ΒΑΣΙΛΗΣ
ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ / 05/02/2015 /
Τα φώτα της δημοσιότητας ήταν ξανά στραμμένα στην Ελλάδα το 2010, όπως ακριβώς
σήμερα, ενώ ο τότε πρωθυπουργός της είχε επιλέξει την επίλυση των
προβλημάτων της ταξιδεύοντας στο εξωτερικό – με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε
τελικά στη χρεοκοπία και στο ΔΝΤ (το οποίο πολύ δύσκολα θα εγκαταλείψει τη χώρα
μας προτού την λεηλατήσει, κατά την πάγια τακτική του).
Η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας έχει
επιλέξει δυστυχώς τον ίδιο τρόπο με τότε, «εις διπλούν» όμως, αφού ταξιδεύει
τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και ο υπουργός οικονομικών – αντί να επικεντρώσει
την προσοχή της στην επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.
Η κατάληξη θα είναι δυστυχώς η ίδια, εάν δεν αλλάξει τακτική – γεγονός που
φάνηκε από τη βραδινή κίνηση της ΕΚΤ, η οποία δεν δίστασε να τραβήξει τη σκανδάλη, με πρώτο θύμα ουσιαστικά
τις ελληνικές τράπεζες.
Κατά την άποψη μας, η απόφαση της
αυτή στηρίχθηκε στα ομόλογα ανταλλαγής χρέους που πρότεινε η Ελλάδα, τα οποία
αφενός μεν δεν προσφέρουν τίποτα στη χώρα μας (άρθρο), αφετέρου θεωρήθηκαν
ως προσπάθεια εξαπάτησης των εταίρων της – κάτι με το οποίο δεν μπορεί
κανείς να διαφωνήσει εύκολα.
Όσον αφορά τη Γερμανία, η οποία ενδεχομένως
επηρέασε την απόφαση της ΕΚΤ, το μεγάλο λάθος της Ελλάδας ήταν η αλλαγή της
θέσης της για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους – η αντικατάσταση
της δηλαδή από μία ανορθόδοξη πρόταση, η οποία δεν λύνει τα προβλήματα κανενός,
διαιωνίζοντας τα ανόητα. Τα «ήξεις αφίξεις» είναι ότι χειρότερο για τις
διαπραγματεύσεις, ειδικά με τη Γερμανία – όπως επίσης οι κυβιστήσεις, οι οποίες οδηγούν σε επώδυνους
συμβιβασμούς.
Το επόμενο μεγάλο λάθος ήταν το
απίστευτο ψέμα του υπουργού οικονομικών, σύμφωνα με το οποίο είχε ξεκινήσει
συζητήσεις με το ΔΝΤ, για την ανταλλαγή χρέους με ομόλογα (πηγή). Η ενέργεια του
αυτή ήταν τουλάχιστον καταστροφική, στρέφοντας τις Η.Π.Α. και το ΔΝΤ εναντίον
μας - αφού πρόκειται για έναν «αυστηρό οργανισμό» που ασφαλώς αντιπαθεί
τέτοιου είδους παιδιάστικες, εάν όχι εντελώς ανόητες συμπεριφορές.
Περαιτέρω, η Ελλάδα έχει πάρα πολλά
διαπραγματευτικά χαρτιά στη διάθεση της (ανάλυση), οπότε μπορεί να καταφέρει να
επιτύχει τη μοναδική υγιή λύση που υπάρχει σήμερα: τη διαγραφή χρέους.
Αρκεί φυσικά να είναι σταθερή στη θέση της, να μην την αλλάζει συνεχώς, καθώς
επίσης να μην συνεχίσει τις «περιοδείες της ζητιανιάς» η κυβέρνηση της, όπως
αποκαλούνται από το διεθνή τύπο.
Προφανώς δε να μην προσπαθεί να δημιουργήσει
συμμαχίες εναντίον της Γερμανίας, αφού δεν είναι ικανή για κάτι τέτοιο, ούτε
να της «κηρύσσει τον πόλεμο», χωρίς καν να έχει καλύψει τα νώτα της - πόσο
μάλλον να περιτριγυρίζει τα διεθνή ΜΜΕ, μιλώντας ανόητα από το πρωί μέχρι το
βράδυ, όταν θα έπρεπε να κρατάει κλειστό τόσο το στόμα της, όσο και τα χαρτιά
της.
Συνεχίζοντας, οι μεγάλες
διαπραγματευτικές δυνατότητες της Ελλάδας φάνηκαν και χθες, αφού μετά την
απόφαση της ΕΚΤ προκλήθηκε ένας μικρός σεισμός – κατέρρευσε το ευρώ, όπως
επίσης ο δείκτης του ιαπωνικού χρηματιστηρίου, η Wall Street κοκ., ενώ
οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων αυξήθηκαν. Εάν συνειδητοποιήσει δε
κανείς πως δεν ήταν κάτι το «εκκωφαντικό», αφού τα ελληνικά ομόλογα μπορούσαν
να δοθούν ως εγγύηση στην ΕΚΤ μόνο κατ” εξαίρεση, θα κατανοήσει τι θα μπορούσε
να συμβεί στην περίπτωση που η Ελλάδα προέβαινε σε στάση πληρωμών ή/και
εγκατέλειπε την Ευρωζώνη (άρθρο).
Σε κάθε περίπτωση, το πρόγραμμα παροχής
ρευστότητας της ΕΚΤ (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες συνεχίζει να υπάρχει
– αν και με ευθύνη της Τράπεζας της Ελλάδας, οπότε, κατ” επέκταση, του
ελληνικού δημοσίου και των φορολογουμένων.
Εάν δε οι Έλληνες διατηρήσουν την
ψυχραιμία τους, χωρίς να επιτεθούν στις τράπεζες (Bank runs) και χωρίς να
ξεπουλήσουν τις μετοχές τους, ο τελικός χαμένος της αναμέτρησης θα είναι η
Γερμανία – αρκεί φυσικά να σταματήσει τις περιοδείες της επαιτείας η
κυβέρνηση της, καθώς επίσης να παραμείνει σταθερή αλλά ευέλικτη στις
προεκλογικές της δεσμεύσεις, συμπεριφερόμενη με τη σοβαρότητα που απαιτεί το
λειτούργημα της.
Ολοκληρώνοντας, ο πραγματικός
κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας θα ήταν το σταμάτημα της παροχής
ρευστότητας (ELA) από την ΕΚΤ – κάτι που για να αποφασιστεί, απαιτείται η
πλειοψηφία των 2/3 των μελών της, όπως συνέβη με την Κύπρο το 2013. Εάν «καταφέρναμε» κάτι
τέτοιο, τότε θα είμαστε πραγματικά άξιοι της μοίρας μας – αφού θα δίναμε την
ευκαιρία στη Γερμανία να μας τιμωρήσει παραδειγματικά, παρά τα τεράστια όπλα
που διαθέτουμε.
Πηγή: viliardos.analyst.gr