμένων στόχων); Ηταν ενδεχόμενες εξελίξεις παρόμοιες με τις συνέπειες των επεμβάσεων στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ στη Μεσόγειο; Ο Καντάφι έχει δείξει κατ’επανάληψιν ότι παίζει ριψοκίνδυνα παιχνίδια και ότι δεν υπολογίζει ορθά τις συνέπειες των επιλογών του. Εφόσον πεισματικά επέμενε να γαντζώνεται στην εξουσία, ιδιαίτερα μετά την δυτική επέμβαση, δεν είχε άλλες επιλογές. Θα επιδίωκε να μετατρέψει την σύγκρουση με τους εξεγερμένους και τις δυτικές δυνάμεις σε έναν ανταρτοπόλεμο με άδηλες συνέπειες. Αυτά λίγα χιλιόμετρα από τα νότια παράλια της Ελλάδας! Εξάλλου θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψιν ότι ελάχιστα ήταν γνωστά σχετικά με το πολιτικό ποιόν των εξεγερμένων στη Λιβύη. Και ήταν δύσκολη οποιαδήποτε πρόβλεψη αναφορικά με το ποιά θα ήταν η διάδοχη κατάσταση εξουσίας στη χώρα που έχει μια φυλετική δομή ιδιαίτερα σύνθετη, που επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις. Οι τυχοδιωκτικές αποφάσεις των ιμπεριαλιστικών ηγεσιών να πραγματοποιήσουν μια τέτοια επέμβαση δεν λαμβάνουν υπόψιν ποιές συνέπειες μπορεί να έχει το άνοιγμα ενός επί πλέον μετώπου στον αραβοïσλαμικό κόσμο. Είναι πιθανή σ’αυτόν μια νέα ανάπτυξη αντιδυτικών - και ενδεχομένως ισλαμιστικών - ρευμάτων και δυνάμεων. Είναι αξιοπρόσεκτη η στάση της Γερμανίας (ηγετικής δύναμης μαζί με τη Γαλλία στο ευρωπαïκό γίγνεσθαι). Εξάλλου, επιφυλακτική έως αρνητική έναντι της στρατιωτικής επέμβασης κράτησε και η Τουρκία. Και τα δύο κράτη συγκαταλέγονται στις σημαντικότερες δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Μάλιστα η Τουρκία προβάλλει το ότι η θέση της στη Συμμαχία είναι πρώτης γραμμής, δεδομένου και του ότι διαθέτει τις δεύτερες σε μέγεθος Ενοπλες Δυνάμεις στους κόλπους της (το υπενθύμισε ο Τούρκος υπουργός Αμυνας Βετζντί Γκιονιούλ τρείς μέρες μετά την έναρξη της επέμβασης, εκφράζοντας ξανά επιφυλάξεις στην εμπλοκή του ΝΑΤΟ). Γερμανία και Τουρκία έχουν συγκεκριμένα συμφέροντα στην περιοχή (και ειδικά οικονομικούς δεσμούς με τη Λιβύη), τα οποία συνιστούν βασικό κριτήριο των επιλογών τους. Στη Γερμανία ειδικά εκδηλώθηκαν προβληματισμοί αναφορικά με το που μπορεί να οδηγηθούν οι εξελίξεις μετά την επέμβαση. Εξάλλου εκφράζονταν ανησυχίες σχετικά με χημικά όπλα που διέθεταν και θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι κανταφικοί. Η αρχική θέση της Αγκυρας (που επιχείρησε εξ αρχής να συμβουλεύσει τον Καντάφι!) ήταν αρνητική έναντι μιας διεθνούς στρατιωτικής επέμβασης, θέση που διαφοροποιήθηκε μετά την απόφαση 1973. Την ίδια μέρα ο Αχμέτ Νταβούτογλου δήλωνε ότι η Τουρκία τάσσεται υπέρ των πρωτοβουλιών ‘‘που αποσκοπούν στην προστασία της ζωής αμάχων πολιτών’’. Στις 20 Μαρτίου ο Ρετζέπ Ερντογάν κάλεσε τον Καντάφι να παραιτηθεί και ζήτησε να σταματήσουν οι ένοπλες συγκρούσεις στη Λιβύη. Στις 26-27 Μαρτίου σημαντικής στρατηγικής σημασίας πόλεις όπως η Ρας Λανούφ, η Μπρέγκα, η Ουγκαγιάλα, η Μπιν Τζαουάντ και η Αζνταμπίγια επανακαταλήφθησαν από τους αντάρτες, ενώ μάχη δινόταν για τον έλεγχο της Μισράτα. Η αναπτέρωση του ηθικού των ανταρτών ήρθε ύστερα και από την απόφαση του ΝΑΤΟ να αναλάβει εξ ολοκλήρου τις επιχειρήσεις στη Λιβύη.
Η Ελλάδα πρέπει να συνυπολογίσει και τα ζητήματα που αφορούν την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνης (ΑΟΖ) την οποία έχει σαφώς συμφέρον να καθιερώσει, όπως έπραξε η Κύπρος. Η Λιβύη και η Αίγυπτος είχαν εκδηλώσει θετική διάθεση ενόψει της ανακήρυξης ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο. Η παρουσία με στρατιωτικά μέσα της Ελλάδας στην περιοχή είναι πολύ σημαντική αναφορικά με την εμπέδωση της ελληνικής κυριαρχίας στο Λιβυκό Πέλαγος. Η περιοχή αυτή συνδέεται άμεσα τόσο με την ύπαρξη και εξόρυξη υδρογονανθράκων, όσο και με την ανάσχεση της νεοοθωμανικής επεκτατικής πολιτικής. H Ελλάδα καλό θα ήταν να αποφύγει να αναμειχθεί με δυνάμεις της στην επέμβαση των Γαλλίας-Αγγλίας-ΗΠΑ στη Λιβύη. Κατ’αρχάς, εδώ και καιρό θα έπρεπε να τεθεί το ζήτημα της λειτουργίας της αμερικανικής βάσης της Σούδας. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και μετά τη λήψη ομόφωνης απόφασης του ΝΑΤΟ για την επέμβαση, θα συνέφερε στην Ελλάδα να μη συμμετάσχει στην εκτέλεση στρατιωτικών πληγμάτων. Στην επιδίωξή της να μην εμπλακεί θα μπορούσε να προβάλει την αναγκαιότητα διαλόγου ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές στη Λιβύη στην προοπτική της απομάκρυνσης του Καντάφι από την εξουσία σε συνδυασμό με την προτίμηση μιας απόφασης περί εφαρμογής συντονισμένων διεθνών οικονομικών κυρώσεων στο καθεστώς ώστε να εξαναγκασθεί να τερματίσει την αιματηρή καταστολή. Βεβαίως αξιοπρεπής στάση και ανεξάρτητα σχεδιασμένη πολιτική προυποθέτουν ένα κράτος και μια πολιτική ηγεσία που αποδεικνύουν εμπράκτως την σχετική ικανότητα και την ανεξαρτησία των επιλογών τους.
Θεόδωρος Μπατρακούλης
theobatrak@gmail.com
* Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ρήξη, αρ. φύλλου 73, Σάββατο 2 Απριλίου 2011, σ. 16-17.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου