Η Ελλάδα και η Κύπρος μετατράπηκαν σε
πιόνια διαδοχικών παρτίδων γεωπολιτικού σκακιού που
εξελίσσονται στο ευρύτερο σύστημα Βαλκάνια-Ανατολική Μεσόγειος-Μέση
Ανατολή-Καύκασος ανάμεσα στους ισχυρούς διεθνείς δρώντες. Την τελευταία δεκαπενταετία, στην Διδακτορική Διατριβή
μου και σε διάφορα άρθρα
αδιάκοπα υποστηρίζω,[1] ανάμεσα
σε άλλα, ότι: Η έκβαση του πολέμου του 1919-1922 αποτέλεσε μεταίχμιο μεταξύ
δύο εποχών. Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας
άλλαξε σημαντικά την εθνολογική σύνθεση της Μικράς Ασίας αλλά και της
Μακεδονίας. Eννέα
δεκαετίες μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης οι επιλογές της όχι μόνο
δεν υλοποιήθηκαν, αλλά αλλοιώθηκαν με τη συνέργεια των εθνικιστικών πολιτικών
της Τουρκίας και του συστήματος πελατειακών σχέσεων της Ελλάδας. Η
προστατευόμενη ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της
Τενέδου σχεδόν εξαφανίσθηκε λόγω της εξοντωτικής συμπεριφοράς της Τουρκίας. Το Πατριαρχείο παρεμποδιζόταν στις εκδηλώσεις
του από εθνικιστικούς κύκλους και
έβλεπε τη μείωση του ρόλου του ως πνευματικού κέντρου των Ορθοδόξων παγκοσμίως από τις τουρκικές αρχές. H ελληνική εξωτερική πολιτική
βασίζεται σε λανθασμένες εκτιμήσεις για την στρατηγική του Ερντογάν και των
Τούρκων ισλαμιστών. Ομως στην
Ελλάδα, εδώ και δύο δεκαετίες είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα λανθασμένο προσανατολισμό
που καλλιεργούν συγκεκριμένα «ιδρύματα» διεθνικά και διεθνώς συνδεδεμένα. Επικοινωνιακά
ήταν μάταιο να αντικρούει κανείς τους μηχανισμούς της ξένης εξάρτησης.
Διαθέτουν συντριπτική κυριαρχία τους στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Διαφορετικά
η Ελλάδα δεν θα ήταν μια χώρα εξαρτημένη, θα είχε επεκτείνει τα χωρικά ύδατα,
ορίσει την αποκλειστική ζώνη και επιτύχει μια βιώσιμη λύση στο κυπριακό ζήτημα.
Εδώ και χρόνια επικεντρώθηκα κυρίως στα ακαδημαϊκά μου κείμενα κάνοντας μόνο
έκτακτες παρεμβάσεις όπως στην περίπτωση του σχεδίου Αναν, των ανεκδοτολογικών
εγχειριδίων ιστορίας του δημοτικού και ορισμένα κοινωνικά ζητήματα.
H πολιτική
ηγεσία της Ελλάδας μετά το 1995 προσχώρησε πλήρως στην λογική του αντιπάλου.
Υιοθέτησε την λογική του κατευνασμού που είναι πάντοτε, όπως διδάσκει η ιστορία,
ολέθρια. Ούτε αποτρέψαμε την Τουρκική απειλή αλλά ούτε και την αποφύγαμε όπως
κάποιοι καλόπιστα πλην λανθασμένα πίστευαν. Κατά τις δύο πρώτες
μεταπολιτευτικές δεκαετίες, όσα άλλα και αν καταμαρτυρεί κανείς στις τότε
ηγεσίες, μπορεί να υποστηριχθεί ότι στο πεδίο της εθνικής στρατηγικής τα
ελάχιστα τηρούνταν. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά η Ελλάδα πελαγοδρομεί
προς την συρρίκνωση και την ηθική, πνευματική και οικονομική χρεοκοπία,
κινδυνεύοντας και με απώλεια επικράτειας. Στις ελληνοτουρκικές διερευνητικές
συζητήσεις-διαπραγματεύσεις, οι οποίες ξεκίνησαν το 1978 με πρωτοβουλία-πίεση
της Τουρκίας ο στόχος της Τουρκίας ήταν διπλός: Οσο συνεχίζονται οι ατέρμονες
συζητήσεις, η Ελλάδα στερείται την άσκηση του δικαιώματός της για την
οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ επί 35 χρόνια, δικαίωμα που έχει από την Σύμβαση για το Θαλάσσιο
Δίκαιο του 1982. Το ίδιο χρονικό διάστημα των συζητήσεων αυτών, και
ιδιαίτερα μετά το «κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης», η Τουρκία έχει πετύχει μέσω
του ΝΑΤΟ και του ICAO δικαιώματα στο Αιγαίο που δεν της ανήκουν.
Ο,τι συμβαίνει στην Κύπρο, στο δεύτερο υπαρκτό
ελληνικό κράτος - έστω και κολοβωμένο από την τουρκική κατοχή και τις
ιμπεριαλιστικές επιβουλές - αφορά φυσικά και εμάς τους Ελλαδίτες και όλο τον
Ελληνισμό. Παρά τα συνθήματα οι ηγεσίες των δύο κομμάτων των οποίων οι
υποψήφιοι πέρασαν στον β΄ γύρο δεν διαφέρουν στα εθνικά και στα οικονομικά
ζητήματα. Και το όλο πλαίσιο πολιτικής που θα κληθεί να εφαρμόσει ο ''Ανανιστής'' πρόεδρος
της Κυπριακής Δημοκρατίας που πρόκειται να εκλεγεί στον β΄ γύρο προδικάζει
δυσμενείς εξελίξεις για την πολιτειακή υπόστασή της, για το λαό του μαρτυρικού
νησιού.[2]
Όπως
επισημαίνει ο Λευτέρης Ριζάς: «…όλα μπορούν να εξηγηθούν, αν όχι ολοκληρωτικά, σε γενικές
γραμμές. Στην Κύπρο, υπήρξε έντονη διάσταση ανάμεσα στον εθνικό και κοινωνικό/
πολιτικό αγώνα, από πολύ παλιά [5]. Παρά τον ηρωικό αγώνα των Κυπρίων – έστω
και υπό την ηγεσία του Γ. Γρίβα και της ΕΟΚΑ, όπως έχω εξηγήσει (6) - που
στρατιωτικά υπήρξε από τους ελάχιστους που δεν ηττήθηκε, δεν αναπτύχθηκε μια
μαζική και αγωνιστική αριστερή, αντι-ιμπεριαλιστική ιδεολογία. Η επιρροή του
ΑΚΕΛ δεν οφείλεται σε αυτό, αλλά στο ισχυρό συντεχνιακό κίνημα που υπήρξε στην
Κύπρο και στο οποίο πρωτοστάτησε η κυπριακή αριστερά. Ένα κίνημα, όμως, που
οδήγησε στον ιδιότυπο κυπριακό «ιστορικό συμβιβασμό», πολύ πριν τον διατυπώσουν
οι ισπανοί και ιταλοί ευρωκομμουνιστές. Το ΑΚΕΛ έχει πρωτοπορήσει σε αυτήν την
εκδοχή – άσχετα αν το αδελφό ΚΚΕ δεν το κατάλαβε (;) ποτέ του. Αυτή η πολιτική,
όμως, έχει ημερομηνία λήξης για τις «αριστερές» κυβερνήσεις που στηρίζονται σε
αυτήν. Η «σοσιαλδημοκρατία» τέλειωσε και στην Κύπρο. Μαζί της, φαίνεται, ότι
έχει τελειώσει και η κλασσική χριστιανοδημοκρατία – όπως αυτή εκφράστηκε από
την κυπριακή εκκλησία, ιδίως επί εποχής Μακαρίου. Τώρα δεν παίζει το ίδιο ρόλο,
με αποτέλεσμα η παραδοσιακή κυπριακή δεξιά να «χειραφετείται» από τις κεντρικές
επιλογές της. Και η ίδια η ηγεσία της άλλωστε έχει «εκσυγχρονιστεί» τόσο ώστε ο
«Εθνικός» λόγος της έχει υποχωρήσει σημαντικά…».[3]
Η αυτοοργάνωση της κοινωνίας, των πολιτών, στη
βάση λογικών άμεσης δημοκρατίας είναι βάση του πολιτικού επαναπροσδιορισμού και
της ανασύνταξης συνάμα που χρειαζόμαστε επειγόντως και εμείς, στην Ελλάδα. Η Ελλάδα της ξενοκρατίας (υπό
τα Μνημόνια, την τρόικα και τους συνεχιστές αυτών που υπήγαγαν τη χώρα στο ΔΝΤ) δοκιμαζόταν
από την βαθύτερη κρίση της σύγχρονης, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την
τραγική δεκαετία του 1940, ιστορίας της. Την ίδια στιγμή οι ηγέτες της νεοοθωμανικής Toυρκίας
αισθάνονταν ότι η χώρα τους ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο
στον μουσουλμανικό κόσμο. Η επιδίωξή ξετυλιγόταν μέσα στην ευρύτερη γεωπολιτική
ρευστότητα και ενώ ήταν ασαφές πως επρόκειτο να διαμορφωθεί η κατάσταση στον
μεταεξεγερσιακό αραβοϊσλαμικό κόσμο. Στην τουρκοϊσραηλινή αντιπαράθεση ενδεχομένως καθοριστικός παράγοντας
αναδειχτούν οι επιλογές της Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αγνοήσουν τα
γεωπολιτικά πλεονεκτήματα της Τουρκίας και την αντίστοιχη γεωπολιτική της ισχύ.
Αφετέρου, οι σχέσεις Τουρκίας-Ιράν τα
τελευταία χρόνια επιδεινώθηκαν αισθητά.
Βεβαίως
χρειάζεται η μελέτη των θέσεων του Αχμέτ
Νταβούτογλου όπως εκτίθενται στα βιβλία Στρατηγικό βάθος της Τουρκίας. Η Διεθνής
θέση της Τουρκίας και Εναλλακτικές
Κοσμοθεωρίες. Είχα διαβάσει στα τουρκικά ορισμένα κεφάλαια του
πρώτου βιβλίου του μέντορα των Τούρκων ισλαμιστών και αρχιτέκτονας της από την άνοδο του ΑΚΡ στην εξουσία (2002) τουρκικής
εξωτερικής πολιτικής. Ενώ λοιπόν είχα μια κάποια άποψη για τον
Νταβούτογλου, διαθέτοντας κατόπιν εξαιρετικές μεταφράσεις των βιβλίων του,
πείστηκα ότι είναι προσωπικότητα με ιδιαίτερη σπουδαιότητα. Όπως έγραψε ο
διεθνολόγος καθηγητής Παναγιώτης Ηφαιστος ο Νταβούτογλου «ξέρει τι να πει, ξέρει πως το λέει και το κάνει πολύ
καλά για τους σκοπούς της Τουρκίας. Το ζήτημα είναι τι κάνουμε εμείς. Το βιβλίο
Εναλλακτικές κοσμοθεωρίες, όχι μόνο είναι μεγάλης σημασίας αλλά
συμπληρώνει πλήρως την εικόνα που αποκτήσαμε με το Στρατηγικό βάθος».
Και ταυτόχρονα, ιδιαίτερα αυτοί που
θέλουμε μια άλλη πορεία, στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στις βαλκανικές χώρες, αυτοί που έχουν εμπνευστεί από το
σύνθημα ΚΥΠΡΟΣ, ΘΡΑΚΗ, ΑΙΓΑΙΟ ΜΕΤΩΠΟ ΕΝΙΑΙΟ ας επιταχύνουν πιο μεθοδικά και ας
συντονίσουν τις κινήσεις για την δημιουργία ενός δημοκρατικού πατριωτικού πόλου
αντίστασης του Ελληνικού λαού. Ένα τέτοιο κίνημα δεν μπορεί παρά να έχει ως βασικούς
πολιτικούς άξονες την εθνική ανεξαρτησία, την κοινωνική χειραφέτηση, την
δημοκρατία, την οικολογία, την αγροτική αναγέννηση!
Θόδωρος Μπατρακούλης
Δρ
Γεωπολιτικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου