Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Η Τουρκία επανενεργοποιεί τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ


Η Τουρκία επανενεργοποιεί τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ

 του Semih Idiz
 
        «Λαμπρή απομόνωση» είχε χαρακτηρίσει ένας βασικός σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Τούρκου Πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την περιφερειακή θέση της Τουρκίας πριν από μερικούς μήνες. Αυτή ήταν μια μη πειστική προσπάθεια να προσθέσει μια θετική στροφη στην αύξημένη μοναξιά της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, εξαιτίας πολιτικών που κατέληξαν να είναι σε δυσαρμονία με τις πολιτικές πραγματικότητες της περιοχής. Πρόσφατα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου χαρακτήρισε, με μια εμφατική, τολμηρή έκφραση, τη σχέση με την Ουάσιγκτον ως «τη ραχοκοκαλιά της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας.» Ωστόσο, η Άγκυρα έχει αναγκαστεί να «επαναπροσδιορίσει τις περιφερειακές προτεραιότητες της μετά αυτή την απομόνωση που αποδείχθηκε ότι δεν είναι τόσο « πολύτιμη» τελικά. Η κυβέρνηση Ερντογάν προσπαθεί να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τώρα ως ενεργός περιφερειακός παίκτης. Και η νέα αυτή επιχείρηση (καμπάνια) έρχεται σε μια εποχή που οι διεθνείς προσπάθειες - συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων πρωτοβουλιών των Ηνωμένων Πολιτειών – που στοχεύουν στην αντιμετώπιση περιφερειακών κρίσεων επιταχύνονται.

        Οι εξελίξεις στην περιοχή ανάγκασαν επίσης την Άγκυρα να επανενεργοποιήσει (δηλ. να ενισχύσει εκ νέου) τους δεσμούς της με την Ουάσιγκτον. Οι σχέσεις αυτές γνώρισαν μια ανατάραξη από τις αρχές του καλοκαιριού που οφείλεται σε σειρά θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών για τα ζητήματα της Συρίας, του Ιράκ, της Αιγύπτου και για τις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις. Γι’αυτόν ακριβώς τον σκοπό ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου επισκέφθηκε την Ουάσιγκτον στις 18 Νοεμβρίου. Κατά τις συναντήσεις του με τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, τον Υπουργό Άμυνας Chuck Hagel και την Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Σούζαν Ράις, καθώς και στις επαφές του με διαμορφωτές της κοινής γνώμης των ΗΠΑ, έθιξε τις χορδές σε όλα τα ευαίσθητα ζητήματα. Όπως το διατύπωσε ο Sedat Εργκίν - βετεράνος σχολιαστής της Hurriyet ο οποίος υπηρέτησε επίσης ως εκπρόσωπος  της εφημερίδας στην Ουάσιγκτον κατά την δεκαετία του 1990 - στη στήλη του της 22 Νοεμβρίου το μήνυμα του Νταβούτογλου ήταν «το θερμότερο και ισχυρότερο έως σήμερα που εξέφραζε τη σημασία που αποδίδει η Άγκυρα στις Ηνωμένες Πολιτείες.»

         Μερικοί από τους πιο εντυπωσιακά υπερθετικούς βαθμούς που ο Νταβούτογλου εξέφρασε στην Ουάσιγκτον σίγουρα επιβεβαιώνουν αυτή τη διαπίστωση. Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Κέρι στις 18 Νοέμβρη, για παράδειγμα , αναγνώρισε τον ηγετικό ρόλο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή επιδαψιλεύοντας με φιλοφρονήσεις τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ. Αναφερόμενος στη «δυναμική διπλωματία» Κέρι - από την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή ως την προσέγγιση με το Ιράν – ο Νταβούτογλου είπε, «δεν ξέρω πόσες φορές ήρθατε στην περιοχή μας... Είστε ο πιο ...ταχυκίνητος υπουργός Εξωτερικών στην ιστορία, είμαι σίγουρος.»

Ο Νταβούτογλου πρόσθεσε ότι το «βασισμένο σε αξίες μοντέλο εταιρικής σχέσης» μεταξύ της Τουρκίας και των Ηνωμένων Πολιτειών  «θα συνεχιστεί για πάντα , και θα είναι ένα από τα κύρια κεφάλαια  της διεθνούς κοινότητας για να επιλύσει κάθε ζήτημα.» Συνέχισε στο ίδιο πνεύμα κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας περί πολιτικής στο Ινστιτούτο Brookings την ίδια μέρα. «Ενίσχυση των δεσμών μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πάντα η ραχοκοκαλιά της εξωτερικής μας πολιτικής», είπε μιλώντας σε διαμορφωτές της κοινής γνώμης στο Brookings. «Κανείς στην Άγκυρα ή την Ουάσιγκτον δεν αμφιβάλλει ότι οι σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ θα συνεχίσουν να είναι μια από τις κύριες συμμαχίες βοηθώντας την επίλυση των περιφερειακών ζητημάτων τα επόμενα χρόνια.».

         Πρόκειται για παρατηρήσεις που εμπεριέχουν πολιτικό κίνδυνο για τον Νταβούτογλου, δεδομένου του ευρέος αντιαμερικανισμού στην Τουρκία. Κανείς δεν θυμάται υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας μέχρι σήμερα δεν παραδέχτηκε ανοιχτά ότι οι σχέσεις της Άγκυρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες «συνιστούν τη ραχοκοκαλιά της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής». Ο Ερντογάν γνώρισε το 2009 μομφές της τουρκικής αντιπολίτευσης όταν είπε ότι η Τουρκία ήταν «συμπρόεδρος του Σχεδίου της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής», το οποίο είχε παρουσιάσει, μάλλον πολύ φιλόδοξα, η κυβέρνηση του George W. Bush από το 2003. Οι δηλώσεις αυτές του Ερντογάν χρησιμοποιούνται για να δικαιολογήσουν τον ισχυρισμό ότι ο Ερντογάν ήταν μέρος ενός γενικού σχεδίου των ΗΠΑ για την περιοχή. Υπερασπιζόμενος εκείνες τις επισημάνσεις του, ο Ερντογάν ανέφερε ότι το έργο αυτό είχε στόχο την εδραίωση της ειρήνης και την συμβολή στην οικονομική και δημοκρατική ανάπτυξη της περιοχής. Οι επικριτές του συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τις εν λόγω επισημάνσεις εναντίον του Τούρκου ισλαμιστή πρωθυπουργού, και τα λόγια του Νταβούτογλου στην Ουάσιγκτον ρίχνουν περισσότερο νερό στο μύλο τους. Ωστόσο, τα σχόλια του Νταβούτογλου αντικατοπτρίζουν την ανάγκη της Άγκυρας να επανεθυγραμμίσει τις περιφερειακές πολιτικές της με εκείνες της κυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα. Αυτή είναι μια σημαντική αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης Ερντογάν, δεδομένου ότι οι διαφορές σχετικά με τη Συρία και το Ιράκ - τα δύο θέματα μείζονος σημασίας και για τις δύο χώρες - ήταν εμφανείς, μέχρι πριν από λίγο καιρό.

Η Άγκυρα, που βάσισε την πολιτική στη Συρία, κυρίως στην αποπομπή του προέδρου Μπασάρ αλ - Άσαντ, ενοχλήθηκε βαθύτατα, για παράδειγμα, όταν η Ουάσιγκτον αποφάσισε να μην προχωρήσει στον βομβαρδισμό της Συρίας. Η κυβέρνηση Ερντογάν δυσφόρησε επίσης όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν να υποστηρίξουν το με ρωσική μεσολάβηση σχέδιο για την απομάκρυνση των χημικών όπλων από τη Συρία. Η Άγκυρα υποστήριξε ότι αυτό το σχέδιο απλώς παρέκαμπτε το θέμα της απαλλαγής από τον Aσσαντ, και της αποτροπής του από το να συνεχίσει να σκοτώνει το λαό του με συμβατικά μέσα. Η Τουρκία έδειξε επίσης ψυχρότητα έναντι των διπλωματικών προσπαθειών των ΗΠΑ και της Ρωσίας για τη σύγκληση της διάσκεψης της Γενεύης ΙΙ σχετικά με τη Συρία, υποστηρίζοντας ότι αυτή θα νομιμοποιήσει το καθεστώς Άσαντ αφού οι εκπρόσωποι του θα είναι στο τραπέζι. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με τον Κέρι, ωστόσο, ο Νταβούτογλου εκφράστηκε η αλλαγή θέσης της Άγκυρας. «Σήμερα, επιβεβαιώσαμε εκ νέου ότι η Τουρκία και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουμε ό, τι είναι δυνατόν για να τελειώσει αυτή η αιματοχυσία, να βοηθήσουμε τα θύματα της κρίσης στη Συρία και να κάνουμε εφικτό το έργο της διπλωματίας στη Γενεύη II », δήλωσε.

         Η Άγκυρα και η Ουάσιγκτον ήταν επίσης σε αντίθεση αναφορικά με τις τεταμένες σχέσεις του Ερντογάν με τον Ιρακινό πρωθυπουργό Νούρι αλ-Μαλίκι. Οι ενεργειακές συμφωνίες μεταξύ της Τουρκίας και της Περιφερειακής Διοίκησης του Κουρδιστάν (ΠΔΚ, KRG) πάνω από το κεφάλι της κυβέρνησης Βαγδάτης ήταν ένα άλλο σημείο αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση Ομπάμα υποστηρίζει ότι αυτό θέτει σε κίνδυνο την εύθραυστη ακεραιότητα του Ιράκ και προσθέτει ότι η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Άγκυρας και Βαγδάτης θα συμβάλει στη διατήρηση της ενότητας του Ιράκ. Η κυβέρνηση Ερντογάν απάντησε αρνούμενη ότι υποδαυλίζει τον σεχταρισμό ή τις αποσχιστικές τάσεις στο Ιράκ, λέγοντας ότι απλώς αντιτίθεται στις αντιδημοκρατικές δράσεις την κυβέρνησης Μαλίκι που στοχεύουν στην άσκηση πίεσης στην σουνιτική μειονότητα, μέρος της οποίας είναι και οι Τουρκομάνοι, και στον εξαναγκασμό τους σε υποταγή. Όσον αφορά τις συμφωνίες των τουρκικών εταιρειών ενέργειας με την ΠΔΚ (KRG), η γραμμή της Άγκυρας συνεχίζει να είναι ότι αν η Ουάσιγκτον ανησυχεί τόσο, θα πρέπει πρώτα να αποτρέψει τους πετρελαϊκούς κολοσσούς των ΗΠΑ από την υπογραφή παρόμοιων συμφωνιών.

Η Τουρκία έχει, ωστόσο, «επανατοποθετήσει» τις σχέσεις της με την κυβέρνηση Μαλίκι λόγω της πίεσης από τις περιφερειακές εξελίξεις. Εχει παράσχει διαβεβαιώσεις στη Βαγδάτη και την Ουάσιγκτον ότι η ενότητα του Ιράκ είναι υψίστης σημασίας για την Τουρκία. Αναμένονταν επισκέψεις του Μαλίκι στην Άγκυρα και του Ερντογάν στη Βαγδάτη για να κεφαλαιοποιηθεί η πρωτόγνωρη θετική ατμόσφαιρα στις διμερείς σχέσεις, την οποία εγκωμιάζει και η Ουάσιγκτον. «Η σχέση μας με το Ιράκ θα πρέπει να ενισχυθεί. Οι ΗΠΑ και η Τουρκία, θα εργαστούμε μαζί για τη σταθερότητα στο Ιράκ, αλλά και για τη σταθερότητα στην περιοχή», δήλωσε ο Νταβούτογλου κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου. Εν τω μεταξύ, η αμερικανική πλευρά φρόντισε να φανεί ευχάριστη προς την Άγκυρα προειδοποιώντας ανοιχτά τον Μαλίκι, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, ότι η κυβέρνησή του θα πρέπει να σταματήσει τις διακρίσεις και τις αντιδημοκρατικές πολιτικές κατά των μη σιιτών.

         Ο Νταβούτογλου επισήμανε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με τον Κέρι ότι η Τουρκία υποστήριξε τα νέα ανοίγματα των ΗΠΑ προς το Ιράν, υποσχόμενος «η Τουρκία θα κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να μειωθεί αυτή η ένταση»[1]. Επιπλέον, ο ίδιος εξέφρασε την πλήρη δέσμευση της Άγκυρας να συνεργαστεί με την Ουάσιγκτον στην ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο, λίγα ειπώθηκαν για την τουρκο-ισραηλινή σχέση. Το αδιέξοδο συνεχίζεται στον τομέα αυτόν, παρά τις προσπάθειες των ΗΠΑ να φέρει κοντά τις δύο πλευρές. Αλλά αν οι σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ αποτελούν «τη ραχοκοκαλιά της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας», όπως το έθεσε ο Νταβούτογλου, τότε είναι σαφές ότι ούτε οι τουρκο-ισραηλινές σχέσεις μπορούν να παραμείνουν σε αυτή την κατάσταση. Ο Νταβούτογλου έκανε επίσης στην Ουάσιγκτον σαφείς υπαινιγμούς για την πυραυλική αμυντική συμφωνία της Τουρκίας με την Κίνα (προέβλεπε την προμήθεια του κινεζικού αντιαεροπορικού συστήματος μεγάλου βεληνεκούς FD2000), η οποία προκάλεσε απογοήτευση στην κυβέρνηση Ομπάμα. Δήλωσε ότι δεν είναι κάτι που δεν υπόκειται σε επανεξέταση (is by no means writ in stone) - και σε εξισορρόπηση[2]. Εν τω μεταξύ, η Ουάσιγκτον εξέφρασε την υποστήριξή της στο αίτημα της Τουρκίας για την παράταση της άδειας ανάπτυξης οι πύραυλοι Patriot του ΝΑΤΟ κοντά στα σύνορα με τη Συρία.

         Με την κατ’αυτόν τον τρόπο ενίσχυση των σχέσεων Τουρκίας-ΗΠΑ, αφενός, και τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για τη βελτίωση των σχέσεων της Τουρκίας με το Ιράκ και το Ιράν αφετέρου, η Άγκυρα προέβλεπε να επανέλθει στο προσκήνιο από την άποψη των διεθνών προσπαθειών για σταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής. Φυσικά, υπάρχουν εκκρεμή προβλήματα, όπως οι σχέσεις της Τουρκίας με την Αίγυπτο, οι οποίες εξακολουθούν να είναι τεταμένες λόγω του πραξικοπήματος του που ανέτρεψε τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι. Αλλά ο επαναπροσδιορισμός των περιφερειακών πολιτικών της Τουρκίας και ο επανακαθορισμός των δεσμών της με την Ουάσιγκτον, που έχει δραστηριοποιηθεί πολύ στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Αιγύπτου, σημαίνει ότι η Άγκυρα δεν έχει την πολυτέλεια να αφήσει αυτό το θέμα να παραμείνει άλυτο για πάρα πολύ καιρό.

Συντάκτης : Semih Idiz Καταχωρήθηκε 24 του Νοέμβρη, 2013
Μεταφραστής: (στα αγγλικά) Ezgi Akin,
(στα ελληνικά) Θόδωρος Μπατρακούλης
Πηγή : http://www.almonitor.com/pulse/originals/2013/11/turkey-us-relations-davutoglu.html # ixzz2mGTSoJEy



[1] Εντυπωσιακή εξέλιξη με πολυσήμαντες συνέπειες αποτέλεσε η αμερικανοïρανική προσέγγιση που ευνοήθηκε από σειρά παραγόντων. Κατέληξε στην υπογραφή στη Γενεύη (τέλη Νοεμβρίου 2013) μιας προκαταρκτικής συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν διαρκείας έξι μηνών. Το σχέδιο που έγινε δεκτό από το Ιράν την Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013 θα εκπλήρωνε κάτι που οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ έχουν αναζητήσει μάταια για περισσότερο από μια δεκαετία: Μια παύση, τουλάχιστον, στην αδυσώπητη πορεία του Ιράν προς την ικανότητα κατασκευής πυρηνικών όπλων. Η ιστορική συμφωνία, η οποία περιγραφόταν ως ένα πρώτο βήμα προς μια πιο ολοκληρωμένη πυρηνική συμφωνία έξι μήνες αργότερα, πάγωνε ή αντέστρεφε την πρόοδο σε σχεδόν κάθε πτυχή του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, από την εγκατάσταση των νέων φυγοκεντρητών ως τη λειτουργία κρίσιμων εξαρτημάτων του αντιδραστήρα βαρέος ύδατος που θα μπορούσε κάποια μέρα να προμηθεύσει στο Ιράν μια πηγή πλουτωνίου. Joby Warrick, «Nuclear pact’s fine print: A temporary halt in advances», 24 Νοεμβρίου 2013, www. washingtonpost.com. Πρβλ. Joby Warrick, «After Iran nuclear deal, tough challenges ahead», 24 Νοεμβρίου 2013, www.washingtonpost.com
[2] Σύμφωνα με δήλωση του αρχηγού του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (Hava Kuvvetleri Komutanı) η Αγκυρα ήταν σε θέση να διαθέσει ποσόν άνω των 15 δισ. προκειμένου να αγοράσει μαχητικά πολεμικά  αεροπλάνα F35, δηλ. τα πιο σύγχρονα που υπάρχουν διεθνώς. Ετσι, η Τουρκία, όχι μόνο θα ενίσχυε στρατιωτικά τις ηγεμονικές βλέψεις της στο ευρύτερο γεωπολιτικό σύστημα (Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειος, Εγγύς και Μέση Ανατολή, Καύκασος και Κεντρική Ασία), αλλά μπορούσε να ασκήσει επιρροή στην Ουάσιγκτον, προωθώντας τα κρατικά της συμφέροντα και τις στρατηγικές επιλογές της έναντι της Ελλάδας, της Κύπρου και μεσανατολικών χωρών. Πρβλ. Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, «Οι Τούρκοι και εμείς!», Τύπος της Κυριακής, 24 Νοεμβρίου 2013, σ. 24.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου